Ποιο μυστικό κρύβεται στις Ισημερίες και τα Ηλιοστάσια και πως συνδέεται με του αρχαίους ναούς αλλά και το ανθρώπινο πεπρωμένο;
Υπάρχουν 4 ημέρες μέσα στο χρόνο εντελώς ιδιαίτερες. 4 μέρες που σηματοδοτούν τις εποχές και την πάλη του φωτός ενάντια στο σκοτάδι γι αυτό και όλοι οι λαοί τους απέδωσαν ιδιαίτερη μυστικιστική σημασία. Οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε ως Ισημερίες και Ηλιοστάσια και στην ουσία σηματοδοτούν την πορεία τις κινήσεις του πλανήτη μας μέσα στο ηλιακό σύστημα. Η ημέρα του Θερινού Ηλιοστασίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου. Από αυτήν και μετά το φως σταδιακά αρχίζει να μειώνεται και η νύχτα να κερδίζει «χρόνο» σε βάρος της ημέρας. Έτσι , λιγοστεύοντας μέρα τη μέρα και μήνα το μήνα το φως, έρχεται η Φθινοπωρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ίσα μοιρασμένες μέσα στο 24ωρο. Όμως , το φως συνεχίζει να μειώνεται έτσι που στις 21 Δεκεμβρίου έρχεται το Χειμερινό Ηλιοστάσιο όταν εκδηλώνεται το ακριβώς αντίθετο φαινόμενο από εκείνο του καλοκαιριού . Αυτή είναι η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου ενώ η μέρα η μικρότερη. Όμως, από την ακριβώς επόμενη μέρα το φως αρχίζει να αυξάνεται , η μέρα μεγαλώνει και σταδιακά φθάνουμε στην άνοιξη και στην Εαρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ισομοιρασμένες. Κάθε μια από αυτές τις σημαδιακές ημέρες είχε σε όλους τους λαούς τη δική της ξεχωριστή σημασία. Στο παρελθόν , τότε που οι άνθρωποι ζούσαν πιο κοντά στη φύση και μπορούσαν να αντιλαμβάνονται τις μεταβολές της οι 4 αυτές ημέρες είχαν εξέχουσα μαγικοθρηκευτική σημασία καθώς σήμαιναν άλλοτε τη νίκη του φωτός και του πνεύματος άλλοτε την νίκη του σκότους και της ύλης κι άλλοτε την ισορροπία ανάμεσα στις δυο αυτές αντίρροπες δυνάμεις. Οι δραματικές μεταβολές φωτός-σκότους δεν διέφυγαν της προσοχής των αρχαίων Ελλήνων. Τις μετέτρεψαν σε μια κωδικοποιημένη γλώσσα η οποία είναι εγγεγραμμένη στην αρχιτεκτονική των ναών και στους προσεκτικά επιλεγμένους τόπους όπου κτίζονταν.
Από τους Δελφούς στον Όλυμπο
Αυτή η κωδικοποιημένη γλώσσα ονομάστηκε « Ιερή Γεωμετρία» και αποκαλύπτεται από τις θέσεις των ιερών που συνδέονται μεταξύ τους με τρίγωνα και κύκλους όπως αποδεικνύεται αν κοιτάξει κανείς σ’ ένα χάρτη και σημειώσει την ακριβή θέση των αρχαίων ναών. Πρόκειται για μια μυστική διασύνδεση που όταν μια μέρα αποκωδικοποιηθεί πλήρως ίσως αποκαλύψει αναπάντεχα πράγματα. Θα μπορούσε να πει κανείς πως κάθε ναός είναι μια λέξη. Όμως, εφ όσον συνδέεται με άλλους ναούς σε ομάδες τριγώνων, κύκλων κλπ όλες αυτές οι «λέξεις» σχηματίζουν μια πρόταση. Ποιο μυστικό άραγε να αποκαλύπτει αυτή η πρόταση; Τι θα έχει να διηγηθεί για το φως και το σκοτάδι, για τη γη και τον έναστρο ουρανό, για το Θεό και τον άνθρωπο;
Πάντως, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, η ύπαρξη ευθυγραμμίσεων των ιερών ήταν παρούσα πριν από την εποχή των Πυθαγορείων. Προφανώς υπήρξαν μεγάλοι δάσκαλοι, ή απώτατη γνώση που είχε διασωθεί από τους κατακλυσμούς, βάσει της οποίας επιλέχθηκαν οι τόποι όπου κατασκευάστηκαν οι αρχαίοι ναοί. Όμως ,με το πέρασμα του χρόνου οι αληθινοί λόγοι ξεχάστηκαν. Παρ’ όλα αυτά ,δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι ναοί και τα ιερά σχετίζονταν με κάτι αστρονομικό. Η μυστική τους διασύνδεση ήταν ο ουρανός. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιζαν οι Ισημερίες και τα Ηλιοστάσια που στην αρχαιότητα συνέπιπταν με διαφορετικές αστρονομικές θέσεις από τις σημερινές. Η εαρινή Ισημερία καθοριζόταν από τον Ταύρο και η φθινοπωρινή από τον Αετό ή Σκορπιό ενώ το θερινό ηλιοστάσιο ήταν στον Λέοντα και το χειμερινό στον Υδροχόο. Όμως, από τότε υπήρξε μια μετατόπιση της εκλειπτικής κι έτσι σήμερα η εαρινή ισημερία καθορίζεται από τον Κριό, η φθινοπωρινή από τον Ζυγό ενώ το θερινό και το χειμερινό ηλιοστάσιο σχετίζονται αντίστοιχα με τον Καρκίνο και τον Αιγόκερω. Όλα αυτά αποτελούν στίγματα για τη χαρτογράφηση των αρχαίων ιερών. Μας δείχνουν για άλλη μια φορά πως τίποτα δεν είναι ξεκομμένο και μοναχικό και ότι όλα είναι αλληλοσυνδεδεμένα πάνω σε ένα παγκόσμιο γεωδαιτικό δίχτυ. Σαν αυτό που απεικονίζεται στον ομφάλιο λίθο των Δελφών. Οι Δελφοί είχαν άμεση σχέση με τον κοσμικό άξονα που συνδέει τη γη με τον ήλιο. Ο Απόλλων θεωρείτο φύλακας των Πυλών και των Δρόμων των Ηλιοστασίων. Πού βρίσκονταν αυτές οι πύλες για άλλες διαστάσεις; Σύμφωνα με αρχαίες παραδόσεις η πύλη απ΄όπου ανέβαιναν οι ψυχές στον ουρανό ήταν η κορυφή του Ολύμπου. Είναι η πόρτα των θεών. Όσοι έχουν μελετήσει την Οδύσσεια θα βρουν δυο αντίστοιχες πύλες στη σπηλιά της Ιθάκης, εκεί όπου πρωτοφτάνει ο Οδυσσέας ύστερα από τις περιπλανήσεις του. Από τη μια είσοδο έμπαιναν οι θνητοί και από την άλλη οι θεοί.
Η Επιστροφή του Φωτός
Όσο για τις αρχαίες πύλες της ισημερίας τοποθετούνται : η νότια στο Ταίναρο, αντιπροσωπεύοντας την είσοδο για τον Άδη ενώ η βόρεια τοποθετείτο στον Όλυμπο. Οι Δελφοί βρίσκονταν στην διασταύρωση των αξόνων του ζωδιακού ανάμεσα στις ισημερίες και τα ηλιοστάσια. Αυτό που συμβαίνει όμως με τα αρχιτεκτονήματα έχει την αντιστοιχία του και στο ανθρώπινο σώμα. Αντίστοιχα , ο κάθετος άξονας βορά –νότου συμβολίζει τον κορμό και το όρθιο σώμα ενώ ο οριζόντιος Ανατολής- Δύσης αντιστοιχεί στο διάφραγμα. Το χειμερινό ηλιοστάσιο ταυτίζεται με το βορά, το θερινό με το νότο, η εαρινή ισημερία με την ανατολή και τη φθινοπωρινή με τη δύση. Έτσι, ο κάθετος άξονας, είναι τα ηλιοστάσια και ο οριζόντιος οι ισημερίες. Η κάθοδος των ψυχών στο πεδίο της ύλης συμβολίζεται από το θερινό ηλιοστάσιο στον Καρκίνο επειδή από εκείνη τη μέρα και μετά αρχίζει το φως να λιγοστεύει και το σκοτάδι να κατακτά όλο και μεγαλύτερο μέρος του 24ωρου. Έτσι, αντίστοιχα, οι ψυχές φεύγουν από το μέγιστο φως και εισέρχονται στο σώμα και στην υλική ζωή που σιγά-σιγά τις κάνει να ξεχνούν τη θεία καταγωγή τους. Αυτή η λησμονιά αντιπροσωπεύεται από το σκοτάδι που αυξάνεται σε βάρος του φωτός. Η αντίστροφη διαδικασία συμβαίνει στο Χειμερινό ηλιοστάσιο όταν από τη μέγιστη νύχτα περνάμε σταδιακά στο ολοένα αυξανόμενο φως. Αυτή η επιστροφή ή έλευση του φωτός στην αρχαιότητα είχε ταυτιστεί με τα Μιθραικά μυστήρια ενώ στον χριστιανικό κόσμο με την έλευση του Χριστού, του οποίου η έλευση στη γη , ως Φως του κόσμου , τοποθετείται στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή πολύ κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο.
Όμως, όχι μόνο ισημερίες και ηλιοστάσια αλλά και ολόκληροι αστερισμοί είναι «απεικονισμένοι» στις θέσεις και στην αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών επιβεβαιώνοντας πως η ιερή γεωμετρία δεν είναι ένα ανθρώπινο εφεύρημα αλλά μια ανακάλυψη. Υπάρχει παντού γύρω , έξω και μέσα μας. Εμείς απλώς την ανακαλύπτουμε ενώ οι αρχαίοι Έλληνες προσπάθησαν να την σεβαστούν, αντίθετα από το σημερινό πολιτισμό που χτίζει τα κτίριά του ως έτυχε δίχως σοφία και γνώση και δίχως αναφορά στο συμπαντικό. Αργά ή γρήγορα , όμως, η χαμένη σοφία θα ανακτηθεί. Τότε, η ανθρωπότητα θα βρει τον αληθινό προορισμό της.
Ηλιοστάσιο ονομάζεται η χρονική στιγμή κατά την οποία ο άξονας της Γης εμφανίζεται στραμμένος όσο περισσότερο προς ή μακριά από τον Ήλιο συμβαίνει κατά την ετήσια τροχιά της Γης γύρω από αυτόν. Αυτό ισοδυναμεί με τον Ήλιο να βρίσκεται στο βορειότερο ή στο νοτιότερο σημείο του ουρανού που βρίσκεται ποτέ το μεσημέρι, όπως εμφανίζεται σε εμάς πάνω στην επιφάνεια της Γης. Η λέξη προέρχεται από το «ήλιος» και το «στέκομαι»/«στάση» επειδή κοντά στα ηλιοστάσια (λίγες ημέρες πριν ή μετά) ο Ήλιος φαίνεται να επιβραδύνει τη φαινομενική κίνησή του προς τα βόρεια ή προς τα νότια (κίνηση στην απόκλιση), μέχρι που την ημέρα του ηλιοστασίου αυτή η κίνηση μηδενίζεται και αντιστρέφεται. Εξίσου ορθό ετυμολογικώς είναι και το συνώνυμο «ηλιοτρόπιο» (βλ. παρακάτω, Πολιτιστικές επιδράσεις και λαογραφία). Με την ευρύτερη σημασία, ο όρος «ηλιοστάσιο» σημαίνει και την ημέρα που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο, δύο φορές τον χρόνο, τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο. Τα ηλιοστάσια, όπως και οι ισημερίες, συνδέονται αναπόσπαστα με τις εποχές του έτους. Σε κάποιες χώρες ή γλώσσες θεωρείται ότι αρχίζουν ή διαχωρίζουν τις εποχές, ενώ σε άλλες θεωρούνται τα κέντρα τους.
Τα ηλιοστάσια συμβαίνουν και για τους άλλους πλανήτες. Ορίζονται αντίστοιχα ως οι χρονικές στιγμές κατά τις οποίες ο άξονας περιστροφής του πλανήτη εμφανίζεται στραμμένος όσο περισσότερο προς ή μακριά από τον Ήλιο συμβαίνει κατά την ετήσια τροχιά του πλανήτη γύρω από αυτόν.
Τα δύο ηλιοστάσια κάθε χρονιάς φέρουν διάφορα ονόματα ανάλογα με το ποιο χαρακτηριστικό τους θέλουμε να τονίσουμε.
Τα πλέον συνηθισμένα ονόματα είναι θερινό ηλιοστάσιο και χειμερινό ηλιοστάσιο. Ωστόσο, αυτά τα ονόματα δεν ορίζουν μονοσήμαντα τα ηλιοστάσια, αφού, όπως και οι εποχές του έτους, το θερινό ηλιοστάσιο για το βόρειο ημισφαίριο είναι το χειμερινό για το νότιο (Ιούνιος) και αντιστρόφως.
Οι όροι βόρειο ηλιοστάσιο και νότιο ηλιοστάσιο υποδεικνύουν τη θέση του Ηλίου πάνω στην ουράνια σφαίρα όπως αυτός φαίνεται από τη Γη. Το βόρειο ηλιοστάσιο συμβαίνει τον Ιούνιο σε όλη τη Γη, οπότε ο Ήλιος βρίσκεται πάνω από τον Τροπικό του Καρκίνου, ενώ το νότιο ηλιοστάσιο συμβαίνει τον Δεκέμβριο, όταν ο Ήλιος βρίσκεται πάνω από τον Τροπικό του Αιγόκερω. Οι όροι αυτοί θεωρούνται οι πλέον ουδέτεροι και σαφείς.
Οι όροι ηλιοστάσιο του Ιουνίου και ηλιοστάσιο του Δεκεμβρίου είναι εναλλακτικοί των όρων «θερινό»/«χειμερινό», αλλά χωρίς την αμφιβολία για το ποιο ημισφαίριο υπονοούν. Δεν χρησιμοποιούνται πολύ πάντως, καθώς δεν χρησιμοποιούν όλοι οι κάτοικοι της Γης ηλιακό ημερολόγιο, όπου τα ηλιοστάσια συμβαίνουν κάθε χρόνο τον ίδιο μήνα. Εξάλλου, αχρηστεύονται όταν μιλάμε για ηλιοστάσια σε άλλους πλανήτες.
Η αιτία της υπάρξεως των εποχών του έτους είναι ότι ο άξονας περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της δεν είναι κάθετος στο επίπεδο της περιφοράς της γύρω από τον Ήλιο, αλλά (στα χρόνια μας) σχηματίζει μία γωνία περίπου 23° 26΄ (αποκαλούμενη λόξωση της εκλειπτικής), ενώ ταυτόχρονα ο άξονας κρατά την ίδια διεύθυνση στον χώρο. Ως αποτέλεσμα, τη μισή χρονιά (από τις 20 Μαρτίου ή 21 Μαρτίου ως τις 22 Σεπτεμβρίου ή 23 Σεπτεμβρίου) το βόρειο ημισφαίριο «γέρνει» προς τον Ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Ιουνίου, ενώ την άλλη μισή χρονιά το νότιο ημισφαίριο είναι αυτό που «βλέπει» περισσότερο ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Δεκεμβρίου. Οι δύο στιγμές των μεγίστων αυτών είναι τα ηλιοστάσια.
Κατά το βόρειο ηλιοστάσιο ο Ήλιος εμφανίζεται να περνά ακριβώς από το ζενίθ το μεσημέρι σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Βόρειο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Καρκίνου). Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει κατά το νότιο ηλιοστάσιο σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Νότιο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Αιγόκερω). Οι τόποι της Γης ανάμεσα σε αυτά τα δύο πλάτη βρίσκονται στην Τροπική ζώνη και μπορούν να δουν τον Ήλιο να περνά από το ζενίθ δύο ημέρες κάθε χρόνο.
Εξάλλου, κατά το βόρειο ηλιοστάσιο σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 66°34΄ Βόρειο (ισοδύναμα: πάνω στον Αρκτικό Κύκλο) ο Ήλιος εμφανίζεται να τέμνει ακριβώς τον βόρειο ορίζοντα τα μεσάνυχτα, και όλοι οι τόποι βόρεια από αυτό το κύκλο βλέπουν τον Ήλιο πάνω από τον ορίζοντα όλο το εικοσιτετράωρο. Αυτό είναι το φαινόμενο που είναι γνωστό ως ο ήλιος του μεσονυκτίου. Από την άλλη, τόποι που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 66° 34΄ Νότιο (ισοδύναμα: πάνω στον Ανταρκτικό Κύκλο) βλέπουν τον Ήλιο να τέμνει ακριβώς τον βόρειο ορίζοντα το μεσημέρι, και όλοι οι τόποι νότια από αυτό τον κύκλο δεν βλέπουν καθόλου τον Ήλιο όλο το 24ωρο. Αυτή είναι η λεγόμενη «πολική νύχτα». Κατά το νότιο ηλιοστάσιο τα φαινόμενα στα δύο ημισφαίρια αντιστρέφονται.
Στην εύκρατη ζώνη, το καλοκαίρι ο Ήλιος παραμένει για περισσότερες ώρες και ψηλότερα πάνω από τον ορίζοντα, ενώ τον χειμώνα λιγότερες ώρες και χαμηλότερα στο ουρανό. Αυτή είναι η αιτία της καλοκαιρινής ζέστης και του χειμωνιάτικου κρύου.
Η κατεύθυνση του άξονα της Γης, η λόξωση της εκλειπτικής, όπως και η εκκεντρότητα της τροχιάς της Γης περί τον Ήλιο μεταβάλλονται και αυτές σύμφωνα με τους «Κύκλους του Μιλάνκοβιτς», απλώς η μεταβολή αυτή είναι πολύ αργή για τα δικά μας, τα ανθρώπινα χρονικά μέτρα, αφού συμβαίνει σε κλίμακες χιλιάδων ετών. Αυτή τη στιγμή, οι τροπικοί του Καρκίνου και του Αιγόκερω (όπως ορίζονται με τον ήλιο στο ζενίθ στα ηλιοστάσια) υποχωρούν αργά προς τον ισημερινό, ενώ οι αρκτικός και ανταρκτικός κύκλος υποχωρούν προς τους αντίστοιχους πόλους.
Γεωκεντρική θεώρηση των εποχών
Η παραπάνω ενότητα υποδεικνύει το πώς βλέπει τον φωτισμό της Γης από τον Ήλιο κάποιος που παρατηρεί από το διάστημα. Για τους ανθρώπους πάνω στη Γη ήταν ανέκαθεν χρήσιμο να παρατηρούν πώς ο Ήλιος φαινόταν να περιφέρεται γύρω τους. Τα ημερήσια τόξα που «γράφει» ο Ήλιος πάνω στην ουράνια σφαίρα κατά την ημερήσια φαινομενική του κίνηση εξαρτώνται από την εποχή του έτους. Τα μακρύτερα ημερήσια τόξα είναι πάντοτε το καλοκαίρι, ενώ τα βραχύτερα τον χειμώνα. Τα δύο ακραία τόξα παρατηρούνται στα δύο ηλιοστάσια της χρονιάς και απέχουν μεταξύ τους τη (μέγιστη) απόσταση των 46°53΄ (2 × 23°26΄).
Υπάρχουν και τα νυκτερινά τόξα της «πορείας» του Ήλιου. Κατά το βόρειο ηλιοστάσιο, αυτά είναι ανύπαρκτα για τόπους βορειότερα του Αρκτικού Κύκλου, αφού ο Ήλιος παραμένει 24 ώρες πάνω από τον ορίζοντα, οπότε έχει μόνο ημερήσιο τόξο. Ακόμα και για τόπους μερικές μοίρες νοτιότερα, τα νυκτερινά τόξα εκείνες τις ημέρες είναι μικρά, αλλά και «ρηχά», δηλαδή κανένα τμήμα τους δεν βρίσκεται πολύ κάτω από τον βόρειο ορίζοντα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο Ήλιος να εξακολουθεί να φωτίζει τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας αυτών των τόπων (πράγμα που προκαλεί το λυκαυγές και το λυκόφως, κοινώς «σούρουπο»). Ακόμα και τα μεσάνυχτα λοιπόν, παρατηρείται ένα ημίφως, ένα λυκόφως που το διαδέχεται το λυκαυγές χωρίς να μεσολαβήσει σκοτάδι, φαινόμενο ιδιαίτερα γνωστό στην Αγία Πετρούπολη ως οι «Λευκές Νύχτες», που παρατηρείται μερικές ημέρες πριν και μετά το βόρειο ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου). Βέβαια αυτό δεν περιορίζεται στη συγκεκριμένη πόλη, αλλά παρατηρείται σε όλους τους τόπους με παρόμοιο γεωγραφικό πλάτος. Όλα αυτά εξάλλου συμβαίνουν και στους αντίστοιχους τόπους του νότιου ημισφαιρίου κατά το νότιο ηλιοστάσιο, απλώς κοντά στον Ανταρκτικό Κύκλο δεν υπάρχουν πόλεις...
Στις περιοχές της τροπικής ζώνης τώρα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πάνω στον ισημερινό, ο Ήλιος δεν περνά από το ζενίθ κάθε μεσημέρι του χρόνου, όπως πιστεύουν μερικοί. Στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει και εκεί μόνο δύο ημέρες τον χρόνο, και αυτές δεν είναι τα ηλιοστάσια, αλλά οι ισημερίες. Στους τόπους που βρίσκονται στον ισημερινό, τα δύο ηλιοστάσια του έτους είναι οι ημερομηνίες κατά τις οποίες ο Ήλιος βρίσκεται στη μέγιστη απόσταση από το ζενίθ το τοπικό μεσημέρι, με ύψος 66°34΄ πάνω από τον ορίζοντα (βόρειο ή νότιο στο αντίστοιχο ηλιοστάσιο). Το μόνο ιδιαίτερο στον ισημερινό είναι ότι όλες οι ημέρες του έτους έχουν την ίδια διάρκεια, κάπου 12 ώρες (από όπου και η λέξη «ισημερινός»).
Στους πόλους, τέλος, κατά τα ηλιοστάσια ο Ήλιος παραμένει όλο το 24ωρο σε ύψος 23°26΄ πάνω ή κάτω από τον ορίζοντα ανάλογα με το αν το ηλιοστάσιο είναι θερινό ή χειμερινό. Στη δεύτερη περίπτωση, αυτό είναι αρκετό για να μην υπάρχει ούτε λυκόφως.
Πολιτιστικές επιδράσεις και λαογραφία
Πολλοί ανθρώπινοι πολιτισμοί εόρταζαν και εορτάζουν τόσο το χειμερινό όσο και το θερινό ηλιοστάσιο, όπως και τις ισημερίες, πράγμα που αντικατοπτρίζεται και σε κοντινές ημερολογιακά φαινομενικά άσχετες θρησκευτικές εορτές. Το γνωστότερο παράδειγμα για το χειμερινό ηλιοστάσιο είναι τα Χριστούγεννα. Από τις 17 ως τις 23 Δεκεμβρίου, οι αρχαίοι Ρωμαίοι εόρταζαν τα Σατουρνάλια και στις 25 Δεκεμβρίου τα Μπρουμάλια (η λέξη υποδηλώνει τη μικρότερη ημέρα του χρόνου, dies brevissima > brevma > bruma, δηλ.το χειμερινό ηλιοστάσιο). Σε αυτά τιμούσαν την «ημέρα της γεννήσεως του αήττητου Ήλιου» (dies natalis invicti Solis), αφού ο Ήλιος από εκείνες τις ημέρες έπαυε να χαμηλώνει την τροχιά του και άρχιζε να επανέρχεται ψηλά στον ουρανό ως θριαμβευτής για να ξαναφέρει τη ζέστη και τη ζωή στην παγωμένη φύση. Ο Χριστιανισμός λοιπόν υιοθέτησε την ημερομηνία (επισήμως από τον 6ο αι.) αλλάζοντας το τιμώμενο πρόσωπο στον «Ήλιο της Δικαιοσύνης» (κατά το τροπάριο των Χριστουγέννων), τον Ιησού Χριστό, οπότε ο λαός δεν δυσκολεύθηκε να αλλάξει και πολύ τις εορταστικές του συνήθειες . Σε άλλους λαούς παρατηρούμε ότι π.χ. οι εορτές Γιάλντα, Καρατσούν, Χανουκκά, Κουάντζα κλπ. εορτάζονταν επίσης πολύ κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο.
Για το θερινό ηλιοστάσιο και οι τρεις μεγάλες συνιστώσες του Χριστιανισμού (Ορθόδοξοι, Καθολικοί και Προτεστάντες) εορτάζουν τη γέννηση του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στις 23 ή στις 24 Ιουνίου, γνωστή στην Ελλάδα ως εορτή του «Αϊ-Γιάννη του Φανιστή», αρκετά σημαντική ώστε σε κάποια μέρη (Σωζόπολις Ανατ.Ρωμυλίας) ολόκληρος ο Ιούνιος να αναφέρεται ως «Αϊγιαννίτης». Ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας έγραφε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 22/6/1958:
`Οτι μία νέα χρονική περίοδος αρχίζει με την 24ην Ιουνίου το γνωρίζουν και οι άνθρωποι του λαού: «είναι λιτρόπι» λέγουν, δηλ. ημέρα των θερινών τροπών του ηλίου και δι' αυτό τον Ιωάννην Πρόδρομον, του οποίου το Γενέθλιον εορτάζεται την ημέραν αυτήν, εις μερικούς τόπους, όπως εις την Κύμην, την Κύθνον, την Λέσβον, την Σινώπην, την Οινόην, τον ονομάζουν Αϊγιάννη «Λιοτροπιόν» ή Αλιτροπιόν ή του Λουτρόπου. Επικρατεί μάλιστα η πίστις ότι ο ήλιος της ημέρας αυτής «τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός»
— Γ.Α. Μέγας
Στις βορειότερες χώρες, όπου οι μεταβολές της πορείας του ήλιου είναι ευκολότερα αντιληπτές από ό,τι στην Ελλάδα, οι σχετικές τελετές επικρατούσαν από τη χαραυγή ήδη του πολιτισμού. Το αρχαιότερο ίσως σχετικό μνημείο είναι το Στόουνχεντζ. Σήμερα η κεντρική ιδέα επιβιώνει σε εορτασμούς όπως η Ημέρα του Ιβάν Κουπάλα και η Λίθα.
Στους περισσότερους πολιτισμούς τα 2 ηλιοστάσια και οι 2 ισημερίες ορίζουν τα μέσα των 4 εποχών του έτους. Ωστόσο, στην Ελλάδα αναφέρεται συχνά ότι η 21η Ιουνίου είναι η «επίσημη» ή «αστρονομική» έναρξη του Θέρους και η 21η Δεκεμβρίου η έναρξη του χειμώνα.
Στο Ινδικό ημερολόγιο υπάρχουν δύο αστρικά ηλιοστάσια, το Uttarayana και το Dakshinayana. Το πρώτο τοποθετείται περί τις 14 Ιανουαρίου κάθε χρόνο, ενώ το δεύτερο περί τις 14 Ιουλίου. Αυτά σημειώνουν δύο σημεία στη φαινόμενη κίνηση του Ήλιου κατά μήκος ενός σταθερού ως προς τους μακρινούς αστέρες Ζωδιακού (η μετάπτωση των ισημεριών αγνοείται): την είσοδό του στο ζώδιο Mesha (αντιστοιχεί στο ζώδιο Κριός το 285 μ.Χ. περίπου) και στο αντίθετο ζώδιο Tula (Ζυγός του 285 μ.Χ. περίπου).
Ο ΟΒΕΛΙΣΚΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟ ΡΟΛΟΪ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΝΑΘΗΜΑ ΣΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ
Όταν ο Οβελίσκος της Αλεξάνδρειας που ήταν προσανατολισμένος απόλυτα στο γεωγραφικό βορρά (εδώ ήταν οι Πυραμίδες που χτίστηκαν το 3000 π.Χ. δεν θα ήταν οι οβελίσκοι;) έριχνε στις 12 το μεσημέρι την μεγαλύτερη σκιά στο επίπεδο δάπεδο που τον περιτριγύριζε, τότε ο ήλιος ήταν στο χαμηλότερο σημείο του μεσημβρινού που διέσχιζε την πόλη, δηλαδή είχαμε χειμερινό ηλιοστάσιο. Αντίθετα, όταν η σκιά του οβελίσκου είχε το μικρότερο μήκος, σήμαινε ότι ο ήλιος ήταν στο ψηλότερο σημείο του μεσημβρινού του τόπου, δηλαδή είχαμε θερινό ηλιοστάσιο. Φυσικά τις αποστάσεις αυτές των σκιών του ηλίου, οι αρχαίοι γεωδαίτες τις είχαν σημειώσει στο έδαφος και κατά μήκος του γεωγραφικού βορρά ( τον οποίον όπως ανέφερα είχαν προσδιορίσει με ακρίβεια το ξημέρωμα των δύο ισημεριών). Το μέσον λοιπόν του ευθύγραμμου τμήματος (που μπορούσαν να το ορίσουν πανεύκολα) μεταξύ του σημείου της μεγάλης και της μικρής σκιάς όριζε επακριβώς τις 2 ισημερίες. Γι αυτό λοιπόν οι Οβελίσκοι, που ήταν τετραγωνικές κόλουρες πυραμίδες και στην κορυφή τους είχε τοποθετηθεί μικρότερη κανονική πυραμίδα, είχαν τόσο μεγάλο ύψος. Για να μπορούν οι γεωδαίτες να σημειώνουν στο έδαφος ευδιάκριτα τα δύο σημεία των ηλιοστασίων. Και φυσικά η άκρη της σκιάς-αφού όπως είπα στη κορυφή κάθε οβελίσκου υπήρχε μυτερή τριγωνική πυραμίδα- ήταν πολύ λεπτή, πραγματικά σαν γιγάντιος δείκτης ρολογιού!!!!
Υπάρχουν 4 ημέρες μέσα στο χρόνο εντελώς ιδιαίτερες. 4 μέρες που σηματοδοτούν τις εποχές και την πάλη του φωτός ενάντια στο σκοτάδι γι αυτό και όλοι οι λαοί τους απέδωσαν ιδιαίτερη μυστικιστική σημασία. Οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε ως Ισημερίες και Ηλιοστάσια και στην ουσία σηματοδοτούν την πορεία τις κινήσεις του πλανήτη μας μέσα στο ηλιακό σύστημα. Η ημέρα του Θερινού Ηλιοστασίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου. Από αυτήν και μετά το φως σταδιακά αρχίζει να μειώνεται και η νύχτα να κερδίζει «χρόνο» σε βάρος της ημέρας. Έτσι , λιγοστεύοντας μέρα τη μέρα και μήνα το μήνα το φως, έρχεται η Φθινοπωρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ίσα μοιρασμένες μέσα στο 24ωρο. Όμως , το φως συνεχίζει να μειώνεται έτσι που στις 21 Δεκεμβρίου έρχεται το Χειμερινό Ηλιοστάσιο όταν εκδηλώνεται το ακριβώς αντίθετο φαινόμενο από εκείνο του καλοκαιριού . Αυτή είναι η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου ενώ η μέρα η μικρότερη. Όμως, από την ακριβώς επόμενη μέρα το φως αρχίζει να αυξάνεται , η μέρα μεγαλώνει και σταδιακά φθάνουμε στην άνοιξη και στην Εαρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ισομοιρασμένες. Κάθε μια από αυτές τις σημαδιακές ημέρες είχε σε όλους τους λαούς τη δική της ξεχωριστή σημασία. Στο παρελθόν , τότε που οι άνθρωποι ζούσαν πιο κοντά στη φύση και μπορούσαν να αντιλαμβάνονται τις μεταβολές της οι 4 αυτές ημέρες είχαν εξέχουσα μαγικοθρηκευτική σημασία καθώς σήμαιναν άλλοτε τη νίκη του φωτός και του πνεύματος άλλοτε την νίκη του σκότους και της ύλης κι άλλοτε την ισορροπία ανάμεσα στις δυο αυτές αντίρροπες δυνάμεις. Οι δραματικές μεταβολές φωτός-σκότους δεν διέφυγαν της προσοχής των αρχαίων Ελλήνων. Τις μετέτρεψαν σε μια κωδικοποιημένη γλώσσα η οποία είναι εγγεγραμμένη στην αρχιτεκτονική των ναών και στους προσεκτικά επιλεγμένους τόπους όπου κτίζονταν.
Από τους Δελφούς στον Όλυμπο
Αυτή η κωδικοποιημένη γλώσσα ονομάστηκε « Ιερή Γεωμετρία» και αποκαλύπτεται από τις θέσεις των ιερών που συνδέονται μεταξύ τους με τρίγωνα και κύκλους όπως αποδεικνύεται αν κοιτάξει κανείς σ’ ένα χάρτη και σημειώσει την ακριβή θέση των αρχαίων ναών. Πρόκειται για μια μυστική διασύνδεση που όταν μια μέρα αποκωδικοποιηθεί πλήρως ίσως αποκαλύψει αναπάντεχα πράγματα. Θα μπορούσε να πει κανείς πως κάθε ναός είναι μια λέξη. Όμως, εφ όσον συνδέεται με άλλους ναούς σε ομάδες τριγώνων, κύκλων κλπ όλες αυτές οι «λέξεις» σχηματίζουν μια πρόταση. Ποιο μυστικό άραγε να αποκαλύπτει αυτή η πρόταση; Τι θα έχει να διηγηθεί για το φως και το σκοτάδι, για τη γη και τον έναστρο ουρανό, για το Θεό και τον άνθρωπο;
Πάντως, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, η ύπαρξη ευθυγραμμίσεων των ιερών ήταν παρούσα πριν από την εποχή των Πυθαγορείων. Προφανώς υπήρξαν μεγάλοι δάσκαλοι, ή απώτατη γνώση που είχε διασωθεί από τους κατακλυσμούς, βάσει της οποίας επιλέχθηκαν οι τόποι όπου κατασκευάστηκαν οι αρχαίοι ναοί. Όμως ,με το πέρασμα του χρόνου οι αληθινοί λόγοι ξεχάστηκαν. Παρ’ όλα αυτά ,δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι ναοί και τα ιερά σχετίζονταν με κάτι αστρονομικό. Η μυστική τους διασύνδεση ήταν ο ουρανός. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιζαν οι Ισημερίες και τα Ηλιοστάσια που στην αρχαιότητα συνέπιπταν με διαφορετικές αστρονομικές θέσεις από τις σημερινές. Η εαρινή Ισημερία καθοριζόταν από τον Ταύρο και η φθινοπωρινή από τον Αετό ή Σκορπιό ενώ το θερινό ηλιοστάσιο ήταν στον Λέοντα και το χειμερινό στον Υδροχόο. Όμως, από τότε υπήρξε μια μετατόπιση της εκλειπτικής κι έτσι σήμερα η εαρινή ισημερία καθορίζεται από τον Κριό, η φθινοπωρινή από τον Ζυγό ενώ το θερινό και το χειμερινό ηλιοστάσιο σχετίζονται αντίστοιχα με τον Καρκίνο και τον Αιγόκερω. Όλα αυτά αποτελούν στίγματα για τη χαρτογράφηση των αρχαίων ιερών. Μας δείχνουν για άλλη μια φορά πως τίποτα δεν είναι ξεκομμένο και μοναχικό και ότι όλα είναι αλληλοσυνδεδεμένα πάνω σε ένα παγκόσμιο γεωδαιτικό δίχτυ. Σαν αυτό που απεικονίζεται στον ομφάλιο λίθο των Δελφών. Οι Δελφοί είχαν άμεση σχέση με τον κοσμικό άξονα που συνδέει τη γη με τον ήλιο. Ο Απόλλων θεωρείτο φύλακας των Πυλών και των Δρόμων των Ηλιοστασίων. Πού βρίσκονταν αυτές οι πύλες για άλλες διαστάσεις; Σύμφωνα με αρχαίες παραδόσεις η πύλη απ΄όπου ανέβαιναν οι ψυχές στον ουρανό ήταν η κορυφή του Ολύμπου. Είναι η πόρτα των θεών. Όσοι έχουν μελετήσει την Οδύσσεια θα βρουν δυο αντίστοιχες πύλες στη σπηλιά της Ιθάκης, εκεί όπου πρωτοφτάνει ο Οδυσσέας ύστερα από τις περιπλανήσεις του. Από τη μια είσοδο έμπαιναν οι θνητοί και από την άλλη οι θεοί.
Η Επιστροφή του Φωτός
Όσο για τις αρχαίες πύλες της ισημερίας τοποθετούνται : η νότια στο Ταίναρο, αντιπροσωπεύοντας την είσοδο για τον Άδη ενώ η βόρεια τοποθετείτο στον Όλυμπο. Οι Δελφοί βρίσκονταν στην διασταύρωση των αξόνων του ζωδιακού ανάμεσα στις ισημερίες και τα ηλιοστάσια. Αυτό που συμβαίνει όμως με τα αρχιτεκτονήματα έχει την αντιστοιχία του και στο ανθρώπινο σώμα. Αντίστοιχα , ο κάθετος άξονας βορά –νότου συμβολίζει τον κορμό και το όρθιο σώμα ενώ ο οριζόντιος Ανατολής- Δύσης αντιστοιχεί στο διάφραγμα. Το χειμερινό ηλιοστάσιο ταυτίζεται με το βορά, το θερινό με το νότο, η εαρινή ισημερία με την ανατολή και τη φθινοπωρινή με τη δύση. Έτσι, ο κάθετος άξονας, είναι τα ηλιοστάσια και ο οριζόντιος οι ισημερίες. Η κάθοδος των ψυχών στο πεδίο της ύλης συμβολίζεται από το θερινό ηλιοστάσιο στον Καρκίνο επειδή από εκείνη τη μέρα και μετά αρχίζει το φως να λιγοστεύει και το σκοτάδι να κατακτά όλο και μεγαλύτερο μέρος του 24ωρου. Έτσι, αντίστοιχα, οι ψυχές φεύγουν από το μέγιστο φως και εισέρχονται στο σώμα και στην υλική ζωή που σιγά-σιγά τις κάνει να ξεχνούν τη θεία καταγωγή τους. Αυτή η λησμονιά αντιπροσωπεύεται από το σκοτάδι που αυξάνεται σε βάρος του φωτός. Η αντίστροφη διαδικασία συμβαίνει στο Χειμερινό ηλιοστάσιο όταν από τη μέγιστη νύχτα περνάμε σταδιακά στο ολοένα αυξανόμενο φως. Αυτή η επιστροφή ή έλευση του φωτός στην αρχαιότητα είχε ταυτιστεί με τα Μιθραικά μυστήρια ενώ στον χριστιανικό κόσμο με την έλευση του Χριστού, του οποίου η έλευση στη γη , ως Φως του κόσμου , τοποθετείται στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή πολύ κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο.
Όμως, όχι μόνο ισημερίες και ηλιοστάσια αλλά και ολόκληροι αστερισμοί είναι «απεικονισμένοι» στις θέσεις και στην αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών επιβεβαιώνοντας πως η ιερή γεωμετρία δεν είναι ένα ανθρώπινο εφεύρημα αλλά μια ανακάλυψη. Υπάρχει παντού γύρω , έξω και μέσα μας. Εμείς απλώς την ανακαλύπτουμε ενώ οι αρχαίοι Έλληνες προσπάθησαν να την σεβαστούν, αντίθετα από το σημερινό πολιτισμό που χτίζει τα κτίριά του ως έτυχε δίχως σοφία και γνώση και δίχως αναφορά στο συμπαντικό. Αργά ή γρήγορα , όμως, η χαμένη σοφία θα ανακτηθεί. Τότε, η ανθρωπότητα θα βρει τον αληθινό προορισμό της.
Ηλιοστάσιο ονομάζεται η χρονική στιγμή κατά την οποία ο άξονας της Γης εμφανίζεται στραμμένος όσο περισσότερο προς ή μακριά από τον Ήλιο συμβαίνει κατά την ετήσια τροχιά της Γης γύρω από αυτόν. Αυτό ισοδυναμεί με τον Ήλιο να βρίσκεται στο βορειότερο ή στο νοτιότερο σημείο του ουρανού που βρίσκεται ποτέ το μεσημέρι, όπως εμφανίζεται σε εμάς πάνω στην επιφάνεια της Γης. Η λέξη προέρχεται από το «ήλιος» και το «στέκομαι»/«στάση» επειδή κοντά στα ηλιοστάσια (λίγες ημέρες πριν ή μετά) ο Ήλιος φαίνεται να επιβραδύνει τη φαινομενική κίνησή του προς τα βόρεια ή προς τα νότια (κίνηση στην απόκλιση), μέχρι που την ημέρα του ηλιοστασίου αυτή η κίνηση μηδενίζεται και αντιστρέφεται. Εξίσου ορθό ετυμολογικώς είναι και το συνώνυμο «ηλιοτρόπιο» (βλ. παρακάτω, Πολιτιστικές επιδράσεις και λαογραφία). Με την ευρύτερη σημασία, ο όρος «ηλιοστάσιο» σημαίνει και την ημέρα που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο, δύο φορές τον χρόνο, τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο. Τα ηλιοστάσια, όπως και οι ισημερίες, συνδέονται αναπόσπαστα με τις εποχές του έτους. Σε κάποιες χώρες ή γλώσσες θεωρείται ότι αρχίζουν ή διαχωρίζουν τις εποχές, ενώ σε άλλες θεωρούνται τα κέντρα τους.
Τα ηλιοστάσια συμβαίνουν και για τους άλλους πλανήτες. Ορίζονται αντίστοιχα ως οι χρονικές στιγμές κατά τις οποίες ο άξονας περιστροφής του πλανήτη εμφανίζεται στραμμένος όσο περισσότερο προς ή μακριά από τον Ήλιο συμβαίνει κατά την ετήσια τροχιά του πλανήτη γύρω από αυτόν.
Τα δύο ηλιοστάσια κάθε χρονιάς φέρουν διάφορα ονόματα ανάλογα με το ποιο χαρακτηριστικό τους θέλουμε να τονίσουμε.
Τα πλέον συνηθισμένα ονόματα είναι θερινό ηλιοστάσιο και χειμερινό ηλιοστάσιο. Ωστόσο, αυτά τα ονόματα δεν ορίζουν μονοσήμαντα τα ηλιοστάσια, αφού, όπως και οι εποχές του έτους, το θερινό ηλιοστάσιο για το βόρειο ημισφαίριο είναι το χειμερινό για το νότιο (Ιούνιος) και αντιστρόφως.
Οι όροι βόρειο ηλιοστάσιο και νότιο ηλιοστάσιο υποδεικνύουν τη θέση του Ηλίου πάνω στην ουράνια σφαίρα όπως αυτός φαίνεται από τη Γη. Το βόρειο ηλιοστάσιο συμβαίνει τον Ιούνιο σε όλη τη Γη, οπότε ο Ήλιος βρίσκεται πάνω από τον Τροπικό του Καρκίνου, ενώ το νότιο ηλιοστάσιο συμβαίνει τον Δεκέμβριο, όταν ο Ήλιος βρίσκεται πάνω από τον Τροπικό του Αιγόκερω. Οι όροι αυτοί θεωρούνται οι πλέον ουδέτεροι και σαφείς.
Οι όροι ηλιοστάσιο του Ιουνίου και ηλιοστάσιο του Δεκεμβρίου είναι εναλλακτικοί των όρων «θερινό»/«χειμερινό», αλλά χωρίς την αμφιβολία για το ποιο ημισφαίριο υπονοούν. Δεν χρησιμοποιούνται πολύ πάντως, καθώς δεν χρησιμοποιούν όλοι οι κάτοικοι της Γης ηλιακό ημερολόγιο, όπου τα ηλιοστάσια συμβαίνουν κάθε χρόνο τον ίδιο μήνα. Εξάλλου, αχρηστεύονται όταν μιλάμε για ηλιοστάσια σε άλλους πλανήτες.
Η αιτία της υπάρξεως των εποχών του έτους είναι ότι ο άξονας περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της δεν είναι κάθετος στο επίπεδο της περιφοράς της γύρω από τον Ήλιο, αλλά (στα χρόνια μας) σχηματίζει μία γωνία περίπου 23° 26΄ (αποκαλούμενη λόξωση της εκλειπτικής), ενώ ταυτόχρονα ο άξονας κρατά την ίδια διεύθυνση στον χώρο. Ως αποτέλεσμα, τη μισή χρονιά (από τις 20 Μαρτίου ή 21 Μαρτίου ως τις 22 Σεπτεμβρίου ή 23 Σεπτεμβρίου) το βόρειο ημισφαίριο «γέρνει» προς τον Ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Ιουνίου, ενώ την άλλη μισή χρονιά το νότιο ημισφαίριο είναι αυτό που «βλέπει» περισσότερο ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Δεκεμβρίου. Οι δύο στιγμές των μεγίστων αυτών είναι τα ηλιοστάσια.
Κατά το βόρειο ηλιοστάσιο ο Ήλιος εμφανίζεται να περνά ακριβώς από το ζενίθ το μεσημέρι σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Βόρειο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Καρκίνου). Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει κατά το νότιο ηλιοστάσιο σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Νότιο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Αιγόκερω). Οι τόποι της Γης ανάμεσα σε αυτά τα δύο πλάτη βρίσκονται στην Τροπική ζώνη και μπορούν να δουν τον Ήλιο να περνά από το ζενίθ δύο ημέρες κάθε χρόνο.
Εξάλλου, κατά το βόρειο ηλιοστάσιο σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 66°34΄ Βόρειο (ισοδύναμα: πάνω στον Αρκτικό Κύκλο) ο Ήλιος εμφανίζεται να τέμνει ακριβώς τον βόρειο ορίζοντα τα μεσάνυχτα, και όλοι οι τόποι βόρεια από αυτό το κύκλο βλέπουν τον Ήλιο πάνω από τον ορίζοντα όλο το εικοσιτετράωρο. Αυτό είναι το φαινόμενο που είναι γνωστό ως ο ήλιος του μεσονυκτίου. Από την άλλη, τόποι που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 66° 34΄ Νότιο (ισοδύναμα: πάνω στον Ανταρκτικό Κύκλο) βλέπουν τον Ήλιο να τέμνει ακριβώς τον βόρειο ορίζοντα το μεσημέρι, και όλοι οι τόποι νότια από αυτό τον κύκλο δεν βλέπουν καθόλου τον Ήλιο όλο το 24ωρο. Αυτή είναι η λεγόμενη «πολική νύχτα». Κατά το νότιο ηλιοστάσιο τα φαινόμενα στα δύο ημισφαίρια αντιστρέφονται.
Στην εύκρατη ζώνη, το καλοκαίρι ο Ήλιος παραμένει για περισσότερες ώρες και ψηλότερα πάνω από τον ορίζοντα, ενώ τον χειμώνα λιγότερες ώρες και χαμηλότερα στο ουρανό. Αυτή είναι η αιτία της καλοκαιρινής ζέστης και του χειμωνιάτικου κρύου.
Η κατεύθυνση του άξονα της Γης, η λόξωση της εκλειπτικής, όπως και η εκκεντρότητα της τροχιάς της Γης περί τον Ήλιο μεταβάλλονται και αυτές σύμφωνα με τους «Κύκλους του Μιλάνκοβιτς», απλώς η μεταβολή αυτή είναι πολύ αργή για τα δικά μας, τα ανθρώπινα χρονικά μέτρα, αφού συμβαίνει σε κλίμακες χιλιάδων ετών. Αυτή τη στιγμή, οι τροπικοί του Καρκίνου και του Αιγόκερω (όπως ορίζονται με τον ήλιο στο ζενίθ στα ηλιοστάσια) υποχωρούν αργά προς τον ισημερινό, ενώ οι αρκτικός και ανταρκτικός κύκλος υποχωρούν προς τους αντίστοιχους πόλους.
Γεωκεντρική θεώρηση των εποχών
Η παραπάνω ενότητα υποδεικνύει το πώς βλέπει τον φωτισμό της Γης από τον Ήλιο κάποιος που παρατηρεί από το διάστημα. Για τους ανθρώπους πάνω στη Γη ήταν ανέκαθεν χρήσιμο να παρατηρούν πώς ο Ήλιος φαινόταν να περιφέρεται γύρω τους. Τα ημερήσια τόξα που «γράφει» ο Ήλιος πάνω στην ουράνια σφαίρα κατά την ημερήσια φαινομενική του κίνηση εξαρτώνται από την εποχή του έτους. Τα μακρύτερα ημερήσια τόξα είναι πάντοτε το καλοκαίρι, ενώ τα βραχύτερα τον χειμώνα. Τα δύο ακραία τόξα παρατηρούνται στα δύο ηλιοστάσια της χρονιάς και απέχουν μεταξύ τους τη (μέγιστη) απόσταση των 46°53΄ (2 × 23°26΄).
Υπάρχουν και τα νυκτερινά τόξα της «πορείας» του Ήλιου. Κατά το βόρειο ηλιοστάσιο, αυτά είναι ανύπαρκτα για τόπους βορειότερα του Αρκτικού Κύκλου, αφού ο Ήλιος παραμένει 24 ώρες πάνω από τον ορίζοντα, οπότε έχει μόνο ημερήσιο τόξο. Ακόμα και για τόπους μερικές μοίρες νοτιότερα, τα νυκτερινά τόξα εκείνες τις ημέρες είναι μικρά, αλλά και «ρηχά», δηλαδή κανένα τμήμα τους δεν βρίσκεται πολύ κάτω από τον βόρειο ορίζοντα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο Ήλιος να εξακολουθεί να φωτίζει τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας αυτών των τόπων (πράγμα που προκαλεί το λυκαυγές και το λυκόφως, κοινώς «σούρουπο»). Ακόμα και τα μεσάνυχτα λοιπόν, παρατηρείται ένα ημίφως, ένα λυκόφως που το διαδέχεται το λυκαυγές χωρίς να μεσολαβήσει σκοτάδι, φαινόμενο ιδιαίτερα γνωστό στην Αγία Πετρούπολη ως οι «Λευκές Νύχτες», που παρατηρείται μερικές ημέρες πριν και μετά το βόρειο ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου). Βέβαια αυτό δεν περιορίζεται στη συγκεκριμένη πόλη, αλλά παρατηρείται σε όλους τους τόπους με παρόμοιο γεωγραφικό πλάτος. Όλα αυτά εξάλλου συμβαίνουν και στους αντίστοιχους τόπους του νότιου ημισφαιρίου κατά το νότιο ηλιοστάσιο, απλώς κοντά στον Ανταρκτικό Κύκλο δεν υπάρχουν πόλεις...
Στις περιοχές της τροπικής ζώνης τώρα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πάνω στον ισημερινό, ο Ήλιος δεν περνά από το ζενίθ κάθε μεσημέρι του χρόνου, όπως πιστεύουν μερικοί. Στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει και εκεί μόνο δύο ημέρες τον χρόνο, και αυτές δεν είναι τα ηλιοστάσια, αλλά οι ισημερίες. Στους τόπους που βρίσκονται στον ισημερινό, τα δύο ηλιοστάσια του έτους είναι οι ημερομηνίες κατά τις οποίες ο Ήλιος βρίσκεται στη μέγιστη απόσταση από το ζενίθ το τοπικό μεσημέρι, με ύψος 66°34΄ πάνω από τον ορίζοντα (βόρειο ή νότιο στο αντίστοιχο ηλιοστάσιο). Το μόνο ιδιαίτερο στον ισημερινό είναι ότι όλες οι ημέρες του έτους έχουν την ίδια διάρκεια, κάπου 12 ώρες (από όπου και η λέξη «ισημερινός»).
Στους πόλους, τέλος, κατά τα ηλιοστάσια ο Ήλιος παραμένει όλο το 24ωρο σε ύψος 23°26΄ πάνω ή κάτω από τον ορίζοντα ανάλογα με το αν το ηλιοστάσιο είναι θερινό ή χειμερινό. Στη δεύτερη περίπτωση, αυτό είναι αρκετό για να μην υπάρχει ούτε λυκόφως.
Πολιτιστικές επιδράσεις και λαογραφία
Πολλοί ανθρώπινοι πολιτισμοί εόρταζαν και εορτάζουν τόσο το χειμερινό όσο και το θερινό ηλιοστάσιο, όπως και τις ισημερίες, πράγμα που αντικατοπτρίζεται και σε κοντινές ημερολογιακά φαινομενικά άσχετες θρησκευτικές εορτές. Το γνωστότερο παράδειγμα για το χειμερινό ηλιοστάσιο είναι τα Χριστούγεννα. Από τις 17 ως τις 23 Δεκεμβρίου, οι αρχαίοι Ρωμαίοι εόρταζαν τα Σατουρνάλια και στις 25 Δεκεμβρίου τα Μπρουμάλια (η λέξη υποδηλώνει τη μικρότερη ημέρα του χρόνου, dies brevissima > brevma > bruma, δηλ.το χειμερινό ηλιοστάσιο). Σε αυτά τιμούσαν την «ημέρα της γεννήσεως του αήττητου Ήλιου» (dies natalis invicti Solis), αφού ο Ήλιος από εκείνες τις ημέρες έπαυε να χαμηλώνει την τροχιά του και άρχιζε να επανέρχεται ψηλά στον ουρανό ως θριαμβευτής για να ξαναφέρει τη ζέστη και τη ζωή στην παγωμένη φύση. Ο Χριστιανισμός λοιπόν υιοθέτησε την ημερομηνία (επισήμως από τον 6ο αι.) αλλάζοντας το τιμώμενο πρόσωπο στον «Ήλιο της Δικαιοσύνης» (κατά το τροπάριο των Χριστουγέννων), τον Ιησού Χριστό, οπότε ο λαός δεν δυσκολεύθηκε να αλλάξει και πολύ τις εορταστικές του συνήθειες . Σε άλλους λαούς παρατηρούμε ότι π.χ. οι εορτές Γιάλντα, Καρατσούν, Χανουκκά, Κουάντζα κλπ. εορτάζονταν επίσης πολύ κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο.
Για το θερινό ηλιοστάσιο και οι τρεις μεγάλες συνιστώσες του Χριστιανισμού (Ορθόδοξοι, Καθολικοί και Προτεστάντες) εορτάζουν τη γέννηση του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στις 23 ή στις 24 Ιουνίου, γνωστή στην Ελλάδα ως εορτή του «Αϊ-Γιάννη του Φανιστή», αρκετά σημαντική ώστε σε κάποια μέρη (Σωζόπολις Ανατ.Ρωμυλίας) ολόκληρος ο Ιούνιος να αναφέρεται ως «Αϊγιαννίτης». Ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας έγραφε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 22/6/1958:
`Οτι μία νέα χρονική περίοδος αρχίζει με την 24ην Ιουνίου το γνωρίζουν και οι άνθρωποι του λαού: «είναι λιτρόπι» λέγουν, δηλ. ημέρα των θερινών τροπών του ηλίου και δι' αυτό τον Ιωάννην Πρόδρομον, του οποίου το Γενέθλιον εορτάζεται την ημέραν αυτήν, εις μερικούς τόπους, όπως εις την Κύμην, την Κύθνον, την Λέσβον, την Σινώπην, την Οινόην, τον ονομάζουν Αϊγιάννη «Λιοτροπιόν» ή Αλιτροπιόν ή του Λουτρόπου. Επικρατεί μάλιστα η πίστις ότι ο ήλιος της ημέρας αυτής «τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός»
— Γ.Α. Μέγας
Στις βορειότερες χώρες, όπου οι μεταβολές της πορείας του ήλιου είναι ευκολότερα αντιληπτές από ό,τι στην Ελλάδα, οι σχετικές τελετές επικρατούσαν από τη χαραυγή ήδη του πολιτισμού. Το αρχαιότερο ίσως σχετικό μνημείο είναι το Στόουνχεντζ. Σήμερα η κεντρική ιδέα επιβιώνει σε εορτασμούς όπως η Ημέρα του Ιβάν Κουπάλα και η Λίθα.
Στους περισσότερους πολιτισμούς τα 2 ηλιοστάσια και οι 2 ισημερίες ορίζουν τα μέσα των 4 εποχών του έτους. Ωστόσο, στην Ελλάδα αναφέρεται συχνά ότι η 21η Ιουνίου είναι η «επίσημη» ή «αστρονομική» έναρξη του Θέρους και η 21η Δεκεμβρίου η έναρξη του χειμώνα.
Στο Ινδικό ημερολόγιο υπάρχουν δύο αστρικά ηλιοστάσια, το Uttarayana και το Dakshinayana. Το πρώτο τοποθετείται περί τις 14 Ιανουαρίου κάθε χρόνο, ενώ το δεύτερο περί τις 14 Ιουλίου. Αυτά σημειώνουν δύο σημεία στη φαινόμενη κίνηση του Ήλιου κατά μήκος ενός σταθερού ως προς τους μακρινούς αστέρες Ζωδιακού (η μετάπτωση των ισημεριών αγνοείται): την είσοδό του στο ζώδιο Mesha (αντιστοιχεί στο ζώδιο Κριός το 285 μ.Χ. περίπου) και στο αντίθετο ζώδιο Tula (Ζυγός του 285 μ.Χ. περίπου).
Ο ΟΒΕΛΙΣΚΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟ ΡΟΛΟΪ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΝΑΘΗΜΑ ΣΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ
Όταν ο Οβελίσκος της Αλεξάνδρειας που ήταν προσανατολισμένος απόλυτα στο γεωγραφικό βορρά (εδώ ήταν οι Πυραμίδες που χτίστηκαν το 3000 π.Χ. δεν θα ήταν οι οβελίσκοι;) έριχνε στις 12 το μεσημέρι την μεγαλύτερη σκιά στο επίπεδο δάπεδο που τον περιτριγύριζε, τότε ο ήλιος ήταν στο χαμηλότερο σημείο του μεσημβρινού που διέσχιζε την πόλη, δηλαδή είχαμε χειμερινό ηλιοστάσιο. Αντίθετα, όταν η σκιά του οβελίσκου είχε το μικρότερο μήκος, σήμαινε ότι ο ήλιος ήταν στο ψηλότερο σημείο του μεσημβρινού του τόπου, δηλαδή είχαμε θερινό ηλιοστάσιο. Φυσικά τις αποστάσεις αυτές των σκιών του ηλίου, οι αρχαίοι γεωδαίτες τις είχαν σημειώσει στο έδαφος και κατά μήκος του γεωγραφικού βορρά ( τον οποίον όπως ανέφερα είχαν προσδιορίσει με ακρίβεια το ξημέρωμα των δύο ισημεριών). Το μέσον λοιπόν του ευθύγραμμου τμήματος (που μπορούσαν να το ορίσουν πανεύκολα) μεταξύ του σημείου της μεγάλης και της μικρής σκιάς όριζε επακριβώς τις 2 ισημερίες. Γι αυτό λοιπόν οι Οβελίσκοι, που ήταν τετραγωνικές κόλουρες πυραμίδες και στην κορυφή τους είχε τοποθετηθεί μικρότερη κανονική πυραμίδα, είχαν τόσο μεγάλο ύψος. Για να μπορούν οι γεωδαίτες να σημειώνουν στο έδαφος ευδιάκριτα τα δύο σημεία των ηλιοστασίων. Και φυσικά η άκρη της σκιάς-αφού όπως είπα στη κορυφή κάθε οβελίσκου υπήρχε μυτερή τριγωνική πυραμίδα- ήταν πολύ λεπτή, πραγματικά σαν γιγάντιος δείκτης ρολογιού!!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου