O Αισχύλος, δραματικός ποιητής, γεννήθηκε το 525 π.Χ. ή το 524 π.Χ. στην Ελευσίνα.
Ήταν γόνος του ευγενούς γαιοκτήμονα Ευφορίωνα, του γένους των Κοδριδών, ενώ παρουσιάστηκε νωρίς στους δραματικούς αγώνες, κατά την 70ή Ολυμπιάδα (499/496 π.Χ.), όταν διαγωνίστηκε εναντίον των δραματικών ποιητών Πρατίνα και του Χοιρίλου. Ήταν Αθηναίος πολίτης που μετείχε στις μάχες κατά των Περσών, ενώ είχε και δυο αδέλφια, που επίσης πολέμησαν στη μάχη του Μαραθώνα, τον Αμυνία και τον Κυναίγειρο. Ο τελευταίος μάλιστα πέθανε στον Μαραθώνα στη προσπάθεια του να κρατήσει με τα χέρια του, καθώς ήταν χειροδύναμος και πιθανότατα παλαιστής, ένα πλοίο των Περσών πριν βγει στα ανοιχτά. Αυτή η συμμετοχή του απηχεί στον θεατρικό και ποιητικό στίβο αυτή ακριβώς την ιστορική στιγμή της πόλεως, την ερμηνεύει ιδεολογικά, πολιτικά και φιλοσοφικά και ερμηνεύεται από αυτήν. Στο έργο του συμπυκνώνεται η έννοια του δικαίου, καθώς και η συνείδηση του ποιητή ως μαχόμενου πολίτη. Σύμφωνα με τον G. Thomson ο Αισχύλος ήταν οπαδός του Πυθαγόρα και τα δράματά του είναι γεμάτα πυθαγόρειες ιδέες. Ο ίδιος θεωρούσε ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Όλα τα προηγούμενα πρέπει να εξετάζονται μαζί με την πιθανή συμμετοχή του στα Ελευσίνια Μυστήρια, στη λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Στην ακμή της ζωής του ταξίδεψε στη Σικελία, στην αυλή του Ιέρωνα, ενός ισχυρού άρχοντα που καλούσε μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του στις Συρακούσες. Εκεί πιθανολογείται ότι παρουσίασε για δεύτερη φορά τους Πέρσες. Ταξίδεψε και δεύτερη φορά στη Σικελία πιθανώς εξαιτίας της διαφωνίας του με το αθηναϊκό κοινό - όπως παρουσιάζεται σε ένα χωρίο στους Βατράχους του Αριστοφάνη. Πέθανε στη Γέλα το 456/455 π.Χ.. Λέγεται ότι σκοτώθηκε όταν δέχτηκε στο κεφάλι του μία χελώνα, την οποία είχε ρίξει από ψηλά ένας αετός, προκειμένου να σπάσει το καβούκι της και μετά να τη φάει. Οι Αθηναίοι εξασφάλισαν την υστεροφημία του μεγάλου δραματικού ποιητή, ψηφίζοντας νόμο σύμφωνα με τον οποίο επιτρεπόταν όποιος ήθελε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό με έργα του Αισχύλου. Οι δύο γιοι του, Ευαίων και Ευφορίων, έγραψαν επίσης τραγωδίες, όπως και ο Φιλοκλής, γιος της αδελφής του. Ο Ευφορίων φέρεται ότι νίκησε μάλιστα και τον πατέρα του και τον Σοφοκλή στους δραματικούς αγώνες.
Όταν πέθανε, ο Αισχύλος, ζήτησε να στηθεί στο τάφο του ένα επίγραμμα που έγραφε:
Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεῦθει
μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας·
ἀλκὴν δ' εὐδόκιμον Mαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι
καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.
Στα νεότερα ελληνικά:
Τον γιο του Ευφορίωνα τον Αθηναίο Αισχύλο
κρύβει νεκρόν το μνήμα αυτό της Γέλας με τα στάρια·
την άξια νιότη του θα ειπεί του Μαραθώνα το άλσος
κι ο Μήδος ο ακούρευτος οπού καλά την ξέρει.
Δραματικοί αγώνες
Από τα επιγραφικά στοιχεία που διαθέτουμε η πρώτη του νίκη στους δραματικούς αγώνες των Μεγάλων Διονυσίων σημειώνεται το 484 π.Χ. και την ακολούθησαν άλλες 12. Στο λεξικό Σουίδα αναφέρονται 28 νίκες, γεγονός που οδηγεί στην υπόθεση ότι έργα του κέρδισαν την πρώτη θέση και μετά θάνατον, εφόσον βέβαια ο αριθμός 28 μας έχει παραδοθεί σωστά. Το 472 π.Χ. πήρε την νίκη στην Αθήνα με το έργο του Πέρσες. Το 468 π.Χ. διαγωνίστηκε με τον Σοφοκλή και πήρε τη δεύτερη θέση, αλλά τον επόμενο χρόνο (467 π.Χ.) νίκησε με τη Θηβαϊκή τριλογία και το 458 π.Χ. με την Ορέστεια.
Καινοτομίες
Η αισχυλική δραματουργία εξελίσσεται από τα πρώιμα στα ωριμότερα σωζόμενα έργα του. Οι καινοτομίες που εφήρμοσε θα μπορούσαν να συνοψισθούν ως εξής:
προσθήκη του δεύτερου υποκριτή (δευτεραγωνιστή),
μείωση των χορικών
έξαρση του λόγου
σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχόμενου,
Όλες αυτές οι διαφοροποιήσεις από την πρώιμη γραφή του οδήγησαν στην τελική ποιητική του περίοδο, η οποία αποτυπώνεται στη μνημειώδη Ορέστεια.
ΟΡΕΣΤΕΙΑ
Η Ορέστεια είναι τριλογία από αρχαίες Ελληνικές τραγωδίες, γραμμένες από τον τραγικό ποιητή Αισχύλο και παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά το 458 π.Χ. στη γιορτή των Διονυσίων. Αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Ευμενίδες» και «Χοηφόροι», ενώ είναι η μόνη αρχαία σωζόμενη τριλογία.
1.ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Τραγωδία του Αισχύλου, στην οποία περιγράφεται η επιστροφή του νικητή στρατηλάτη των Ελλήνων και η δολοφονία του από τη γυναίκα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Αποτελεί το πρώτο έργο της «Ορέστειας» (458 π.Χ.), της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
2.ΧΟΗΦΟΡΟΙ
Η τραγωδία «Χοηφόροι» ή «Χοηφόρες» του Αισχύλου αποτελεί το δεύτερο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
Αφηγείται τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου από τον Ορέστη. Ο Ορέστης, συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του.
Όταν φθάνει ο χορός των Χοηφόρων ακολουθούμενος από την αδελφή του Ηλέκτρα, κρύβεται και αφού παρακολουθήσει τις σπονδές, αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Αμέσως, θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του, έχοντας τη συμπαράσταση της αδελφής του και του χορού. Ζητά φιλοξενία στο ανάκτορο του πατέρα του, προσποιούμενος τον ξένο, και αναγγέλλει αρχικά τον δήθεν θάνατο του Ορέστη.
Στη συνέχεια, o Ορέστης παίρνει την εκδίκησή του, σκοτώνοντας πρώτα τον Αίγισθο και έπειτα την μητέρα του την Κλυταιμνήστρα. Ο χορός, μετά την μητροκτονία συμπαραστέκεται στα δύο αδέλφια, στον Ορέστη και στην Ηλέκτρα και προαναγγέλλει την κάθαρση του οίκου των Ατρειδών. Ο Ορέστης καταδιωκόμενος από τις Ερινύες καταφεύγει στους Δελφούς όπου προσπέφτει ικέτης στο ιερό του Απόλλωνα, με τον χορό να τον κατευοδώνει με ευχές.
3.ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ
Η τραγωδία «Ευμενίδες» του Αισχύλου αποτελεί το τρίτο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
Στο έργο του αυτό, ο Αισχύλος καταφέρνει να μετατρέψει την φυσιογνωμία των Ερινύων που ήταν θεότητες τρομερές και εκδικητικές και να τις κάνει πιο προσιτές στις εγκλήσεις του λαού μιας και μας δίνει την δυνατότητα μέσω έγκλησης να απευθυνθούμε σ'αυτές και να τις παρακαλέσουμε για επιείκεια.
Ο Ορέστης έχει καταφύγει ικέτης στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς μετά τον φόνο του Αίγιστου και της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Η «προφήτις», ιέρεια του μαντείου των Δελφών μιλάει πρώτη και αναφέρεται στην ιστορία του ναού. Η μάντισσα αποσύρεται και ο Ορέστης ζητάει την προστασία του θεού. Ο Απόλλων του δίνει τη συμβουλή να φύγει όσο οι Ερινύες ακόμα κοιμούνται, ενώ ζητάει από τον Ερμή να συνοδέψει τον Ορέστη στο ταξίδι του για την Αθήνα. Ο Απόλλων, ο Ερμής και ο Ορέστης εξέρχονται του ναού του Απόλλωνος. Ο Απόλλων λέει στον Ορέστη, ότι στους εχθρούς του ποτέ δεν θα φανεί φίλος. Υποστηρίζει τον Ορέστη στην πρόθεσή του να εκδικηθεί τον πατέρα του. «Διότι, εγώ σου είπα να σκοτώσεις την μητέρα σου» του λέει.
Μέσα στον ναό οι Ευμενίδες ακόμα κοιμούνται, ενώ η σκιά φάντασμα της Κλυταιμνήστρας κάνει την εμφάνισή της. Η Κλυταιμνήστρα κατηγορεί τις Ερινύες ότι μένουν αμέτοχες, και ζητάει εκδίκηση επειδή αυτή μεν τιμωρήθηκε για την δολοφονία του Αγαμέμνονα, ο Ορέστης δε μένει ατιμώρητος για τη δολοφονία της μητρός του. Οι Ευμενίδες ξυπνούν και ρίχνουν τα βάρη στον Απόλλωνα, αυτός όμως υπερασπίζεται τον Ορέστη και υποστηρίζει το δίκιο του. Δεν μπορεί όμως να τις καθησυχάσει, και έτσι αυτές κυνηγούνε να πιάσουν τον Ορέστη για να τον ξεσκίσουν. Ο Απόλλων τις πετάει έξω από τον ναό για να συνεχίσει τον καυγά στον δρόμο. Η έντονη συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους θεσμούς και τα θέματα του Δικαίου, του Άδικου, της Εκδίκησης καθώς και του Γάμου.
Ο Ορέστης εν τω μεταξύ φθάνοντας στην ακρόπολη ζητάει καταφύγιο στην θεά Αθηνά η οποία προς στιγμήν δεν παρευρίσκεται και της ζητάει να τον δικάσει. Οι Ερινύες τον καταδιώκουν ακόμα και κει. Ο Ορέστης αγκαλιάζοντας το άγαλμα της θεάς την παρακαλεί να τον συγχωρήσει και να τον απαλλάξει από την ενοχή του. Η Αθηνά αν και βρίσκεται πολύ μακρυά (στην Τροία για να ακριβολογούμε) εισακούει την έγκληση του Ορέστη και παρουσιάζεται. Βάζει τις δυο πλευρές να πάρουν θέση για να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους. Μία από τις Ερινύες αναλαμβάνει την κατηγορία. Μετά ο Ορέστης διηγείται την ιστορία της ζωής του και την πράξη της μητροκτονίας. Η Αθηνά αποφασίζει να γίνει ψηφοφορία, επειδή η υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια. Οι Ερινύες φοβούνται ότι ο Ορέστης θα αθωωθεί και απειλούν ότι σε περίπτωση τέτοια θα προκαλέσουνε συμφορές στην γη της Αθήνας και ότι ακόμα θα ξεκινήσουν για εκδίκηση ασταμάτητο κύκλο φόνων γονέων από τα παιδιά τους. Η Αθηνά που είχε φύγει για λίγο επιστρέφει και διατάζει να διαλαλήσει ο κήρυκας σύναξη των Αθηναίων, για να ενημερωθούν για την θεσμοθέτηση του νέου δικαστηρίου. Εν τω μεταξύ έφτασε και ο Απόλλων. Η Αθηνά δίνει τελευταία την ψήφο της (υπέρ του Ορέστη) και έτσι ο Ορέστης αθωώνεται μιας και υπέστη ισοψηφία.
Οι Ερινύες γίνονται έξω φρενών και γι'αυτό διαμαρτύρονται άγρια. Η Αθηνά προσπαθεί να καθησυχάσει την Ερινύα που είχε πάρει τον λόγο προηγουμένως τάζοντας της τάματα και θυσίες εκ μέρους των πολιτών για να τις εξευμενίσει ώστε να μην επιφέρουν μίσος στην πολιτεία. Οι Ερινύες Ευμενίδες δέχονται και ηρεμούν.
Το έργο αυτό του Αισχύλου έχει μια μεστή και συναρπαστική δραματική δομή. Πρόκειται για έναν «αγώνα λόγων» φιλοσοφικού, νομικού και κοινωνικού περιεχομένου με πολυσύνθετη δραματουργία. Η δε λύση του με την συμφιλίωση και το ιδιότυπο Αισχύλιο ευτυχές τέλος (happy end) υπέδειξε την ανάγκη συναινετικών διαδικασιών για την λειτουργία της ζωής.
Ήταν γόνος του ευγενούς γαιοκτήμονα Ευφορίωνα, του γένους των Κοδριδών, ενώ παρουσιάστηκε νωρίς στους δραματικούς αγώνες, κατά την 70ή Ολυμπιάδα (499/496 π.Χ.), όταν διαγωνίστηκε εναντίον των δραματικών ποιητών Πρατίνα και του Χοιρίλου. Ήταν Αθηναίος πολίτης που μετείχε στις μάχες κατά των Περσών, ενώ είχε και δυο αδέλφια, που επίσης πολέμησαν στη μάχη του Μαραθώνα, τον Αμυνία και τον Κυναίγειρο. Ο τελευταίος μάλιστα πέθανε στον Μαραθώνα στη προσπάθεια του να κρατήσει με τα χέρια του, καθώς ήταν χειροδύναμος και πιθανότατα παλαιστής, ένα πλοίο των Περσών πριν βγει στα ανοιχτά. Αυτή η συμμετοχή του απηχεί στον θεατρικό και ποιητικό στίβο αυτή ακριβώς την ιστορική στιγμή της πόλεως, την ερμηνεύει ιδεολογικά, πολιτικά και φιλοσοφικά και ερμηνεύεται από αυτήν. Στο έργο του συμπυκνώνεται η έννοια του δικαίου, καθώς και η συνείδηση του ποιητή ως μαχόμενου πολίτη. Σύμφωνα με τον G. Thomson ο Αισχύλος ήταν οπαδός του Πυθαγόρα και τα δράματά του είναι γεμάτα πυθαγόρειες ιδέες. Ο ίδιος θεωρούσε ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Όλα τα προηγούμενα πρέπει να εξετάζονται μαζί με την πιθανή συμμετοχή του στα Ελευσίνια Μυστήρια, στη λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Στην ακμή της ζωής του ταξίδεψε στη Σικελία, στην αυλή του Ιέρωνα, ενός ισχυρού άρχοντα που καλούσε μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του στις Συρακούσες. Εκεί πιθανολογείται ότι παρουσίασε για δεύτερη φορά τους Πέρσες. Ταξίδεψε και δεύτερη φορά στη Σικελία πιθανώς εξαιτίας της διαφωνίας του με το αθηναϊκό κοινό - όπως παρουσιάζεται σε ένα χωρίο στους Βατράχους του Αριστοφάνη. Πέθανε στη Γέλα το 456/455 π.Χ.. Λέγεται ότι σκοτώθηκε όταν δέχτηκε στο κεφάλι του μία χελώνα, την οποία είχε ρίξει από ψηλά ένας αετός, προκειμένου να σπάσει το καβούκι της και μετά να τη φάει. Οι Αθηναίοι εξασφάλισαν την υστεροφημία του μεγάλου δραματικού ποιητή, ψηφίζοντας νόμο σύμφωνα με τον οποίο επιτρεπόταν όποιος ήθελε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό με έργα του Αισχύλου. Οι δύο γιοι του, Ευαίων και Ευφορίων, έγραψαν επίσης τραγωδίες, όπως και ο Φιλοκλής, γιος της αδελφής του. Ο Ευφορίων φέρεται ότι νίκησε μάλιστα και τον πατέρα του και τον Σοφοκλή στους δραματικούς αγώνες.
Όταν πέθανε, ο Αισχύλος, ζήτησε να στηθεί στο τάφο του ένα επίγραμμα που έγραφε:
Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεῦθει
μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας·
ἀλκὴν δ' εὐδόκιμον Mαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι
καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.
Στα νεότερα ελληνικά:
Τον γιο του Ευφορίωνα τον Αθηναίο Αισχύλο
κρύβει νεκρόν το μνήμα αυτό της Γέλας με τα στάρια·
την άξια νιότη του θα ειπεί του Μαραθώνα το άλσος
κι ο Μήδος ο ακούρευτος οπού καλά την ξέρει.
Δραματικοί αγώνες
Από τα επιγραφικά στοιχεία που διαθέτουμε η πρώτη του νίκη στους δραματικούς αγώνες των Μεγάλων Διονυσίων σημειώνεται το 484 π.Χ. και την ακολούθησαν άλλες 12. Στο λεξικό Σουίδα αναφέρονται 28 νίκες, γεγονός που οδηγεί στην υπόθεση ότι έργα του κέρδισαν την πρώτη θέση και μετά θάνατον, εφόσον βέβαια ο αριθμός 28 μας έχει παραδοθεί σωστά. Το 472 π.Χ. πήρε την νίκη στην Αθήνα με το έργο του Πέρσες. Το 468 π.Χ. διαγωνίστηκε με τον Σοφοκλή και πήρε τη δεύτερη θέση, αλλά τον επόμενο χρόνο (467 π.Χ.) νίκησε με τη Θηβαϊκή τριλογία και το 458 π.Χ. με την Ορέστεια.
Καινοτομίες
Η αισχυλική δραματουργία εξελίσσεται από τα πρώιμα στα ωριμότερα σωζόμενα έργα του. Οι καινοτομίες που εφήρμοσε θα μπορούσαν να συνοψισθούν ως εξής:
προσθήκη του δεύτερου υποκριτή (δευτεραγωνιστή),
μείωση των χορικών
έξαρση του λόγου
σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχόμενου,
Όλες αυτές οι διαφοροποιήσεις από την πρώιμη γραφή του οδήγησαν στην τελική ποιητική του περίοδο, η οποία αποτυπώνεται στη μνημειώδη Ορέστεια.
ΟΡΕΣΤΕΙΑ
Η Ορέστεια είναι τριλογία από αρχαίες Ελληνικές τραγωδίες, γραμμένες από τον τραγικό ποιητή Αισχύλο και παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά το 458 π.Χ. στη γιορτή των Διονυσίων. Αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Ευμενίδες» και «Χοηφόροι», ενώ είναι η μόνη αρχαία σωζόμενη τριλογία.
1.ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Τραγωδία του Αισχύλου, στην οποία περιγράφεται η επιστροφή του νικητή στρατηλάτη των Ελλήνων και η δολοφονία του από τη γυναίκα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Αποτελεί το πρώτο έργο της «Ορέστειας» (458 π.Χ.), της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
2.ΧΟΗΦΟΡΟΙ
Η τραγωδία «Χοηφόροι» ή «Χοηφόρες» του Αισχύλου αποτελεί το δεύτερο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
Αφηγείται τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου από τον Ορέστη. Ο Ορέστης, συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του.
Όταν φθάνει ο χορός των Χοηφόρων ακολουθούμενος από την αδελφή του Ηλέκτρα, κρύβεται και αφού παρακολουθήσει τις σπονδές, αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Αμέσως, θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του, έχοντας τη συμπαράσταση της αδελφής του και του χορού. Ζητά φιλοξενία στο ανάκτορο του πατέρα του, προσποιούμενος τον ξένο, και αναγγέλλει αρχικά τον δήθεν θάνατο του Ορέστη.
Στη συνέχεια, o Ορέστης παίρνει την εκδίκησή του, σκοτώνοντας πρώτα τον Αίγισθο και έπειτα την μητέρα του την Κλυταιμνήστρα. Ο χορός, μετά την μητροκτονία συμπαραστέκεται στα δύο αδέλφια, στον Ορέστη και στην Ηλέκτρα και προαναγγέλλει την κάθαρση του οίκου των Ατρειδών. Ο Ορέστης καταδιωκόμενος από τις Ερινύες καταφεύγει στους Δελφούς όπου προσπέφτει ικέτης στο ιερό του Απόλλωνα, με τον χορό να τον κατευοδώνει με ευχές.
3.ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ
Η τραγωδία «Ευμενίδες» του Αισχύλου αποτελεί το τρίτο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.
Στο έργο του αυτό, ο Αισχύλος καταφέρνει να μετατρέψει την φυσιογνωμία των Ερινύων που ήταν θεότητες τρομερές και εκδικητικές και να τις κάνει πιο προσιτές στις εγκλήσεις του λαού μιας και μας δίνει την δυνατότητα μέσω έγκλησης να απευθυνθούμε σ'αυτές και να τις παρακαλέσουμε για επιείκεια.
Ο Ορέστης έχει καταφύγει ικέτης στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς μετά τον φόνο του Αίγιστου και της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Η «προφήτις», ιέρεια του μαντείου των Δελφών μιλάει πρώτη και αναφέρεται στην ιστορία του ναού. Η μάντισσα αποσύρεται και ο Ορέστης ζητάει την προστασία του θεού. Ο Απόλλων του δίνει τη συμβουλή να φύγει όσο οι Ερινύες ακόμα κοιμούνται, ενώ ζητάει από τον Ερμή να συνοδέψει τον Ορέστη στο ταξίδι του για την Αθήνα. Ο Απόλλων, ο Ερμής και ο Ορέστης εξέρχονται του ναού του Απόλλωνος. Ο Απόλλων λέει στον Ορέστη, ότι στους εχθρούς του ποτέ δεν θα φανεί φίλος. Υποστηρίζει τον Ορέστη στην πρόθεσή του να εκδικηθεί τον πατέρα του. «Διότι, εγώ σου είπα να σκοτώσεις την μητέρα σου» του λέει.
Μέσα στον ναό οι Ευμενίδες ακόμα κοιμούνται, ενώ η σκιά φάντασμα της Κλυταιμνήστρας κάνει την εμφάνισή της. Η Κλυταιμνήστρα κατηγορεί τις Ερινύες ότι μένουν αμέτοχες, και ζητάει εκδίκηση επειδή αυτή μεν τιμωρήθηκε για την δολοφονία του Αγαμέμνονα, ο Ορέστης δε μένει ατιμώρητος για τη δολοφονία της μητρός του. Οι Ευμενίδες ξυπνούν και ρίχνουν τα βάρη στον Απόλλωνα, αυτός όμως υπερασπίζεται τον Ορέστη και υποστηρίζει το δίκιο του. Δεν μπορεί όμως να τις καθησυχάσει, και έτσι αυτές κυνηγούνε να πιάσουν τον Ορέστη για να τον ξεσκίσουν. Ο Απόλλων τις πετάει έξω από τον ναό για να συνεχίσει τον καυγά στον δρόμο. Η έντονη συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους θεσμούς και τα θέματα του Δικαίου, του Άδικου, της Εκδίκησης καθώς και του Γάμου.
Ο Ορέστης εν τω μεταξύ φθάνοντας στην ακρόπολη ζητάει καταφύγιο στην θεά Αθηνά η οποία προς στιγμήν δεν παρευρίσκεται και της ζητάει να τον δικάσει. Οι Ερινύες τον καταδιώκουν ακόμα και κει. Ο Ορέστης αγκαλιάζοντας το άγαλμα της θεάς την παρακαλεί να τον συγχωρήσει και να τον απαλλάξει από την ενοχή του. Η Αθηνά αν και βρίσκεται πολύ μακρυά (στην Τροία για να ακριβολογούμε) εισακούει την έγκληση του Ορέστη και παρουσιάζεται. Βάζει τις δυο πλευρές να πάρουν θέση για να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους. Μία από τις Ερινύες αναλαμβάνει την κατηγορία. Μετά ο Ορέστης διηγείται την ιστορία της ζωής του και την πράξη της μητροκτονίας. Η Αθηνά αποφασίζει να γίνει ψηφοφορία, επειδή η υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια. Οι Ερινύες φοβούνται ότι ο Ορέστης θα αθωωθεί και απειλούν ότι σε περίπτωση τέτοια θα προκαλέσουνε συμφορές στην γη της Αθήνας και ότι ακόμα θα ξεκινήσουν για εκδίκηση ασταμάτητο κύκλο φόνων γονέων από τα παιδιά τους. Η Αθηνά που είχε φύγει για λίγο επιστρέφει και διατάζει να διαλαλήσει ο κήρυκας σύναξη των Αθηναίων, για να ενημερωθούν για την θεσμοθέτηση του νέου δικαστηρίου. Εν τω μεταξύ έφτασε και ο Απόλλων. Η Αθηνά δίνει τελευταία την ψήφο της (υπέρ του Ορέστη) και έτσι ο Ορέστης αθωώνεται μιας και υπέστη ισοψηφία.
Οι Ερινύες γίνονται έξω φρενών και γι'αυτό διαμαρτύρονται άγρια. Η Αθηνά προσπαθεί να καθησυχάσει την Ερινύα που είχε πάρει τον λόγο προηγουμένως τάζοντας της τάματα και θυσίες εκ μέρους των πολιτών για να τις εξευμενίσει ώστε να μην επιφέρουν μίσος στην πολιτεία. Οι Ερινύες Ευμενίδες δέχονται και ηρεμούν.
Το έργο αυτό του Αισχύλου έχει μια μεστή και συναρπαστική δραματική δομή. Πρόκειται για έναν «αγώνα λόγων» φιλοσοφικού, νομικού και κοινωνικού περιεχομένου με πολυσύνθετη δραματουργία. Η δε λύση του με την συμφιλίωση και το ιδιότυπο Αισχύλιο ευτυχές τέλος (happy end) υπέδειξε την ανάγκη συναινετικών διαδικασιών για την λειτουργία της ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου