Ο Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός γεννήθηκε το 331 στην Κωνσταντινούπολη.
Ο πατέρας του Ιούλιος Κωνστάντιος ήταν ετεροθαλής αδελφός του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Η μητέρα του Βασιλίνα, που καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια πέθανε πέντε μήνες μετά τη γέννησή του, ενώ ο πατέρας του δολοφονήθηκε τρεις μήνες μετά το θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όταν ο Ιουλιανός ήταν έξι ετών . Από πολύ μικρή ηλικία η εκπαίδευση του Ιουλιανού είχε ανατεθεί στον επίσκοπο Νικομήδειας Ευσέβιο, ο οποίος μάλιστα ήταν και συγγενής του από τη μητέρα τους. Αυτός τον εισήγαγε στη μελέτη των Αγίων Γραφών.
Μετά τα επτά του χρόνια ανέλαβε την εκπαίδευσή του ο σοφότατος ευνούχος Μαρδόνιος, ο οποίος ήταν παιδαγωγός και της μητέρας του και υπήρξε βαθύτατος γνώστης της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας. Μετά το θάνατο του Ευσεβίου (το 342) ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος, ο οποίος συνεχώς υποπτευόταν τα δύο εξαδέλφια του ότι είχαν βλέψεις στο θρόνο, τα έκλεισε στο φρούριο Μάκελλο της Καππαδοκίας όπου τα παρακολουθούσαν σε κάθε βήμα τους άνθρωποί του.
Εκεί ο Ιουλιανός, όπως διηγείται ο ίδιος, πέρασε τα χειρότερα χρόνια της ζωής του μέσα στη στέρηση της ελευθερίας και στην απομόνωση. Έξι χρόνια διήρκεσε αυτή η κράτηση κατά τα οποία ο Ιουλιανός επιδόθηκε αποκλειστικά στη μελέτη των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και των Γραφών.
Το 347 μετά από άδεια του αυτοκράτορα Κωνστάντιου επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε μαθητής του γραμματικού Νικοκλέους.
Στη συνέχεια ο φιλύποπτος Κωνστάντιος τον απομακρύνει και πάλι από την πρωτεύουσα και τον στέλνει στη Νικομήδεια. Τότε ο νεαρός Ιουλιανός δέχτηκε την επίδραση του φιλοσόφου Λιβανίου και το 352 μυήθηκε από το φιλόσοφο Μάξιμο τον Εφέσιο στη λατρεία του Ηλίου. Το εντυπωσιακό είναι ότι παράλληλα με τη μύηση του αυτή ασκούσε κανονικά και τα χριστιανικά του καθήκοντα.
Το 351 ανακηρύχθηκε από τον Κωνστάντιο Καίσαρ της Ανατολής (Μικρά Ασία, Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτος) ο αδελφός του Ιουλιανού Γάλλος (351-354). Ο αδελφός του Ιουλιανού έπεσε στη δυσμένεια του Κωνστάντιου και δολοφονήθηκε το 354. Στη δυσμένεια του αυτοκράτορα έπεσε και ο ίδιος ο Ιουλιανός ο οποίος φυλακίστηκε και κινδύνευσε να θανατωθεί, αλλά σώθηκε με την επέμβαση της αυτοκράτειρας Ευσεβίας, συζύγου του Κωνστάντιου, η οποία τον συμπαθούσε και τον βοήθησε κατά την κρίσιμη εκείνη στιγμή.
Σαν αυτοκράτορας έκανε σοβαρές στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις, ριζικές αλλαγές στην Αυλή, μεταβολές στα υψηλά αξιώματα της Πολιτείας ενώ προσπάθησε να ενοποιήσει τον εθνικό κλήρο με τη δημιουργία ιεραρχικής τάξης, σύμφωνα με τους τύπους της χριστιανικής Εκκλησίας και για την ηθική εξύψωση του κλήρου ίδρυσε ιεροδιδασκαλεία και φροντιστήρια.
Τον Ιούνιο του 362 αναχωρεί με το στρατό για την Αντιόχεια σε πόλεμο κατά των Περσών. Επειδή όμως, ο εχθρός απέφευγε τη μάχη, διέταξε την επιστροφή και στις 26 Ιουνίου του 363 σε κάποια αψιμαχία χτυπήθηκε από εχθρικό βέλος.
Ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός έζησε στο τέλος της Ρωμαϊκής παρακμής, σε μία εποχή κοινωνικού φανατισμού κατά την οποία ο χριστιανισμός απομακρύνθηκε από τις ηθικές βάσεις του περνώντας στις μάζες του λαού που γίνεται όχλος και αδιαφορώντας για την κατανόηση κάθε διδασκαλίας, του αρκούσε να επιβάλλει την νέα μόδα στο περιβάλλον του, με ασέβεια, βία και αναίδεια, απελευθερώνοντας από μέσα του τη ψυχολογική καταπίεση ανακατεμένη με τα πρωταρχικά ζωώδη ένστικτα.
Η παρακμή έχει εξαθλιώσει τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να επιζητούν μια δικαιότερη κατάσταση πραγμάτων στα διδάγματα της νέας θρησκείας, ενώ παράλληλα, στη κοινή συνείδηση, οι μέχρι τότε σταθερές ηθικές αξίες έχουν απαξιωθεί χάνοντας τις έννοιες τους.
Πρωτοπόροι στη νέα τάση, ήταν οι νέοι της εποχής, που περιφρονούν τους πάντες και αδιαφορούν για τις πατροπαράδοτες συνήθειες. Αν και δεν έχουν καταλάβει τα ιδανικά της νέας θρησκείας, αρνούνται όμως την αναβίωση της αρχαίας πίστης.
Τα ιστορικά γεγονότα που είχαν προηγηθεί και είχαν γίνει αιτίες αυτής της παρακμής για τον αποκαλούμενο Δυτικό πολιτισμό, ήταν η διάσπαση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον Κωνσταντίνο τον «Μεγάλο» και το διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδόσιου με το οποίο διέταξε να κλείσουν οι παλιοί μυητικοί ναοί, τα Ελληνικά και Ελληνιστικά Πανεπιστήμια και κέντρα ρητορικής και να κατεδαφιστούν τα καλλιτεχνικά εργαστήρια. Με τον τρόπο αυτό έσπασε η σπονδυλική στήλη εκπαίδευσης και μόρφωσης, που ένωνε τόσα εκατομμύρια ανθρώπους σε τρείς ηπείρους. Το αποτέλεσμα τέτοιων εφαρμογών είναι πάντα η άγνοια, ο σκοταδισμός, ο φανατισμός και η τρομοκρατία.
Οι αγνές και ηθικές διδασκαλίες του Χριστού είχαν γίνει υποχείριο στα χέρια των πολιτικών και των στρατιωτικών της εποχής για να κινήσουν το πάθος στις μάζες και να πολεμήσουν εξασφαλίζοντας τα συμφέροντα των ισχυρών.
Μετά το πέρας των πολέμων, τα ένστικτα εξαπολύθηκαν ενάντια στα αρχαία μνημεία, τους ναούς και τα πανεπιστήμια, έτσι ώστε να καταπατηθεί το πνεύμα των προηγούμενων μυστών και φιλοσόφων και να αναστηλώσουν στη θέση του, το νέο ιδεώδες του χριστιανισμού. Αλλά χωρίς μόρφωση δεν ήξεραν τι να το κάνουν. Σαν φυσική ιστορική εξέλιξη τέτοιων πράξεων υπήρξε ο κατοπινός Μεσαίωνας.
Ο αυτοκράτορας όρισε νέο τόπο διαμονής (στην πραγματικότητα εξορίας) του Ιουλιανού την Αθήνα (αρχές του 355). Δεν ήταν δυνατό να φανταστεί μεγαλύτερη χαρά από το να ευρεθεί στην πόλη της παλλάδας Αθηνάς στην πολυαγαπημένη του πόλη, όπως την χαρακτηρίζει.
Εκεί παρακολούθησε μαθήματα Ρητορικής και Φιλοσοφίας στη Σχολή του χριστιανού ρήτορα Προαιρεσίου. Επίσης στην Αθήνα είχε δύο εξαιρετικούς συμμαθητές από την Καππαδοκία, τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο, τους οποίους συναναστρεφόταν και συζητούσε μαζί τους φιλοσοφικά και θεολογικά θέματα.
Ο Ιουλιανός ως συγγραφέας και ως φιλόσοφος.
Yπήρξε ένας πολύ παραγωγικός συγγραφέας και ένας αρκετά σημαντικός στοχαστής. Όλα του τα έργα τα έγραψε στην ελληνική γλώσσα την οποία είχε ως μητρική γλώσσα παρά το γεγονός ότι δεν ήταν φυλετικά Έλληνας παρά μόνο, ψυχικά και πνευματικά. Το πρώτο από τα έργα του, που διασώθηκαν είναι το«Εγκώμιον εις τον αυτοκράτορα Κωνστάντιον», το οποίο έγραψε το 355 όταν αναγορεύθηκε Καίσαρας.
Σεμνός και ταπεινόφρων, προτιμούσε τη φιλοσοφία και τα αγαπημένα του βιβλία από τα αυτοκρατορικά μεγαλεία και παρά το γεγονός ότι δέχτηκε την απόφαση του στρατού και του λαού διατυπώνει τις αμφιβολίες του αν αξίζει να στεφθεί αυτοκράτορας, σε επιστολή «Προς τον φιλόσοφο Θεμίστιον»
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γαλατία έγραψε τα : «Ευσεβίας της Βασιλίδος εγκώμιον», «Περί των του αυτοκράτορος πράξεων ή περί βασιλείας», «Παραμυθητικός εις εαυτόν, επί τη εξόδω του αγαθωτάτου Σαλλουστίου» και άλλα. Στο διάστημα που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη ως αυτοκράτορας έγραψε τα εξής: «Εις τον Βασιλέα Ήλιον», «Κρόνια» (δεν σώζονται), «Λόγος εις απαιδεύτους κύνας», «Προς Ηράκλειον κυνικόν». Στο τελευταίο διάστημα της ζωής του στην Αντιόχεια έγραψε: «Εις την μητέρα των Θεών», και «Αντιοχικός η Μισοπώγων».
Έγραψε επίσης και ένα έργο κατά των Χριστιανών το «Κατά Γαλιλαίων» από το οποίο σώζονται λίγα αποσπάσματα. Επίσης έγραψε και πάρα πολλές επιστολές εκ των οποίων σώζονται λίγες. Αυτές προσφέρουν σπουδαιότατα ψυχολογικά στοιχεία στο μελετητή. Σ’ αυτές εμφανίζεται ο άνθρωπος Ιουλιανός απαλλαγμένος τόσο από το λογοτεχνικό φόρτο της εποχής του όσο και από τις συμβατικότητες του αξιώματός του.
Η φιλοσοφία του Ιουλιανού δεν παρουσιάζει πρωτοτυπία. Ως φιλόσοφος είναι νεοπλατωνικός, επηρεασμένος από τον Ιάμβλιχο. Επίσης η θεολογική φιλοσοφία του εμπνέεται από τη μυστικοπάθεια των ανατολικών θρησκειών της εποχής του. Ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να μας συγκινεί η ευγένεια της ψυχής του και η ηθική του ακεραιότητα.
Ο θάνατος του Ιουλιανού (363).
Ο Ιουλιανός πέρασε τις τελευταίες του στιγμές περιτριγυρισμένος από φίλους του φιλοσόφους με τους οποίους συζήτησε για την αθανασία και την ευγένεια της ψυχής, όπως ο Σωκράτης. Ο φιλόσοφος αυτοκράτορας έφυγε από τη ζωή με την πεποίθηση ότι από το χειρότερο πηγαίνει προς το καλύτερο και με τη χαρά ότι θα βρεθεί κοντά στο θεϊκό Πλάτωνα στο Σωκράτη και στον Πυθαγόρα που τόσο πολύ τους αγάπησε στη ζωή του.
Η σορός του μεταφέρθηκε και τάφηκε ύστερα από δύο μήνες στην Ταρσό.
Έτσι πέθανε στα τριαντατρία του χρόνια ο αυτοκράτορας Ιουλιανός «μια από τις πιο προικισμένες ευγενείς και αξιολάτρευτες μορφές της παγκόσμιας ιστορίας».
Μετά το θάνατο του Ιουλιανού οι χριστιανοί κατέκτησαν την εξουσία και η Ρωμαική αυτοκρατορία διαμελίστηκε στη Δύση με πρωτεύουσα τη Ρώμη και στην Ανατολή με πρωτεύουσα το Βυζάντιο. Η Δυτική αυτοκρατορία έπεσε τον 5ο αι. κατεστραμμένη από τους βαρβάρους ενώ η Ανατολική επέζησε σαν φεουδαρχικό κράτος μέχρι το 1453 κατά την Τουρκική εισβολή του 15ου αι.
Σεμνός και ταπεινόφρων, προτιμούσε τη φιλοσοφία και τα αγαπημένα του βιβλία από τα αυτοκρατορικά μεγαλεία και παρά το γεγονός ότι δέχτηκε την απόφαση του στρατού και του λαού διατυπώνει τις αμφιβολίες του αν αξίζει να στεφθεί αυτοκράτορας, σε επιστολή «Προς τον φιλόσοφο Θεμίστιον»
....Δεν είναι ούτε για να αποφύγω τους κόπους ούτε για να χαρώ τις απολαύσεις ούτε γιατί μ΄αρέσει η απραξία και η τεμπελιά, που δεν θέλω να ανακατευτώ στη πολιτική ζωή. Αλλά όπως το είπα εξ΄αρχής, ούτε την ανάλογη μόρφωση αισθάνομαι ότι έχω ούτε και τα φυσικά προσόντα κι επιπλέον, παρ΄όλη την αγάπη μου για τη φιλοσοφία, δεν έχω φθάσει ως αυτήν και φοβούμαι μήπως τη δυσφημίσω στους ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν κιόλας τόσο καλή ιδέα γι΄αυτήν....
Ο πατέρας του Ιούλιος Κωνστάντιος ήταν ετεροθαλής αδελφός του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Η μητέρα του Βασιλίνα, που καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια πέθανε πέντε μήνες μετά τη γέννησή του, ενώ ο πατέρας του δολοφονήθηκε τρεις μήνες μετά το θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όταν ο Ιουλιανός ήταν έξι ετών . Από πολύ μικρή ηλικία η εκπαίδευση του Ιουλιανού είχε ανατεθεί στον επίσκοπο Νικομήδειας Ευσέβιο, ο οποίος μάλιστα ήταν και συγγενής του από τη μητέρα τους. Αυτός τον εισήγαγε στη μελέτη των Αγίων Γραφών.
Μετά τα επτά του χρόνια ανέλαβε την εκπαίδευσή του ο σοφότατος ευνούχος Μαρδόνιος, ο οποίος ήταν παιδαγωγός και της μητέρας του και υπήρξε βαθύτατος γνώστης της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας. Μετά το θάνατο του Ευσεβίου (το 342) ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος, ο οποίος συνεχώς υποπτευόταν τα δύο εξαδέλφια του ότι είχαν βλέψεις στο θρόνο, τα έκλεισε στο φρούριο Μάκελλο της Καππαδοκίας όπου τα παρακολουθούσαν σε κάθε βήμα τους άνθρωποί του.
Εκεί ο Ιουλιανός, όπως διηγείται ο ίδιος, πέρασε τα χειρότερα χρόνια της ζωής του μέσα στη στέρηση της ελευθερίας και στην απομόνωση. Έξι χρόνια διήρκεσε αυτή η κράτηση κατά τα οποία ο Ιουλιανός επιδόθηκε αποκλειστικά στη μελέτη των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και των Γραφών.
Το 347 μετά από άδεια του αυτοκράτορα Κωνστάντιου επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε μαθητής του γραμματικού Νικοκλέους.
Στη συνέχεια ο φιλύποπτος Κωνστάντιος τον απομακρύνει και πάλι από την πρωτεύουσα και τον στέλνει στη Νικομήδεια. Τότε ο νεαρός Ιουλιανός δέχτηκε την επίδραση του φιλοσόφου Λιβανίου και το 352 μυήθηκε από το φιλόσοφο Μάξιμο τον Εφέσιο στη λατρεία του Ηλίου. Το εντυπωσιακό είναι ότι παράλληλα με τη μύηση του αυτή ασκούσε κανονικά και τα χριστιανικά του καθήκοντα.
Το 351 ανακηρύχθηκε από τον Κωνστάντιο Καίσαρ της Ανατολής (Μικρά Ασία, Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτος) ο αδελφός του Ιουλιανού Γάλλος (351-354). Ο αδελφός του Ιουλιανού έπεσε στη δυσμένεια του Κωνστάντιου και δολοφονήθηκε το 354. Στη δυσμένεια του αυτοκράτορα έπεσε και ο ίδιος ο Ιουλιανός ο οποίος φυλακίστηκε και κινδύνευσε να θανατωθεί, αλλά σώθηκε με την επέμβαση της αυτοκράτειρας Ευσεβίας, συζύγου του Κωνστάντιου, η οποία τον συμπαθούσε και τον βοήθησε κατά την κρίσιμη εκείνη στιγμή.
Σαν αυτοκράτορας έκανε σοβαρές στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις, ριζικές αλλαγές στην Αυλή, μεταβολές στα υψηλά αξιώματα της Πολιτείας ενώ προσπάθησε να ενοποιήσει τον εθνικό κλήρο με τη δημιουργία ιεραρχικής τάξης, σύμφωνα με τους τύπους της χριστιανικής Εκκλησίας και για την ηθική εξύψωση του κλήρου ίδρυσε ιεροδιδασκαλεία και φροντιστήρια.
Τον Ιούνιο του 362 αναχωρεί με το στρατό για την Αντιόχεια σε πόλεμο κατά των Περσών. Επειδή όμως, ο εχθρός απέφευγε τη μάχη, διέταξε την επιστροφή και στις 26 Ιουνίου του 363 σε κάποια αψιμαχία χτυπήθηκε από εχθρικό βέλος.
Ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός έζησε στο τέλος της Ρωμαϊκής παρακμής, σε μία εποχή κοινωνικού φανατισμού κατά την οποία ο χριστιανισμός απομακρύνθηκε από τις ηθικές βάσεις του περνώντας στις μάζες του λαού που γίνεται όχλος και αδιαφορώντας για την κατανόηση κάθε διδασκαλίας, του αρκούσε να επιβάλλει την νέα μόδα στο περιβάλλον του, με ασέβεια, βία και αναίδεια, απελευθερώνοντας από μέσα του τη ψυχολογική καταπίεση ανακατεμένη με τα πρωταρχικά ζωώδη ένστικτα.
Η παρακμή έχει εξαθλιώσει τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να επιζητούν μια δικαιότερη κατάσταση πραγμάτων στα διδάγματα της νέας θρησκείας, ενώ παράλληλα, στη κοινή συνείδηση, οι μέχρι τότε σταθερές ηθικές αξίες έχουν απαξιωθεί χάνοντας τις έννοιες τους.
Πρωτοπόροι στη νέα τάση, ήταν οι νέοι της εποχής, που περιφρονούν τους πάντες και αδιαφορούν για τις πατροπαράδοτες συνήθειες. Αν και δεν έχουν καταλάβει τα ιδανικά της νέας θρησκείας, αρνούνται όμως την αναβίωση της αρχαίας πίστης.
Τα ιστορικά γεγονότα που είχαν προηγηθεί και είχαν γίνει αιτίες αυτής της παρακμής για τον αποκαλούμενο Δυτικό πολιτισμό, ήταν η διάσπαση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον Κωνσταντίνο τον «Μεγάλο» και το διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδόσιου με το οποίο διέταξε να κλείσουν οι παλιοί μυητικοί ναοί, τα Ελληνικά και Ελληνιστικά Πανεπιστήμια και κέντρα ρητορικής και να κατεδαφιστούν τα καλλιτεχνικά εργαστήρια. Με τον τρόπο αυτό έσπασε η σπονδυλική στήλη εκπαίδευσης και μόρφωσης, που ένωνε τόσα εκατομμύρια ανθρώπους σε τρείς ηπείρους. Το αποτέλεσμα τέτοιων εφαρμογών είναι πάντα η άγνοια, ο σκοταδισμός, ο φανατισμός και η τρομοκρατία.
Οι αγνές και ηθικές διδασκαλίες του Χριστού είχαν γίνει υποχείριο στα χέρια των πολιτικών και των στρατιωτικών της εποχής για να κινήσουν το πάθος στις μάζες και να πολεμήσουν εξασφαλίζοντας τα συμφέροντα των ισχυρών.
Μετά το πέρας των πολέμων, τα ένστικτα εξαπολύθηκαν ενάντια στα αρχαία μνημεία, τους ναούς και τα πανεπιστήμια, έτσι ώστε να καταπατηθεί το πνεύμα των προηγούμενων μυστών και φιλοσόφων και να αναστηλώσουν στη θέση του, το νέο ιδεώδες του χριστιανισμού. Αλλά χωρίς μόρφωση δεν ήξεραν τι να το κάνουν. Σαν φυσική ιστορική εξέλιξη τέτοιων πράξεων υπήρξε ο κατοπινός Μεσαίωνας.
Ο αυτοκράτορας όρισε νέο τόπο διαμονής (στην πραγματικότητα εξορίας) του Ιουλιανού την Αθήνα (αρχές του 355). Δεν ήταν δυνατό να φανταστεί μεγαλύτερη χαρά από το να ευρεθεί στην πόλη της παλλάδας Αθηνάς στην πολυαγαπημένη του πόλη, όπως την χαρακτηρίζει.
Εκεί παρακολούθησε μαθήματα Ρητορικής και Φιλοσοφίας στη Σχολή του χριστιανού ρήτορα Προαιρεσίου. Επίσης στην Αθήνα είχε δύο εξαιρετικούς συμμαθητές από την Καππαδοκία, τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο, τους οποίους συναναστρεφόταν και συζητούσε μαζί τους φιλοσοφικά και θεολογικά θέματα.
Ο Ιουλιανός ως συγγραφέας και ως φιλόσοφος.
Yπήρξε ένας πολύ παραγωγικός συγγραφέας και ένας αρκετά σημαντικός στοχαστής. Όλα του τα έργα τα έγραψε στην ελληνική γλώσσα την οποία είχε ως μητρική γλώσσα παρά το γεγονός ότι δεν ήταν φυλετικά Έλληνας παρά μόνο, ψυχικά και πνευματικά. Το πρώτο από τα έργα του, που διασώθηκαν είναι το«Εγκώμιον εις τον αυτοκράτορα Κωνστάντιον», το οποίο έγραψε το 355 όταν αναγορεύθηκε Καίσαρας.
Σεμνός και ταπεινόφρων, προτιμούσε τη φιλοσοφία και τα αγαπημένα του βιβλία από τα αυτοκρατορικά μεγαλεία και παρά το γεγονός ότι δέχτηκε την απόφαση του στρατού και του λαού διατυπώνει τις αμφιβολίες του αν αξίζει να στεφθεί αυτοκράτορας, σε επιστολή «Προς τον φιλόσοφο Θεμίστιον»
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γαλατία έγραψε τα : «Ευσεβίας της Βασιλίδος εγκώμιον», «Περί των του αυτοκράτορος πράξεων ή περί βασιλείας», «Παραμυθητικός εις εαυτόν, επί τη εξόδω του αγαθωτάτου Σαλλουστίου» και άλλα. Στο διάστημα που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη ως αυτοκράτορας έγραψε τα εξής: «Εις τον Βασιλέα Ήλιον», «Κρόνια» (δεν σώζονται), «Λόγος εις απαιδεύτους κύνας», «Προς Ηράκλειον κυνικόν». Στο τελευταίο διάστημα της ζωής του στην Αντιόχεια έγραψε: «Εις την μητέρα των Θεών», και «Αντιοχικός η Μισοπώγων».
Έγραψε επίσης και ένα έργο κατά των Χριστιανών το «Κατά Γαλιλαίων» από το οποίο σώζονται λίγα αποσπάσματα. Επίσης έγραψε και πάρα πολλές επιστολές εκ των οποίων σώζονται λίγες. Αυτές προσφέρουν σπουδαιότατα ψυχολογικά στοιχεία στο μελετητή. Σ’ αυτές εμφανίζεται ο άνθρωπος Ιουλιανός απαλλαγμένος τόσο από το λογοτεχνικό φόρτο της εποχής του όσο και από τις συμβατικότητες του αξιώματός του.
Η φιλοσοφία του Ιουλιανού δεν παρουσιάζει πρωτοτυπία. Ως φιλόσοφος είναι νεοπλατωνικός, επηρεασμένος από τον Ιάμβλιχο. Επίσης η θεολογική φιλοσοφία του εμπνέεται από τη μυστικοπάθεια των ανατολικών θρησκειών της εποχής του. Ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να μας συγκινεί η ευγένεια της ψυχής του και η ηθική του ακεραιότητα.
Ο θάνατος του Ιουλιανού (363).
Ο Ιουλιανός πέρασε τις τελευταίες του στιγμές περιτριγυρισμένος από φίλους του φιλοσόφους με τους οποίους συζήτησε για την αθανασία και την ευγένεια της ψυχής, όπως ο Σωκράτης. Ο φιλόσοφος αυτοκράτορας έφυγε από τη ζωή με την πεποίθηση ότι από το χειρότερο πηγαίνει προς το καλύτερο και με τη χαρά ότι θα βρεθεί κοντά στο θεϊκό Πλάτωνα στο Σωκράτη και στον Πυθαγόρα που τόσο πολύ τους αγάπησε στη ζωή του.
Η σορός του μεταφέρθηκε και τάφηκε ύστερα από δύο μήνες στην Ταρσό.
Έτσι πέθανε στα τριαντατρία του χρόνια ο αυτοκράτορας Ιουλιανός «μια από τις πιο προικισμένες ευγενείς και αξιολάτρευτες μορφές της παγκόσμιας ιστορίας».
Μετά το θάνατο του Ιουλιανού οι χριστιανοί κατέκτησαν την εξουσία και η Ρωμαική αυτοκρατορία διαμελίστηκε στη Δύση με πρωτεύουσα τη Ρώμη και στην Ανατολή με πρωτεύουσα το Βυζάντιο. Η Δυτική αυτοκρατορία έπεσε τον 5ο αι. κατεστραμμένη από τους βαρβάρους ενώ η Ανατολική επέζησε σαν φεουδαρχικό κράτος μέχρι το 1453 κατά την Τουρκική εισβολή του 15ου αι.
Σεμνός και ταπεινόφρων, προτιμούσε τη φιλοσοφία και τα αγαπημένα του βιβλία από τα αυτοκρατορικά μεγαλεία και παρά το γεγονός ότι δέχτηκε την απόφαση του στρατού και του λαού διατυπώνει τις αμφιβολίες του αν αξίζει να στεφθεί αυτοκράτορας, σε επιστολή «Προς τον φιλόσοφο Θεμίστιον»
....Δεν είναι ούτε για να αποφύγω τους κόπους ούτε για να χαρώ τις απολαύσεις ούτε γιατί μ΄αρέσει η απραξία και η τεμπελιά, που δεν θέλω να ανακατευτώ στη πολιτική ζωή. Αλλά όπως το είπα εξ΄αρχής, ούτε την ανάλογη μόρφωση αισθάνομαι ότι έχω ούτε και τα φυσικά προσόντα κι επιπλέον, παρ΄όλη την αγάπη μου για τη φιλοσοφία, δεν έχω φθάσει ως αυτήν και φοβούμαι μήπως τη δυσφημίσω στους ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν κιόλας τόσο καλή ιδέα γι΄αυτήν....
1 σχόλιο:
ανέβασε και το «Κατά Γαλιλαίων» έχει πολύ ενδιαφέρων....
Δημοσίευση σχολίου