Έρως ανίκατε μάχαν,
Έρως, ός εν κτήμασι πίπτεις,
ός εν μαλακαίς παρειαίς
νεάνιδος εννυχεύεις,
φοιτάς δ' υπερπόντιος
εν τ' αγρονόμοις αυλαίς·
καί σ' ούτ' αθανάτων φύξιμος ουδείς
ούθ' αμερίων σέ γ' ανθρώπων.
Ο δ' έχων μέμηνεν.
Σύ καί δικαίων αδίκους
φρένας παρασπάς επί λώβα,
σύ καί τόδε νείκος ανδρών
ξύναιμον έχεις ταράξας·
νικά δ' εναργής βλεφάρων
ίμερος ευλέκτρου νύμφας,
τών μεγάλων πάρεδρος
εν αρχαίς θεσμών.
'Αμαχος γάρ εμπαίζει Θεός, Αφροδίτα.
Νυν δ' ήδη 'γώ κ'αυτός θεσμών
έξω φέρομαι τάδ' ορών ίσχειν δ'
ουκέτι πηγάς δύναμαι δάκρυ
τόν παγκοίτην όθ' ορώ θάλαμον
τήνδ' Αντιγόνην ανύτουσαν.
και σε μετάφραση...
Έρωτα, ανίκητε σε κάθε μάχη,
συ που κυριαρχείς όπου κι αν πατήσεις,
συ που ξενυχτάς τα κορίτσια
με τα τρυφερά μάγουλα,
που δρασκελάς πάν' από θάλασσες
και τρυπώνεις στους κήπους,
κανείς δε γλυτώνει από 'σε,
μήτε Θεός μήτε θνητός.
Όποιον αγγίξεις, τονε παλαβώνεις.
Συ, άνθρωπο φρόνιμον εξωθείς
στ' αδικο και στο χαμό,
συ π' άναβεις ταραχή κι αμάχη
ανάμεσα σε γιο και πατέρα,
νικά πόθος και λαχταρα για τη γλυκομάτα νύφη,
κόντρα σ' όλους τους μεγάλους νόμους.
Σαν ατάραχος Θεός τους περγελάς, ω Αφροδίτη.
Ήδη τώρα κι εγώ παρανομώ
που δε μπορώ να κρατήσω τα δάκρυα,
βλέποντας τη δύστυχη Αντιγόνη
να τη σέρνουν άκαιρα στον τάφο
που μέσα του μια μέρα όλοι θα μπούμε.
Στην ελληνική μυθολογία ο Έρωτας ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης. Συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη. Ο Έρωτας, όπως υποστηρίζει ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη, ήταν ανίκητος. Σύμφωνα με τον μύθο, όταν χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα.
Σύμφωνα με την ορφική διδασκαλία, ο Έρωτας προήλθε από το «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους. Υπέρ μιας κοσμογονικής καταγωγής του τίθεται και ο Ησίοδος στη Θεογονία, καθώς αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος μαζί με τη Γαία, στοιχεία επίσης χωρίς γεννήτορες.
Στη μεταομηρική μυθολογία παρουσιάζονται γεννήτορες του Έρωτα, ενώ συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη. Σύμφωνα με τη Σαπφώ είναι γιος της Αφροδίτης και του Ουρανού, ενώ σύμφωνα με τον Σιμωνίδη τον Κείο είναι γιος της Αφροδίτης και του Άρη. Αναφέρεται και ως υπηρέτης και συνοδός της Αφροδίτης. Ο Αλκαίος αναφέρει ότι ο Έρωτας ήταν γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου. Σε άλλες πηγές, πατέρας του Έρωτα θεωρείται ο Ήφαιστος.
Από τους τραγικούς, ιδιαίτερη σημασία στον θεό Έρωτα αποδίδει ο Ευριπίδης. Ο Ευριπίδης διαχωρίζει τη δύναμη του Έρωτα σε δύο μορφές: Σε αυτή που μπορεί να οδηγήσει στην Αρετή και σε εκείνη που οδηγεί στην Αθλιότητα. Με παρόμοιο τρόπο, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα εντοπίζουμε τον «καλό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Ουρανίας) και τον «κακό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Πανδήμου).
Οι αρχαιολόγοι των ημερών μας δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη εξακριβωμένων αναπαραστάσεων του θεού που να χρονολογούνται πριν από τον 6ο αιώνα π.Χ.. Δύο από τις πρώτες παραστάσεις του θεού Έρωτα βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης, στην Αθήνα. Η πρώτη (χρονολογημένη στα 580 π.Χ.) είναι σε ένα όστρακο από μελανόμορφο σκύφο, όπου η θεά Αφροδίτη φαίνεται να κρατά στο χέρι της ένα αγόρι. Η δεύτερη (χρονολογημένη στα 570 π.Χ.) είναι σε ένα μελανόμορφο πλακίδιο, όπου πάλι η Αφροδίτη κρατά με ανάλογο τρόπο δύο αγόρια, τον Έρωτα και τον Ίμερο.
Οι πρώτες «αυτόνομες» εμφανίσεις του θεού Έρωτα στην τέχνη πραγματοποιούνται τον 5ο αιώνα π.Χ.. Ο Έρωτας εμφανίζεται ανεξάρτητος από άλλες θεότητες, σε διάφορες απεικονίσεις: άλλοτε πετάει, άλλοτε κοιμάται, άλλοτε ιππεύει ένα δελφίνι, άλλοτε κρατάει ένα λουλούδι. Αντικατοπτρίζοντας το μύθο που τον θέλει συνοδό και υπηρέτη της Αφροδίτης, σε πολλές παραστάσεις της περιόδου εκείνης ο Έρωτας εικονίζεται να βοηθά τη μητέρα του ή άλλες γυναίκες: να μεταφέρει για αυτές ρούχα ή πετσέτες, να τις βοηθάει στο χτένισμα και την περιποίησή τους, να λύνει ή να δένει τα λουριά των σανδαλιών τους.
Ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Έρωτας συμπεριλαμβάνεται και στον βακχικό κύκλο, εμφανίζεται δηλαδή σε απεικονίσεις ως πιστός ακόλουθος του θεού Διονύσου. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της Ελληνιστικής Περιόδου.
Ξεχωριστό κομμάτι στις διάφορες απεικονίσεις του Έρωτα που έχουν ανακαλυφθεί κατέχουν τα έργα που βρέθηκαν στην Πομπηία της Ιταλίας. Ανάμεσα στα έργα που ξεχωρίζουν είναι αυτά της «πώλησης Ερώτων», της τιμωρίας του Έρωτα και του Έρωτα ως μεταφορέα των όπλων του θεού Άρη. Ιδιαίτερου κάλλους θεωρούνται και τα γλυπτά της εποχής που αναπαριστούν τον θεό.
Στα ύστερα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια, ο Έρωτας συχνά ταυτίζεται με το Πένθος ή τον Θάνατο. Εμφανίζεται να κρατάει δάδα, συνήθως στραμμένη προς το έδαφος. Πρόκειται για μία απεικόνιση που βρίσκει τις ρίζες της στη σχέση του θεού με τον βακχικό κύκλο. Την ίδια περίοδο ξεκινούν την εμφάνισή τους αναπαραστάσεις του Έρωτα, στις οποίες φαίνονται αποδεικτικά στοιχεία της νίκης του στη διαμάχη με τον Ηρακλή: ένα στεφάνι ή το ρόπαλο του ημίθεου.
Στη ρωμαϊκή τέχνη, η εικόνα του Έρωτα χρησιμοποιείται στην αρχιτεκτονική διακόσμηση, τις περισσότερες φορές με τη μορφή μικρού παιδιού.
Έρως, ός εν κτήμασι πίπτεις,
ός εν μαλακαίς παρειαίς
νεάνιδος εννυχεύεις,
φοιτάς δ' υπερπόντιος
εν τ' αγρονόμοις αυλαίς·
καί σ' ούτ' αθανάτων φύξιμος ουδείς
ούθ' αμερίων σέ γ' ανθρώπων.
Ο δ' έχων μέμηνεν.
Σύ καί δικαίων αδίκους
φρένας παρασπάς επί λώβα,
σύ καί τόδε νείκος ανδρών
ξύναιμον έχεις ταράξας·
νικά δ' εναργής βλεφάρων
ίμερος ευλέκτρου νύμφας,
τών μεγάλων πάρεδρος
εν αρχαίς θεσμών.
'Αμαχος γάρ εμπαίζει Θεός, Αφροδίτα.
Νυν δ' ήδη 'γώ κ'αυτός θεσμών
έξω φέρομαι τάδ' ορών ίσχειν δ'
ουκέτι πηγάς δύναμαι δάκρυ
τόν παγκοίτην όθ' ορώ θάλαμον
τήνδ' Αντιγόνην ανύτουσαν.
και σε μετάφραση...
Έρωτα, ανίκητε σε κάθε μάχη,
συ που κυριαρχείς όπου κι αν πατήσεις,
συ που ξενυχτάς τα κορίτσια
με τα τρυφερά μάγουλα,
που δρασκελάς πάν' από θάλασσες
και τρυπώνεις στους κήπους,
κανείς δε γλυτώνει από 'σε,
μήτε Θεός μήτε θνητός.
Όποιον αγγίξεις, τονε παλαβώνεις.
Συ, άνθρωπο φρόνιμον εξωθείς
στ' αδικο και στο χαμό,
συ π' άναβεις ταραχή κι αμάχη
ανάμεσα σε γιο και πατέρα,
νικά πόθος και λαχταρα για τη γλυκομάτα νύφη,
κόντρα σ' όλους τους μεγάλους νόμους.
Σαν ατάραχος Θεός τους περγελάς, ω Αφροδίτη.
Ήδη τώρα κι εγώ παρανομώ
που δε μπορώ να κρατήσω τα δάκρυα,
βλέποντας τη δύστυχη Αντιγόνη
να τη σέρνουν άκαιρα στον τάφο
που μέσα του μια μέρα όλοι θα μπούμε.
Στην ελληνική μυθολογία ο Έρωτας ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης. Συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη. Ο Έρωτας, όπως υποστηρίζει ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη, ήταν ανίκητος. Σύμφωνα με τον μύθο, όταν χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα.
Σύμφωνα με την ορφική διδασκαλία, ο Έρωτας προήλθε από το «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους. Υπέρ μιας κοσμογονικής καταγωγής του τίθεται και ο Ησίοδος στη Θεογονία, καθώς αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος μαζί με τη Γαία, στοιχεία επίσης χωρίς γεννήτορες.
Στη μεταομηρική μυθολογία παρουσιάζονται γεννήτορες του Έρωτα, ενώ συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη. Σύμφωνα με τη Σαπφώ είναι γιος της Αφροδίτης και του Ουρανού, ενώ σύμφωνα με τον Σιμωνίδη τον Κείο είναι γιος της Αφροδίτης και του Άρη. Αναφέρεται και ως υπηρέτης και συνοδός της Αφροδίτης. Ο Αλκαίος αναφέρει ότι ο Έρωτας ήταν γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου. Σε άλλες πηγές, πατέρας του Έρωτα θεωρείται ο Ήφαιστος.
Από τους τραγικούς, ιδιαίτερη σημασία στον θεό Έρωτα αποδίδει ο Ευριπίδης. Ο Ευριπίδης διαχωρίζει τη δύναμη του Έρωτα σε δύο μορφές: Σε αυτή που μπορεί να οδηγήσει στην Αρετή και σε εκείνη που οδηγεί στην Αθλιότητα. Με παρόμοιο τρόπο, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα εντοπίζουμε τον «καλό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Ουρανίας) και τον «κακό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Πανδήμου).
Οι αρχαιολόγοι των ημερών μας δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη εξακριβωμένων αναπαραστάσεων του θεού που να χρονολογούνται πριν από τον 6ο αιώνα π.Χ.. Δύο από τις πρώτες παραστάσεις του θεού Έρωτα βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης, στην Αθήνα. Η πρώτη (χρονολογημένη στα 580 π.Χ.) είναι σε ένα όστρακο από μελανόμορφο σκύφο, όπου η θεά Αφροδίτη φαίνεται να κρατά στο χέρι της ένα αγόρι. Η δεύτερη (χρονολογημένη στα 570 π.Χ.) είναι σε ένα μελανόμορφο πλακίδιο, όπου πάλι η Αφροδίτη κρατά με ανάλογο τρόπο δύο αγόρια, τον Έρωτα και τον Ίμερο.
Οι πρώτες «αυτόνομες» εμφανίσεις του θεού Έρωτα στην τέχνη πραγματοποιούνται τον 5ο αιώνα π.Χ.. Ο Έρωτας εμφανίζεται ανεξάρτητος από άλλες θεότητες, σε διάφορες απεικονίσεις: άλλοτε πετάει, άλλοτε κοιμάται, άλλοτε ιππεύει ένα δελφίνι, άλλοτε κρατάει ένα λουλούδι. Αντικατοπτρίζοντας το μύθο που τον θέλει συνοδό και υπηρέτη της Αφροδίτης, σε πολλές παραστάσεις της περιόδου εκείνης ο Έρωτας εικονίζεται να βοηθά τη μητέρα του ή άλλες γυναίκες: να μεταφέρει για αυτές ρούχα ή πετσέτες, να τις βοηθάει στο χτένισμα και την περιποίησή τους, να λύνει ή να δένει τα λουριά των σανδαλιών τους.
Ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Έρωτας συμπεριλαμβάνεται και στον βακχικό κύκλο, εμφανίζεται δηλαδή σε απεικονίσεις ως πιστός ακόλουθος του θεού Διονύσου. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της Ελληνιστικής Περιόδου.
Ξεχωριστό κομμάτι στις διάφορες απεικονίσεις του Έρωτα που έχουν ανακαλυφθεί κατέχουν τα έργα που βρέθηκαν στην Πομπηία της Ιταλίας. Ανάμεσα στα έργα που ξεχωρίζουν είναι αυτά της «πώλησης Ερώτων», της τιμωρίας του Έρωτα και του Έρωτα ως μεταφορέα των όπλων του θεού Άρη. Ιδιαίτερου κάλλους θεωρούνται και τα γλυπτά της εποχής που αναπαριστούν τον θεό.
Στα ύστερα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια, ο Έρωτας συχνά ταυτίζεται με το Πένθος ή τον Θάνατο. Εμφανίζεται να κρατάει δάδα, συνήθως στραμμένη προς το έδαφος. Πρόκειται για μία απεικόνιση που βρίσκει τις ρίζες της στη σχέση του θεού με τον βακχικό κύκλο. Την ίδια περίοδο ξεκινούν την εμφάνισή τους αναπαραστάσεις του Έρωτα, στις οποίες φαίνονται αποδεικτικά στοιχεία της νίκης του στη διαμάχη με τον Ηρακλή: ένα στεφάνι ή το ρόπαλο του ημίθεου.
Στη ρωμαϊκή τέχνη, η εικόνα του Έρωτα χρησιμοποιείται στην αρχιτεκτονική διακόσμηση, τις περισσότερες φορές με τη μορφή μικρού παιδιού.
2 σχόλια:
Από του οράν το εράν (Από τα μάτια πιάνεται ο έρωτας)
Σ’ αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι, είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι είμαι έρχεσαι.
Η πρόγευσή σου μου άναψε φωτιές. Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο. Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών.
ΜΑΡΩ ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ
Δημοσίευση σχολίου