Ολα τα χρησιμοποιείς και σε χρησιμοποιούν.
Να είσαι χρηστικός και να φθείρεσαι όπως ορίζει
η φύση σου. Να είσαι δοτικός. Κανείς δε μπορεί να
σου πάρει τίποτα, μόνο τη γεύση σου. Οσο περισσότερο
δίνεσαι, τόσο υπάρχεις. Οσο αφήνεσαι, τόσο μεγαλώνεις.
...Ολα είναι μικρά και περαστικά. Μόνο ένα είναι μεγάλο.
Το νόημα τους..
Λιώσε, πριν μορφοποιηθείς. Τίποτα δε σου ανήκει.
Μόνο το ταξίδι.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε΄

Γεννήθηκε το 1746 στη Δημητσάνα από φτωχούς γονείς, του Ιωάννου και της Ασημίνας Αγγελοπούλου. Το κοσμικό όνομά του ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Μετά τις βασικές σπουδές στο χωριό του, το 1765 πήγε στην Αθήνα για δύο χρόνια όπου μαθήτευσε παρά τον Δημήτριο Βόδα. Το 1767 μετέβη στη Σμύρνη όπου ένας θείος του που ήταν νεωκόρος στο ναό Αγίου Γεωργίου της Σμύρνης, τον βοήθησε να σπουδάσει στο περιώνυμο Γυμνάσιο της πόλης για πέντε χρόνια. Από την παιδική του ηλικία ο Γιώργιος Αγγελόπουλος είχε σχέση με τη Μονή Φιλοσόφου της Αρκαδίας, μέσω της οποίας ενισχύθηκε ο έμφυτος ασκητισμός του. Έτσι, εκάρη μοναχός στις Στροφάδες στη Μονή του Αγίου Διονυσίου και πήρε το όνομα Γρηγόριος.
Στη συνέχεια ο Γρηγόριος αφού σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στην Πατμιάδα Σχολή, υπό τους Δανιήλ Κεραμέα και Βασίλειο Κουταληνό επέστρεψε στη Σμύρνη, κατόπιν πρόσκλησης του τότε Μητροπολίτη Σμύρνης Προκόπιου, όπου και χειροτονήθηκε διάκονος και αρχιδιάκονος. Γρήγορα χειροτονήθηκε ιερέας και κατόπιν ανέλαβε πρωτοσύγκελος Σμύρνης, θέση που διατήρησε μέχρι το 1785.
  • Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο της Διακονίας και Αρχιδιακονίας του στη Σμύρνη, ο Γρηγόριος διατηρούσε αλληλογραφία με τον εκ Δημητσάνας επίσκοπο Μεθώνης Άνθιμο Καράκολο, γνωστό υποκινητή της περιοχής στην ανεπιτυχή επανάσταση των Ελλήνων στα Ορλωφικά. Από την αλληλογραφία εκείνη σώθηκε μια πολύτιμη ιστορικά επιστολή του με ημερομηνία 4 Αυγούστου του 1778 όπου θλιμμένος από την ατυχή έκβαση εκείνης της εξέγερσης ενημερώνει τον Άνθιμο ότι 60.000 περίπου Έλληνες από την Πελοπόννησο, μετά τις εκτεταμένες καταστροφές που τους προξένησαν Αλβανοί, έχουν καταφύγει πρόσφυγες στη Σμύρνη και στις γύρω περιοχές οι οποίοι και έγιναν πρόθυμα δεκτοί από τους Αγάδες ως εργάτες, επιτρέποντάς τους να δημιουργήσουν οικισμούς, εκκλησίες κ.λπ. και παράλληλα, απαλλαγή φόρων για μια δεκαετία. Πολλοί δε εξ αυτών άρχισαν ν΄ αναπτύσσουν εμπόριο και μέσα στη Σμύρνη.
Το 1785 ο Μητροπολίτης Σμύρνης Προκόπιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, οπότε ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε επίσκοπος και τον διαδέχθηκε στη Μητρόπολη Σμύρνης. Από αυτή τη θέση ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα, η οποία τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο κήρυγμα και την κοινωνική δράση, ασχολούμενος ιδίως με την παιδεία του ποιμνίου του.
 ον Μάιο του 1797, μετά το θάνατο του Προκοπίου, ο Γρηγόριος εξελέγη διάδοχός του ως Γρηγόριος Ε΄. Η πατριαρχία του συνέπεσε με μια δύσκολη περίοδο και δεν ήταν καθόλου ανέφελη. Το 1798 εκθρονίστηκε και εξορίστηκε, οπότε αποσύρθηκε στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1806 επανεξελέγη Πατριάρχης, αλλά το 1808 εκθρονίστηκε και πάλι, εξορίστηκε στην Πρίγκηπο και κατόπιν κατέφυγε εκ νέου στο Άγιο Όρος. Στις 15 Δεκεμβρίου 1818 εξελέγη για τρίτη φορά Πατριάρχης και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιανουάριο του 1819.

Κατά τη διάρκεια της τρίτης αυτής πατριαρχίας του ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Πατριάρχης παρέμεινε πιστός στον Σουλτάνο, όπως και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και της Μικράς Ασίας, και αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Φιλική Εταιρεία. Τελικά αναθεμάτισε τρις τους επαναστατημένους Έλληνες. Ο πρώτος αφορισμός μάλιστα "Ὑπεγράφη συνοδικῶς ἐπὶ τῆς ἁγίας Τραπέζης", κάτι το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα να σημάνει το τελειωτικό χτύπημα στη χαμένη εκστρατεία του Υψηλάντη στις Ηγεμονίες.
Σύμφωνα με τον Τ. Κανδηλώρο, βιογράφο του Πατριάρχη, ο Γρηγόριος "Ως αντιπρόσωπος του Χριστού ουδέποτε έπρεπεν να υπογράψει έγγραφον εις το οποίον δεν επίστευεν. Αλλ' ως αρχηγός κινδυνεύοντος έθνους ώφειλε να στέρξει μέτρον, όπερ έστω και προσωρινώς έσωζε τους ανίσχυρους και εμπεπιστευμένους αυτώ πληθυσμούς εκ της σφαγής".
Σύμφωνα επίσης με την επιστολή που απέστειλε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους Σουλιώτες, στις 19 Ιανουαρίου: "Ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά τας Πόρτας (σσ. Υψηλή Πύλη) σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρτα, εσείς όμως να τα θεωρείται ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βία και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του πατριάρχου"
Ο Γρηγόριος μάλιστα ο Ε΄ σε δική του επιστολή προς τον Τούρκο πρωθιερέα αναφέρει: "Μη με προτρέπεται εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείται, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω...ουχί! Εγώ δια τούτω είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου...ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν οφέλειαν από την ζωή μου...Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δε θα ανεχτώ ώστε εις τα οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγύιων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης".
Στην επιστολή του προς τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα αναφέρει: "...Κρυφά υπερασπίζου αυτόν (σσ. Η του παπανδρέα πράξις πατριωτική), εν φανερόν δε άγνοια υποκρίνου, έστι δε ότε και επίκρινε τοις θεοσεβέσι αδελφοίς και αλλοφύλοις. Ιδία πράυνον βεζύρην λόγοις και υπόσχεσιν αλλά μη παραδοθήτω εις λέοντος στόμα. Άσπασον συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπον εις κρυψίνοιαν δια τον φόβον των Ιουδαίων". Πέραν αυτών των επιστολών εστάλησαν και άλλες επιστολές προς τους κληρικούς της Πελοποννήσου, τις οποίες οι Τούρκοι προσκόμισαν στο Βρετανό πρεσβευτή ως απόδειξη της ανάμιξης του Γρηγορίου στη εξέγερση, παρότι τελικά ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε να τις μελετήσει.

Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος, υπό την πίεση ακραίων μουσουλμανικών διαδηλώσεων κατά των Ελλήνων, ζήτησε από τον Σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ να εκδώσει διαταγή (φετφά), σχετικά με τη γενική σφαγή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ο Χατζή Χαλίλ, ύστερα από διαβουλεύσεις με τον Γρηγόριο, ο οποίος του ξεκαθάρισε πως ο ίδιος και το Γένος ήταν αμέτοχοι στην επανάσταση, και βασιζόμενος σε ένα εδάφιο του Κορανίου, αρνήθηκε να εκδώσει τη φετφά τoυ Σουλτάνου .
Αυτό εξόργισε τον Σουλτάνο, ο οποίος τιμώρησε με θάνατο τον Χατζή Χαλίλ και θεώρησε υπεύθυνο και τον Γρηγόριο Ε'. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον Σουλτάνο όχι μόνο να καθαιρέσει, αλλά και να εκτελέσει τον Γρηγόριο. Έτσι, μετά τη λειτουργία του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελιζόμενος από τον όχλο. Κατόπιν, μια ομάδα τριών Εβραίων αγόρασαν το πτώμα του, το περιέφεραν στους δρόμους και το έριξαν στον Κεράτιο κόλπο. Τα ονόματα των τριών αυτών Εβραίων ήταν Μουτάλ, Μπιταχί και Λεβύ. Τη σκηνή της περιφοράς του σκηνώματος από τους τρεις Εβραίους έχει αποδώσει παραστατικά σε πίνακά του ο γερμανός ζωγράφος Πήτερ φον Εςς.

Η λάρνακα του Γρηγορίου του Ε'
Ένας Κεφαλονίτης πλοίαρχος, ονόματι Νικόλαος Σκλάβος, βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε στην Οδησσό, όπου και ετάφη στον ελληνικό ναό της Αγίας Τριάδος. Από εκεί ανακομίστηκε στην Αθήνα, 50 χρόνια μετά, και έκτοτε φυλάσσεται σε μαρμάρινη λάρνακα στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Η κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου απαγχονίστηκε ο Γρηγόριος Ε΄, παραμένει κλειστή και σφραγισμένη μέχρι και σήμερα, σε ένδειξη τιμής. Στο Πατριαρχείο εισέρχεται κανείς από τότε μόνο από τις πλάγιες πύλες.

Ο Γρηγόριος Ε΄ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για θέματα παιδείας. Μετέφρασε και εξέδωσε τους «Περὶ Ἱερωσύνης λόγους» του Ιερού Χρυσοστόμου. Επίσης εξέδωσε στο πατριαρχικό τυπογραφείο τα «Ἠθικὰ» του Μεγάλου Βασιλείου, εξήγηση των ομιλιών του στη Εξαήμερο και άλλα έργα, όλα σε γλώσσα απλουστευμένη, προκειμένου να γίνεται κατανοητή.
Εκτός των θεμάτων Παιδείας, ασχολήθηκε με τη στέγαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και διαρρύθμισε τον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Παρά το βραχυχρόνιο της πατριαρχίας του, εξέδωσε πλήθος τόμων, σιγγιλίων, εγκυκλίων και επιστολών, μέσα από τις οποίες διαφαίνεται η σταθερή του προσήλωση στους εκκλησιαστικούς κανόνες και την παράδοση. Υπήρξε ο ίδιος πρότυπο ήθους προς τους κληρικούς και το λαό, επέδειξε χρηστή οικονομική διαχείριση επιλύοντας πολλά προβλήματα, αλλά πήρε και αποφάσεις που τακτοποιούσαν χρονίζοντα κοινωνικής φύσεως θέματα, όπως αυτά των αρραβώνων και της προίκας, των γάμων και διαζυγίων, και άλλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: