Η Στοά του Αττάλου είναι το λαμπρότερο ελληνιστικό κτήριο της Αγοράς και το μόνο που αναστηλώθηκε με σχεδόν αποκλειστικά σύγχρονο δομικό υλικό στις μέρες μας. Στεγάζει το Μουσείο του αρχαιολογικού χώρου της Αγοράς. Το κτήριο ήταν μια μεγαλόπρεπη διώροφη στοά περγαμηνού τύπου, η οποία δέσποζε στην ανατολική πλευρά της Αγοράς και πρόσφερε ανάπαυση στους επισκέπτες, ενώ στέγαζε και μια σειρά καταστημάτων.
ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Η ταύτιση του κτηρίου που δέσποζε στην ανατολική πλευρά της Αγοράς –του οποίου το βορειοανατολικό άκρο έστεκε στις αρχές του 19ου αιώνα– με τη Στοά του Αττάλου έγινε χάρη σε ένα εδάφιο των Δειπνοσοφιστών του Αθήναιου (5, 212e-f). Ήδη κατά τη διάρκεια των εργασιών για τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, το 1861, η ταύτιση επιβεβαιώθηκε, καθώς ανακαλύφθηκε η αναθηματική επιγραφή: ΑΤΤΑΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΤΤΑΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΔΟΣ (IGii² 3171, Agora I 1615). Ο εν λόγω βασιλεύς είναι ο Άτταλος Β΄, ο οποίος πρόσφερε τη στοά στο λαό των Αθηναίων κατά τη διάρκεια της βασιλείας του (159-138 π.Χ.). Πρόκειται λοιπόν για ένα από τα καλύτερα χρονολογημένα κτήρια της Αγοράς. Ταυτόχρονα, η οικοδόμηση της στοάς οδήγησε σε ευρύτερες ανακατατάξεις στο χώρο της Αγοράς, και ιδιαίτερα στη μνημειακή αναδιάταξη της νότιας πλατείας και την προσθήκη σειράς κτηρίων (Ανατολικό Κτήριο και Νότια Στοά ΙΙ).
Οι γενικές διαστάσεις του κτηρίου είναι οι εξής: οι δύο όροφοι έστεκαν σε συνολικό ύψος 11,42 μ., το μήκος της στοάς ήταν 111,96 μ. και το πλάτος 19,52 μ. Σε κάθε όροφο ανοίγονται 22 δωμάτια, που χρησίμευαν ως καταστήματα. Στον πίσω τοίχο υπήρχαν μικρά παράθυρα (0,08 × 0,73 μ.) για κάθε δωμάτιο.
Το οικοδομικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε απηχεί τη φροντίδα για πολυτέλεια: από λευκό πεντελικό μάρμαρο ήταν οι κίονες της δυτικής πλευράς, που έβλεπαν στην πλατεία της Αγοράς, καθώς και οι κίονες στο εσωτερικό της στοάς και τα επιστύλια. Από κυανό-γκρίζο υμήττιο μάρμαρο ήταν οι βαθμίδες και ο στυλοβάτης των δύο ορόφων, ο τοιχοβάτης, οι ορθοστάτες, η ταινία που διέτρεχε τον τοίχο της πρόσοψης, καθώς και οι παραστάδες των θυρών και η εσωτερική κλίμακα με την οποία επικοινωνούσαν οι δύο όροφοι. Τα υπόλοιπα τμήματα των τοίχων ήταν από σκληρό πειραϊκό ακτίτη. Οι θεμελιώσεις ήταν από κροκάλες. Επιχρωμάτωση χρησιμοποιήθηκε για το χαμηλό στηθαίο που ένωνε τα μετακιόνια διαστήματα στην εξωτερική κιονοστοιχία του ορόφου (μπλέ και κόκκινο).
Ως προς την απόληξη της στοάς στις δύο πλευρές, οι ανασκαφείς αναφέρουν ότι δεν αποκλειόταν με τοίχο, αλλά υπήρχαν εκεί κλίμακες με 28 σκαλιά η καθεμία. Τα σκαλοπάτια έχουν ύψος 0,28 μ. και πλάτος 0,325 μ.
Η μελέτη των θεμελιώσεων έδειξε ότι ο αρχικός σχεδιασμός ήταν για μια αρκετά μικρότερη στοά, συνολικού μήκους 78,64 μ. μόνο με 14 δωμάτια (πλάτους 4,91 μ.) σε κάθε όροφο. Ενώ λοιπόν ένα τμήμα των εργασιών είχε ολοκληρωθεί (τα δωμάτια της νότιας πλευράς και κάποια τμήματα στο βορρά), το σχέδιο άλλαξε και το κτήριο απέκτησε πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις. Προστέθηκαν τέσσερα δωμάτια στα νότια, μικρότερων διαστάσεων από τα υπόλοιπα, και τοποθετήθηκαν οι εξωτερικές κλίμακες, πλάτους 2,21 μ. η καθεμία. Τέλος, προτού και αυτή η επέκταση ολοκληρωθεί, έγινε νέα προσθήκη τριών δωματίων προς βορρά, πλάτους 4,11 μ. Ορισμένα από τα δωμάτια χρησίμευαν ως γραφεία, αλλά τα περισσότερα στέγαζαν εμπορικά καταστήματα.
Οι επιγραφικές μαρτυρίες βεβαιώνουν ότι η στοά ήταν προνομιακός χώρος για την ανέγερση τιμητικών ανδριάντων και μνημείων για τους ευεργέτες της Αθήνας (IG ii² 1043).
Μπροστά από τη στοά χτίστηκε μια μεγάλη πλατεία, προκειμένου να δημιουργηθεί επίπεδος ισοϋψής χώρος για την έδραση του κτηρίου. Η πλατεία αυτή είχε πλάτος 7,33 μ. και σε συνδυασμό με τους άνετους χώρους του ορόφου πρόσφερε τη δυνατότητα σε μεγάλα πλήθη να παρακολουθήσουν αθλητικές και άλλες δραστηριότητες στο χώρο της Αγοράς. Στο νότιο τμήμα της στοάς υπήρχε μια κρήνη, ενώ μπροστά από την Αγορά έχουν ανασκαφεί βάθρα για την ανέγερση αγαλμάτων, βήμα και άλλα μνημεία.
ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Κατά την περίοδο αυτή η στοά υπέστη αρκετές τροποποιήσεις, προκειμένου η χρήση της να προσαρμοστεί καλύτερα στα νέα εντυπωσιακά κτήρια που πλαισίωναν την Πλατεία της Αγοράς. Με την ανέγερση της Βιβλιοθήκης του Πανταίνου στα νότια (τέλη 1ου/αρχές 2ου αι. μ.Χ.), η νότια κλίμακα καταργήθηκε και μια νέα κλίμακα χτίστηκε στη νότια πλευρά, αυτή τη φορά όμως εσωτερικά.
Η στοά υπέστη σοβαρές ζημιές το 267 μ.Χ. από την επιδρομή των Ερούλων. Η καταστροφή ολοκληρώθηκε στα τέλη του 3ου αιώνα με την ανέγερση του υστερορωμαϊκού τείχους, και ιδιαίτερα των τριών πύργων του στη θέση των θυρών των καταστημάτων της στοάς.
Ύστερη ιστορία του κτηρίου
Τμήματα του κτηρίου παρέμειναν ορατά ως τα μέσα του 19ου αιώνα. Τότε πιστευόταν ότι τα ερείπια ανήκουν σε δύο διαφορετικά κτήρια, στην Ποικίλη Στοά και στο Γυμνάσιο του Πτολεμαίου, πλάνη την οποία διόρθωσαν οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας που ξεκίνησαν το 1859. Η Αμερικανική Σχολή εκτέλεσε ανασκαφικές εργασίες στο χώρο της στοάς στο διάστημα 1949-1953. Το 1953-1956 ανεγέρθηκε η στοά με βάση τα σχέδια του αρχιτέκτονα Ι. Τραυλού, που θεωρούνται πιστή προσαρμογή του αρχαίου σχεδίου. Παραδόξως, το αρχαίο κτήριο παραμένει ακόμη και σήμερα αδημοσίευτο, ενώ δεν έχουν καν ταυτιστεί όλα τα αρχιτεκτονικά μέλη που προέρχονται από αυτό και έχουν ανασκαφεί. Η Αμερικανική Σχολή εφαρμόζει πρόγραμμα σύμφωνα με το οποίο καταγράφεται το σύνολο του αυθεντικού υλικού της στοάς που έχει διασωθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου