Ολα τα χρησιμοποιείς και σε χρησιμοποιούν.
Να είσαι χρηστικός και να φθείρεσαι όπως ορίζει
η φύση σου. Να είσαι δοτικός. Κανείς δε μπορεί να
σου πάρει τίποτα, μόνο τη γεύση σου. Οσο περισσότερο
δίνεσαι, τόσο υπάρχεις. Οσο αφήνεσαι, τόσο μεγαλώνεις.
...Ολα είναι μικρά και περαστικά. Μόνο ένα είναι μεγάλο.
Το νόημα τους..
Λιώσε, πριν μορφοποιηθείς. Τίποτα δε σου ανήκει.
Μόνο το ταξίδι.

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

17 ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 ΑΡΕΟΠΟΛΗ



Στον ναό των Ταξιαρχών, στην Αρεόπολη της Μάνης, την 17η Μαρτίου του 1821, χιλιάδες μαχητές και οπλαρχηγοί δέθηκαν με τον ιερό όρκο του Αγώνα υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Την πανηγυρική δοξολογία διαδέχθηκε καταιγισμός πυροβολισμών και η μαχητική εξόρμηση των πρώτων πολεμιστών προς δυσμάς. Έπειτα από ολιγοήμερη πορεία, δύο χιλιάδες στρατιώτες της Μάνης μαζί με τους επικεφαλής τους, και συνοδευόμενοι από τους περισσότερους Πελοποννησίους οπλαρχηγούς, θα καταλάβουν αμαχητί την Καλαμάτα. Τα γεγονότα αυτά έχουν τεράστια και ουσιαστική σημασία για την εθνεγερσία και την ελευθερία των Ελλήνων.
Οι Έλληνες του ’21, έπειτα από αιώνες δουλείας και από μία σειρά αποτυχημένων κινημάτων, αντιμετώπιζαν σχεδόν εχθρικά οποιοδήποτε ενδεχόμενο νέας εξέγερσης. Τα γραφόμενα του Παλαιών Πατρών Γερμανού είναι ενδεικτικά της κατάστασης: «Οι εκ των χωρίων συνηθροισμένοι στρατιώται, οι περισσότεροι σχεδόν άοπλοι και ασυνήθιστοι διόλου να αντιπαραταχθώσιν εις πόλεμον και γεννημένοι και αναθραμμένοι εις τον ζυγόν της δουλείας και της τυρρανίας των Τούρκων, όχι μόνον το όνομα Τούρκος ακούοντες έφριττον, αλλ’ ουδέ αίσθημα είχον ελευθερίας…». Είναι δεδομένο λοιπόν, πως η πίστη λίγων αποφασισμένων οπλαρχηγών ασφαλώς και δεν αρκούσε για να ξεσηκώσει έναν υποταγμένο λαό. Ήταν απαραίτητη η δράση αποφασισμένων, εξοπλισμένων και έμπειρων μαχητών, για να ανάψει η πρώτη φωτιά του Αγώνα. Οι μαχητές αυτοί ευτυχώς υπήρχαν και την κατάλληλη στιγμή έδρασαν οργανωμένα, βαδίζοντας ενάντια στον εχθρό.
Η αρχή της Επανάστασης έγινε πράγματι στις 17 Μαρτίου στην Αρεόπολη. Από εκεί ξεκίνησαν 2.000 στρατιώτες της ελεύθερης Μάνης, για να ξεσηκώσουν την υπόδουλη Ελλάδα. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, αναφερόμενος στις μεγάλες για το Έθνος στιγμές, γράφει στα Απομνημονεύματά του: «Εις τας 23 Μαρτίου επιάσαμεν τους Τούρκους εις την Καλαμάτα. Είμεθα 2.000 Μανιάτες, ο Πετρόμπεης, Μούρτζινος, Κυβέλος, Δυτική Σπάρτη. Η Ανατολική Σπάρτη εκινήθη την ίδια ώρα διά τον Μυστρά. Οι Τούρκοι της Μπαρδούνιας και του Μυστρά υπάγουν, τραβιούνται εις την Τριπολιτσά. Ήτον έμβα του Μαρτίου. Οι Σπαρτιάται, αφού επήραν λάφυρα, προχωρούν και πολιορκούν τη Μονεμβασία».
Η μεγάλη αρχή είχε γίνει. Παράλληλα γεγονότα που εξελίχθηκαν στην υπόλοιπη Πελοπόννησο, αν και είχαν περιορισμένης έκτασης, δημιούργησαν ένα κλίμα γενικής αναταραχής που δεν άργησε να εξαπλωθεί. Λίγο αργότερα θα έρθει το έπος του Βαλτετσίου για να αποδείξει ότι ο εχθρός δεν είναι ανίκητος και να πείσει τους επαναστάτες ότι «…και των Ελλήνων τα όπλα έχουσι την δύναμιν να φονεύωσιν Οθωμανούς». Έτσι, θα αποκτήσει ζωή και γερές βάσεις, μία υπόθεση που για τους οπαδούς της μετριοπάθειας και του εφικτού ήταν εξαρχής χαμένη. Σ’ αυτό το θαύμα, η συμβολή των Μανιατών ήταν καθοριστική.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ 1821

“Μην Σκιάζεστε Στα Σκότη

Της Λευτεριάς Το Φεγγοβόλο Αστέρι

Της Νύχτας Το Ξημέρωμα Θα Φέρει”.

Ο ΜΑΙΑΝΔΡΟΣ



Το αρχαιότερο ελληνικό σύμβολο ο Μαίανδρος αποτελεί σύμβολο Νίκης και Ενότητας, σύμβολο του Άπειρου και της Αιώνιας Ζωής, αλλά και της αέναης πορείας μας μέσα στον κόσμο. Εμπνευσμένος, κατά την άποψη κάποιων ακαδημαϊκών, από τις πολυάριθμες στροφές του ποταμού Μαιάνδρου, ο οποίος έχει συνολικό μήκος πάνω από 500 χιλιόμετρα, θα αποτελέσει ένα από τα ιστορικότερα σύμβολα του Ελληνικού Κόσμου και θα ονομαστεί και Ελληνικό Κλειδί, καθώς δηλώνει την ελληνική καταγωγή όλων των πραγμάτων που τον φέρουν πάνω τους!
Μπορεί σαν σύμβολο να χρησιμοποιήθηκε κυρίως στην διακόσμηση, ουσιαστικά όμως είναι σφραγίδα Ελληνική, καθώς τα περισσότερα αρχαία ελληνικά αντικείμενα φέρουν το σχέδιο του Μαιάνδρου. Σαν σχήμα δεν θα λείψει ούτε και από την Ακρόπολη. Μπορεί να είναι γέννημα των προϊστορικών χρόνων, ωστόσο θα αναγεννηθεί και θα πάρει την κύρια, αλλά όχι και μοναδική μορφή του κατά τους Γεωμετρικούς Χρόνους. Σύμβολο όλων των Ελλήνων ο Μαίανδρος, καθώς θα χρησιμοποιηθεί σε αγγεία, ναούς, μνημεία, γλυπτά, αντικείμενα, πολεμικά όπλα και πανοπλίες, ενδύματα σε όλα τα μήκη και πλάτη του Ελληνικού Κόσμου. Το ίδιο σχήμα υπάρχει και στην περίφημη ασπίδα του Φιλίππου του Β’. Μέσω της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εμφανίζεται και στον Βυζαντινό Πολιτισμό. Αποτελεί λοιπόν ο Μαίανδρος ένα από τα κορυφαία Ελληνικά σύμβολα, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας!
Η αίσθηση του άπειρου, του ατελείωτου αφ΄ ενός, αλλά και της ακρίβειας και ολοκλήρωσης αφ΄ ετέρου, χαρακτηρίζουν τον ελληνικό πολιτισμό. Ήδη από την κλασσική αρχαιότητα ο μαίανδρος εκπροσώπησε την εικαστική έκφραση της πεμπτουσίας της αρχαίας ελληνικής σκέψης – αρμονική ταύτιση των αντιθέτων στον ανώτερο δυνατό βαθμό. Στην αρχαιότητα το σύμβολα αυτό απεικόνιζε την ατελείωτη ροή του χρόνου και το ολοκληρώσιμο των επαναλαμβανόμενων χρονικών κύκλων. Το νερό ως πηγή ζωής (εκ του ποταμού Μαιάνδρου, σημερινή τουρκική ονομασία Menderes) και ο αναπόφευκτος μαρασμός, ο θάνατος, που ταυτόχρονα αποτελεί και γέννημα μίας καινούριας αρχής. Οι αινιγματικές και άγνωστες περιπέτειες της μοίρας και η κίνηση προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, από το σημείο γέννησης και εκκίνησης προς τους ευρείς ορίζοντες του αγνώστου – παραλληλισμός με την πορεία του ελληνισμού σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην μυθική επιλογή του Ηρακλή, μαιάνδριο σχήμα είχε ο δύσκολος δρόμος της Αρετής (σε αντίθεση με της Κακίας, που ήταν ευθεία), με τους μαιάνδρους να συμβολίζουν τις δομημένες δυσκολίες της ζωής, που καλείται να ξεπεράσει οξύνοντας το πνεύμα του ο άνθρωπος για να πλησιάσει το ιδανικό.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο μαίανδρος αποτελεί ευρύτερα διαδεδομένο σύμβολο, τόσο από γεωγραφικής όσο και από χρονολογικής άποψης, που ανιχνεύεται όπου έχει εμφανιστεί ευρωπαϊκού τύπου Πολιτισμός.
Παρουσιάζεται στην πλειονότητα αρχαίων έργων τέχνης, σε αγγεία, οικοδομήματα, επιγραφές. Ο μαίανδρος (ή αλλιώς Ελληνικό κλειδί) ήταν και είναι το σύμβολο της αιώνιας ζωής και του αέναου περάσματός μας πάνω σε αυτό τον κόσμο. Η σημαντικότερη παρουσία του μαίανδρου είναι αυτή στο γενετικό υλικό (μαίανδρος-σπείρα).
Με το όρο μαίανδρος ή ελληνική κλείδα εννοείται στην αρχιτεκτονική και την αρχαιολογία η ταινιωτή διακόσμηση -σύνθεση ευθειών- που ενώνονται μεταξύ τους σε ορθές γωνίες ή τέμνονται διαγώνια. Το μαιανδρικό μοτίβο, σεδιάφορες παραλλαγές του, χρησιμοποιείτο συχνά κατά την αρχαιότητα για τη διακόσμηση της ζωφόρου των ναών. Παραλλαγή του είναι ο μαίανδρος που χρησιμοποιεί σπειροειδή επαναλαμβανόμενα μοτίβα (5) και η βιτρούβια έλιξ (γλωσσίδα), ένα επαναλαμβανόμενο καμπυλόγραμμο κυματοειδές μοτίβο.
Τα αρχαιότερα μνημεία, πάνω στα οποία κατ’ αρχάς συναντάται αυτό το γραμμικό κόσμημα, είναι πολλοί τάφοι στην Μικρά Ασία και μάλιστα ο λεγόμενος τάφος του Μίδα στη Φρυγία, του οποίου η λίθινη πρόσοψη είναι πλήρως διακοσμημένη από μαιάνδρους. Επίσης συναντάται πάνω σε αγγεία της γεωμετρικής εποχής, όπου φαίνεται ότι είναι εξέλιξη της συνεχόμενης σπείρας των μυκηναϊκών χρόνων. Χαρακτηριστικά δείγματα αυτού του θέματος κατά την εν λόγω εποχή παρέχουν τα λεγόμενα αγγεία του Διπύλου, που βρίσκονται εκτεθειμένα στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας. Ο μαίανδρος, ο οποίος παρουσιάζεται πάνω σε αυτά τα αγγεία, αρχικά είχε τη μορφή απλής θλαστής γραμμής, της οποίας τα τμήματα διευθύνονται οριζοντίως και καθέτως εναλλάξ. Κατά την ελληνιστική περίοδο αυτός ο τύπος γίνεται πολυπλοκότερος, η θλαστή γραμμή διπλασιάστηκε και πληρώθηκαν τα σχηματιζόμενα τετράγωνα που σχηματίζονταν μεταξύ των γραμμών από στιγμές ή σταυρούς ή άλλα παρεμφερή θέματα. Η χρήση όμως αυτού του γραμμικού σχήματος γίνεται όχι μόνο για την διακόσμηση των αγγείων, αλλά και των ναών και των ενδυμάτων. Στους ναούς κοσμούνταν από μαίανδρο, συνήθως έγχρωμο, τα επιστύλια, τα ακρωτήρια και τα φατνώματα της οροφής και οι κίονες, στα ενδύματα δε οι παρυφές. Ωραίο παράδειγμα μαιάνδρου πάνω σε ενδύματα παρέχουν οι κόρες της Ακροπόλεως. Τα αρχαϊκά πώρινα και μαρμάρινα γυναικεία αγάλματα που βρίσκονται στο μουσείο της Ακροπόλεως. Ο πέπλος, τον οποίο φέρουν οι μορφές αυτές, διακοσμούνταν κατά τις παρυφές με άλλα χρωματιστά κοσμήματα (σταυρούς, ρόδακες, άνθη) και με μαιάνδρους. Το γεωμετρικό αυτό σχήμα διατηρήθηκε και κατά την αλεξανδρινή εποχή και μεταδόθηκε και στην Ιταλία. Χαρακτηριστικό πρώϊμου μαίανδρου παρουσιάζουν πολλά αγγεία που βρέθηκαν στην Villanova, πάνω στα οποία ο μαίανδρος είναι ακόμα απλός και βαρύς, στερούμενος την ωραιότητα που χαρακτηρίζει τον διπλό μαίανδρο (γνωστό σήμερα ως σβάστικα) της ελληνικής τέχνης.
Η χειρώνειος ή μαιάνδριος λαβή
Ένας θνητός που νίκησε μια θεά και την παντρεύτηκε είναι ο βασιλιάς της Φθίας ο Πηλέας. Κάποτε στο φως του φεγγαριού είδε μια πανώρια θεά να χορεύει μαζί με τις κόρες των νερών (Νηριήδες: κατοπινές νεράιδες). Ήταν η θεά Θέτιδα που η προφητεία του Προμηθέα την ανάγκαζε να παντρευτεί θνητό, ώστε να μη γεννηθεί αυτός που θα ανέτρεπε τον παντοδύναμο Δία. Ο Πηλέας τυρανιόταν απ’ τη θεϊκή ομορφιά, αλλά πως μπορούσε αυτός θνητός ν’ αποκτήσει τη Θέτιδα που ήταν μια θεά; Ρώτησε όμως γι’ αυτό τον σοφότατο Χείρωνα που κατοικούσε ψηλά στο Πήλιο. «Εκείνος τον ορμήνεψε στο ίδιο μέρος σαν τη δει, τη νύχτα να χορεύει, να την αρπάξει όσο γίνεται σφιχτά στην αγκαλιά του». Να μην αφήνει τη λαβή όσο εκείνη κι αν άλλαζε μορφές: «κι ας γίνει φίδι, λιοντάρι ή φωτιά, νερό για να ξεφύγει». Ο Πηλέας στο πάθος του για τη θεά ξεπέρασε και νίκησε καρτερικά όλες τις θυμωμένες μεταμορφώσεις της, κρατώντας την με μια λαβή σφιχτά στην αγκαλιά του.
Το υπέροχο αυτό θέμα απεικονίζεται έξοχα στο εσωτερικό ερυθρόμορφης κύλικας 101 του 500 π.Χ, που τώρα βρίσκεται στο μουσείο του Δυτικού Βερολίνου. Η έξοχη αυτή απεικόνιση παρουσιάζει τον Πηλέα, να αψηφά τα φίδια της θεϊκής μεταμόρφωσης που τον δαγκώνουν παντού, καθώς και το λιοντάρι που ωρύεται γαντζωμένο στην πλάτη του. Ο Πηλέας νικά την πεντάμορφη θεά χρησιμοποιώντας τη “Χειρώνιο λαβή”, τον μαίανδρο, το διάσημο αρχαιοελληνικό σύμβολο.
Η χειρώνειος λαβή έμεινε στην ιστορία και χρησιμοποιείται ακόμα στο άθλημα της πάλης για να δέσει ο ένας αντίπαλος τον άλλο.
Τα λεξικά πράγματι επιμένουν στη στερεότυπη άποψη, πως μαίανδρος είναι “το διακοσμητικό σχήμα που υπενθυμίζει τους ελιγμούς του ποταμού της Καρίας Μαίανδρου, όπου πρωτοευρέθη και εκ του οποίου έλαβε το όνομα”. Μπορεί να πήρε το όνομα απ’ τον ποταμό πλησίον του οποίου πρωτοευρέθη, αλλά είναι ολότελα ανόητο να πιστεύουμε ότι τα απανταχού της γης ελληνοπρεπή αυτά ευρήματα, απεικονίζουν με πάθος τις χάρες και τους “ελιγμούς” ενός άγνωστου εν πολλοίς ποταμού.
Απ’ το πλήθος των αρχαιοελληνικών αγγειογραφικών αναπαραστάσεων σαφώς διαφαίνεται ότι η λαβή αυτή, η χειρώνιος λαβή ή χειρώνιο πλέγμα ή όπως αλλιώς κι αν αποκαλείτο η συγκεκριμένη αυτή λαβή στο παρελθόν, αποτελούσε το ιδιαίτερο ίσως και ιεροπρεπές έμβλημα των θεομάχων Ελλήνων ηρώων!
Την “μαιάνδριο λαβή” όπως δικαίως πλέον θα την αποκαλούμε, τη χρησιμοποιεί κατ’ επανάληψη ο κατ’ εξοχήν θεομάχος Ηρακλής, όπως φαίνεται ξεκάθαρα απ’ την αριστουργηματική απεικόνιση της πάλης του Ηρακλή με τον Τρίτωνα σε αγγειογραφία του 550 Π.χ. (Μουσείο Ταρκυνίας. που όμως μπορεί να θαυμάσει κανείς και στον 30 τόμο Ελλ. Μυθο του Ρ. Γκρείβς σελ. 217) όπου βλέπουμε τον Τρίτωνα να πασχίζει μάταια ν’ ανοίξει τα κλειδωμένα με την μαιάνδριο λαβή δάχτυλα του ανίκητου ήρωα, μπροστά από το στήθος του!
Την ολοφάνερη σχέση διακοσμητικού μαιάνδρου και μαιάνδριας λαβής μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει στο σύμπλεγμα Πηλέα και Θέτιδας όπου η αξία της εν λόγω λαβής στο κέντρο της παράστασης υπερτονίζεται στεφανωμένη ολόγυρα απ’ τον σχηματοποιημένο πλέον μαιάνδριο συμβολισμό. Επίσης δεν πρέπει να είναι τυχαίο ότι πλήθος αγγειογραφιών που υπαινίσσονται θεϊκή ήττα, στεφανώνονται συχνά από μαίανδρο!
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι δεν είναι καθόλου τυχαία η ευρύτατη διάδοση κατά την αρχαιότητα του παραπάνω μαιανδρικού συμβολισμού. Αποτελούσε ένα διαχρονικό δώρο των μυθολογικών χρόνων, στους κλασικούς και νεότερους χρόνους των μεσογειακών απογόνων του Έλληνα. Μια γραμμική παραγγελία των προγόνων μας, για μάχη ενάντια στο αδύνατο!
Μια υπέροχη σχηματική υπενθύμιση ότι στα δύο σου χέρια κρατάς το μυστικό της νίκης κι αν μόνο τα δικά σου δεν επαρκούν, τότε ένωσέ τα με άλλους σ’ ένα αρμονικό αδιάσπαστο σύνολο ελληνοπρεπούς, νικηφόρας, μαιανδρικής αλυσίδας.


Η ΜΕΓΑΛΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΣΧΟΛΗ



Η Μεγάλη του Γένους Σχολή (τουρκικά: Fener Rum Erkek Lisesi) είναι το αρχαιότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Κωνσταντινούπολης. Ιδρύθηκε το 1454, όταν ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος κάλεσε τον φιλόσοφο Ματθαίο Καμαριώτη και του ανέθεσε να ανασυγκροτήσει την Πατριαρχική Ακαδημία, που είχε διαλυθεί στις παραμονές της Άλωσης. Το ίδρυμα αυτό αποτέλεσε τον πρόδρομο της Μεγάλης του Γένους Σχολής.
Από το 1454 λειτουργεί σχεδόν αδιαλείπτως, παρέχοντας υψηλού επιπέδου μόρφωση στους Έλληνες και όχι μόνο μαθητές της. Μεταξύ των αποφοίτων της περιλαμβάνονται οι γόνοι των διαπρεπών Φαναριώτικων οικογενειών, πλήθος πατριαρχών και Ορθοδόξων Ιεραρχών, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Υψηλής Πύλης (ακόμη και Τούρκοι) μέχρι και πολιτικοί του Νέου Ελληνικού κράτους. Σήμερα λειτουργεί ως σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Στα 500 χρόνια λειτουργίας του άλλαξε αρκετές φορές έδρα. Αρχικά λειτουργούσε εντός του Πατριαρχείου, που την εποχή εκείνη στεγαζόταν στο ναό των Αποστόλων και στην Παμμακάριστο. Κατά καιρούς λειτούργησε σε διάφορες οικίες στο Φανάρι ή στα χωριά του Βοσπόρου. Επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ' αποφασίστηκε η ανέγερση μεγαλοπρεπούς κτιρίου, κοντά στην έδρα του Πατριαρχείου, που θα φιλοξενούσε τη Σχολή. Υπό τη διεύθυνση του Έλληνα αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Δημάδη οι εργασίες ολοκληρώθηκαν μέσα σε μια διετία (1881-1883). Η κατασκευή του κόστισε 17.210 Οθωμανικές λίρες και το κτηριακό συγκρότημα αποτελεί σήμα κατατεθέν του Κερατίου κόλπου, σύμβολο της χρυσής περιόδου του Ελληνισμού της Πόλης. Αποκαλείται δε συχνά από τους ντόπιους Κόκκινο Κάστρο ή Κόκκινο Σχολείο λόγω του χαρακτηριστικού σχεδίου και χρώματός του.
Το 1952 και 1958 η Μεγάλη του Γένους Σχολή απέκτησε δύο ακίνητα, ένα μέσω δωρεάς και ένα μέσω αγοράς. Η απόκτηση του ακινήτου αμφισβητήθηκε από το Δημόσιο Ταμείο (Hazine) της Τουρκίας και μέσω Τουρκικού δικαστηρίου δικαιώθηκε επικαλούμενος απόφαση του Ανώτερου Ακυρωτικού Δικαστηρίου το 1974 κατά την οποία ιδρύματα της μειονότητα δεν μπορούν να αποκτούν ακίνητα. Το 1996 έγινε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Μεγάλη του Γένους Σχολή δικαιώθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2007. Με την απόφαση αυτή η Τουρκία υποχρεώθηκε να επιστρέψει τα ακίνητα και να καταβάλει αποζημίωση 890.000 ευρώ και 20.000 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα.

Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ



Η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης ήταν ένα λαμπρό μορφωτικό ίδρυμα της ελληνικής κοινότητας της Σμύρνης. Αρχικά ξεκίνησε ως ένα μικρό σχολείο με το όνομα "Σχολείο του Χριστού" το 1717 όταν διευθυντής του ήταν ο Ιθακήσιος Ιερόθεος Δενδρινός. Αργότερα μετονομάστηκε κατά σειρά "Ευαγγελικόν Σχολείον", "Ευαγγελικόν Φροντιστήρίον" κ.λπ. μέχρι στις αρχές του 19ου αιώνα που ονομάστηκε "Ευαγγελική Σχολή", όπου μ΄ αυτό το όνομα παρέμεινε περισσότερο γνωστή.

Η Σχολή είχε αρχικά θρησκευτικό χαρακτήρα που διατηρήθηκε έως το 1810 οπότε κλήθηκε ο περιώνυμος Θεόφιλος Καΐρης από την Άνδρο για να διδάξει φιλοσοφία και μαθηματικά. Ο θρησκευτικός χαρακτήρας της σχολής καταργήθηκε αργότερα το 1828 επί διευθύνσεως του Αβραμίου Ομηρόλη. Επί της εποχής του η Ευαγγελική Σχολή έφθασε σε τελειότητα σπάνια για εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Η Σχολή καταστράφηκε το 1842 από μια μεγάλη πυρκαγιά κι επαναλειτουργεί το 1843. Αξιόλογοι διευθυντές φροντίζουν την πνευματική ανύψωση της και την αύξηση του κύρους της. Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν ήταν διευθυντής ο Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος (ανέλαβε το 1861) οι απόφοιτοι της Σχολής εγγράφονταν χωρίς εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επί διευθύνσεως του Γ. Σωτηρίου η διδασκαλία βελτιώνεται, οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς διδάσκονται αρτιότερα, το πρόγραμμα των μαθημάτων συμπληρώνεται, εισάγεται η διδασκαλία της μηχανικής και εξοπλίζεται το σχολείο με εποπτικά μέσα και όργανα για την διδασκαλία των νεότερων κατακτήσεων της επιστήμης, ιδρύεται Εμπορική Σχολή, ως τμήμα της Ευαγγελικής Σχολής, και 3τάξιο Διδασκαλείο για τη μόρφωση δημοδιδασκάλων.

Η Επανάσταση του 1821 υπήρξε αποτέλεσμα μακροχρόνιας καλλιέργειας της εθνικής συνείδησης η οποία οφείλεται και στα σχολεία που κατά τον 17ο αι. αρχίζουν να αναφαίνονται σε διάφορες πόλεις του ευρύτερου ελλαδικού χώρου, συντηρούμενα από τις ελληνικές κοινότητες. Οι Έλληνες είχαν κάνει συνείδηση αυτό που είπε αργότερα ο Ρήγας, ότι δηλαδή « εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή, με την οποία λάμπουν ελεύθερα τα έθνη». Ανάμεσα στις πιο περίφημες για την προσφορά τους στo 'Eθνος σχολές είναι και η Ευαγγελική Σχολή.
Στις απαρχές της Σχολής βρίσκεται το Παλαιό Σχολείο στο οποίο δίδαξε ο Αδαμάντιος Ρύσιος, πάππος του Αδάμ. Κοραή. Το 1717, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Ανανίας πήρε την πρωτοβουλία επανίδρυσης του και στις 22 Ιουνίου 1733 ετέθη υπό την προστασία της αγγλικής κυβέρνησης Αργότερα αφιερώθηκε «εις τον Υιόν του θεού, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν» ως «Σχολείον των Ευαγγελικών του εντολών και φροντιστήριον πάντων των ελληνικών μαθημάτων ». Αργότερα η Σχολή ονομάστηκε «Ευαγγελικόν Φροντιστήριον» και τελικά επικράτησε η ονομασία Ευαγγελική Σχολή.
 Μέχρι το 1914 η Σχολή ήκμαζε και συγκέντρωνε μαθητές από όλη τη Μ. Ασία και τα νησιά των μικρασιατικών ακτών. Το 1918 ανατίθενται τα καθήκοντα του Διευθυντή στον Νικ. Λιθοξόο που έμελλε να είναι και ο τελευταίος Διευθυντής της Σχολής. Αυτός, με άριστη επιστημονική κατάρτιση και παιδαγωγική μόρφωση με μεταπτυχιακές σπουδές στα πανεπιστήμια της Ελβετίας και της Γερμανίας, επιδόθηκε με μεγάλο ζήλο στη βελτίωση της λειτουργίας της Σχολής. Εισήγαγε ριζικές μεταρρυθμίσεις στα αναλυτικά προγράμματα, τους κύκλους μαθημάτων και το σύστημα των εξετάσεων και έκανε τη Σχολή να αποδώσει πλούσιους καρπούς.
 Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην αύξηση του κύρους της παλαιάς εκείνης Σχολής και την εξάπλωση της φήμης της. Εκείνο όμως που συνέβαλε κυρίως στις υψηλές της επιδόσεις ήταν το προσωπικό της Σχολής. Καθηγητές εκλέγονταν οι διαπρεπέστεροι λόγιοι, παιδαγωγοί, επιστήμονες και ενθουσιώδεις λειτουργοί της παιδείας. Χάρις στο διδακτικό προσωπικό αποφοιτούσαν νέοι με ολοκληρωμένη και τέλεια μόρφωση. Σε αυτήν φοίτησαν ο Αδάμ. Κοραής, ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος ο Ε', Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης, ο ποιητής Ηλίας Τανταλίδης, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης, ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, ο λογογράφος Στέφανος Ξένος, ο ποιητής Στέλιος Σπεράντζας, ο πασίγνωστος εφοπλιστής Αριστ. Ωνάσης, ο μουσικός και ακαδημαϊκός Μανώλης Καλομοίρης. Αλλά και αναρίθμητοι άλλοι που αναδείχτηκαν ως λόγιοι, επιστήμονες, κληρικοί, καλλιτέχνες και επιχειρηματίες που βοήθησαν την κοινωνία στην οποία έζησαν και τίμησαν με τον καλύτερο τρόπο το ελληνικό έθνος και την πνευματική τους μητέρα, την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης.

Η λαμπρή αυτή εποχή ήταν πεπρωμένο να είναι και η τελευταία Το 1922 η μεγάλη πυρκαγιά που αποτέφρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Σμύρνης κατέστρεψε το κτήριο της Ευαγγελικής Σχολής. Όμως η ιδέα της δεν έπαψε να ζει στις ψυχές των. Έτσι το 1934 ιδρύθηκε στη Νέα Σμύρνη πλήρες Γυμνάσιο που τον επόμενο χρόνο ονομάστηκε Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης σε ανάμνηση της παλαιάς ιστορικής Σχολής.
Το 1934 εγκαταστάθηκε σε μισθωμένο οίκημα στην κεντρική πλατεία. Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν το 1935 με μεγάλη επισημότητα. Τότε έγινε και η αποκάλυψη της επιγραφής «Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης 1717-1934 ». Τα εγκαίνια αυτά αποτελούν ουσιαστικά το πανηγυρικό γεγονός της επανίδρυσης της Ευαγγελικής που συνεχίζει το έργο της, δρώντας και προσφέροντας στην κοινωνία της Νέας Σμύρνης και της Ελλάδας. Τώρα η σχολή στεγάζεται στο διδακτήριο της (Λέσβου 4).

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ



Ο όρος κρυφό σχολειό αναφέρεται σε κρυφές ελληνικές διδασκαλίες που λέγεται ότι γίνονταν κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας για να διδάσκεται το ένδοξο της ιστορίας των προγόνων, το θλιβερό της κατάκτησης από τους Τούρκους και η ελπίδα για απελευθέρωση. Eλλείψει επαρκούς τεκμηρίωσης για την ύπαρξη κρυφής εκπαίδευσης, καθώς και λόγω του τρόπου με τον οποίο εκτόπισε στις μετέπειτα συνειδήσεις την επί τουρκοκρατίας υπάρχουσα και επίσημα διαδεδομένη εκπαίδευση των Ελλήνων, στη νεώτερη ιστοριογραφία επικράτησε η άποψη πως πρόκειται για μυθικό στοιχείο της προφορικής λαϊκής παράδοσης. Σύμφωνα με επίσης σύγχρονες εκτιμήσεις, βάσει νέων ευρημάτων, το κρυφό σχολειό δεν είναι μύθος αλλά «θρύλος με ιστορικό πυρήνα».
Είναι γνωστό από τις αναφορές πως κατά την τουρκοκρατία λειτουργούσαν επίσημα ελληνικά σχολεία, ιδρυθέντα από την ιδιωτική πρωτοβουλία των Ελλήνων και την Εκκλησία, υπό την επίβλεψη της τουρκικής εξουσίας. Το κρυφό σχολειό, ως έννοια, δεν αναφέρεται στην επίσημη λειτουργία των σχολείων αυτών αλλά, είτε σε ενδεχόμενα κρυφά μαθήματα που διέσωζαν το ελληνικό πνεύμα που δεν διδασκόταν επίσημα, είτε σε σχολεία που λειτουργούσαν στον τόπο και τον χρόνο που η λειτουργία των επίσημων σχολείων έπαυε ή δεν υφίστατο.
Η ορολογία «κρυφό σχολειό» φαίνεται πως καθιερώθηκε στα τέλη του 19ου - αρχές του 20ου αιώνα, καθώς δεν διασώζεται πρωθύστερα η ορολογία αυτή σε γραπτό κείμενο, αν και συναντάται προεπαναστατικά ως η ονομασία ενός μικρού μοναστηριού στην Τήνο. Η έννοια του κρυφού σχολειού, η οποία διδάχθηκε στα ελληνικά σχολεία κατά τον 20ο αιώνα, απέκτησε μεγάλη σημασία στην εθνική συνείδηση των Ελλήνων. Στη συνέχεια, με την αμφισβήτηση της ύπαρξής του, το θέμα του κρυφού σχολειού πολιτικοποιήθηκε έντονα και συνδέθηκε με τη διαφωνία για τον ρόλο της Εκκλησίας στην επιβίωση και αναγέννηση του ελληνικού στοιχείου και στην προετοιμασία της επανάστασης.

Πολύ λίγα χρόνια αργότερα από την έναρξη της οθωμανικής κυριαρχίας έχουμε χειρόγραφες και επίσημες μαρτυρίες που βεβαιώνουν την ίδρυση και λειτουργία ελληνικών σχολείων. Η κεντρική διοίκηση στην Κωνσταντινούπολη ουδέποτε απαγόρευσε τη λειτουργία σχολείων, τα οποία με τον καιρό ολοένα και πλήθαιναν. Τόσο μάλιστα που έφτασε να καταγράφεται πως το 1806 κάθε πόλη είχε δύο ή 3 σχολεία κατ' ελάχιστο. Μόνο στα Ιωάννινα, από το 1647 ως το 1805 ιδρύθηκαν και λειτούργησαν πέντε τουλάχιστο ονομαστές σχολές.
Κατά καιρούς εμφανίζονταν περιπτώσεις κατά τις οποίες σε απομακρυσμένες περιφέρειες γινόταν δυσχερής ή και απαγορευόταν η λειτουργία των σχολείων, κυρίως όσο αυτή συνδεόταν με απελευθερωτικά κινήματα ή κατά τις διάφορες εξεγέρσεις. Αναφέρεται επίσης πως πολλές φορές χρειαζόταν να δωροδοκούνται οι Τούρκοι αξιωματούχοι ώστε να επιτρέπουν την λειτουργία των σχολείων.

Εν γνώσει της συνύπαρξης σχολείων με ταυτόχρονες απαγορεύσεις και διώξεις είναι και ο Τρύφων Ευαγγελίδης. Στο έργο του για την παιδεία επί τουρκοκρατίας απαρριθμεί πάνω από 300 Ελληνικά σχολεία μέσα στην Οθωμανική Αυτοκ/ρία αλλά αναφέρει και την διδασκαλεία “σε κρυφούς τόπους” ειδικά πριν τον 17ο αιώνα. Εξηγεί μάλιστα ότι έγραψε την πραγματεία του για να αποδείξει την θέληση των Ελλήνων για παιδεία, η οποία γινόταν ακόμα και “κρύφα και εν παραβύστω” παρά την αντίθετη πολιτική των Τούρκων. 
Στην κρυφή διδασκαλία, την οποία συνδέει με τον απελευθερωτικό αγώνα, αναφέρεται και ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) σε λόγο του στη Λευκάδα.
Τη διεξαγωγή κρυφών μαθημάτων ελληνικού περιεχομένου στο τουρκοκρατούμενο Αργυρόκαστρο μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα αναφέρει ο R. Puaux, τοπικός ανταποκριτής της Γαλλικής εφημερίδας Temps κατά την απελευθέρωση της πόλης το 1913.
Πιθανώς η παλαιότερη αναφορά σε κρυφή εκπαίδευση γίνεται το 1825, στο έργο Leucothea του Γερμανού λόγιου Καρλ Ίκεν (Carl Iken), μαρτυρία που οφείλεται ωστόσο στον λόγιο και γιατρό Στέφανο Κανέλλο. Αλληλογραφώντας με τον Ίκεν το 1822, επιχειρούσε τότε να τον ενημερώσει για την πνευματική κατάσταση της πατρίδας του κατά την Τουρκοκρατία, σε μια περίοδο που το ενδιαφέρον του ευρωπαϊκού κοινού απαιτούσε τη βαθύτερη διαφώτισή του για τα δίκαια του ελληνικού αγώνα. Σύμφωνα με τον Κανέλλο, «οι Τούρκοι εμπόδιζαν τα σχολεία αυστηρότερα και από τις εκκλησίες» και οι Έλληνες προσπαθούσαν να συστήσουν κοινά σχολεία «κρυφίως». Σε άλλο σημείο της επιστολής του, ωστόσο, αναφέρεται στην αμάθεια των υπόδουλων Ελλήνων, υποστηρίζοντας ότι δεν προερχόταν από αναισθησία ή αδιαφορία τους προς την παιδείαν, αλλά από την «αθλίαν κατάστασιν των σχολείων, αποτέλεσμα της όλης καταστάσεως του έθνους». Σημειώνει, παράλληλα, πως πολλοί νέοι «έτρεχαν προθύμως εις όποιον σχολείον εμάνθαναν ότι είναι καλός δάσκαλος».
Τα επόμενα χρόνια, οι αναφορές σε κρυφά σχολεία κατά την τουρκοκρατία πληθαίνουν. Στα απομνημονεύματά του, ο Νικόλαος Δραγούμης έφερε στην επιφάνεια το Κρυφό Σχολείο, ενώ ήδη την εποχή που αρθρογραφούσε στο περιοδικό Πανδώρα σημείωνε χαρακτηριστικά: «Εκαυχάτο πάντοτε ο πατήρ μου ότι εδάρη υπό του οθωμανού χάριν των ελληνικών γραμμάτων [...] Επειδή δε τα σχολεία διήγειραν τας υποψίας αυτών και κατέτρεχον παντοιοτρόπως, και διδάσκαλοι και μαθηταί εσοφίζοντο παντοίους επίσης τρόπους δια να αποφεύγωσιν την οργήν των. Και οσάκις συνήρχοντο εις το σχολείον, είς εξ αυτών ιστάμενος πλησίον του παραθύρου ως κατάσκοπος έστρεφεν ανήσυχος πανταχού το βλέμμα και έδιδεν προς τους άλλους την είδησιν ότι έβλεπεν οθωμανόν ερχόμενον μακρόθεν. Αναφορά στη λειτουργία κρυφών σχολείων κάνει λόγο στα απομνημονεύματά του και ο Φωτάκος ή Φώτιος Χρυσανθόπουλος, σύμφωνα με τον οποίο μόνο οι Έλληνες φρόντιζαν για την παιδεία, «εν τω σκότει και προφυλακτά από τους Τούρκους.

Η παρουσία του Κρυφού Σχολείου στη λαϊκή παράδοση πιστεύεται πως υπήρξε αποτέλεσμα της λόγιας επίδρασης των μεταπελευθερωτικών χρόνων. Σημαντικότερες λαογραφικές αναφορές θεωρούνται το παιδικό τραγούδι «Φεγγαράκι μου λαμπρό...» και στη μεταγενέστερη ελληνική τέχνη ο ομώνυμος πίνακας του Νικόλαου Γύζη που ενέπνευσε επίσης ένα σχετικό ποίημα του Ιωάννη Πολέμη. Ως μαρτυρία για την ύπαρξη κρυφών σχολείων προβάλεται επίσης η ύπαρξη σχετικών τοπωνυμίων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Το παιδικό τραγούδι, που αναφέρεται και ως νανούρισμα, καλύπτει ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο και γνώρισε πολλές αλλοιώσεις, παρόμοιες με αυτές που συνήθως συναντώνται στα δημοτικά τραγούδια. Στη βασική μορφή του δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από τον Sanders το 1844. Το τραγούδι δεν συσχετίζεται, από τους πρώτους συλλογείς, με το Κρυφό Σχολείο, ούτε αναφέρεται σαφώς σε αυτό. Για πρώτη φορά συνδέεται με την ύπαρξη κρυφών σχολείων το 1855, σε μελέτη του λογίου Γρ. Γ. Παπαδοπούλου, όπου σημειώνει πως «Οι μαθητές την νύκτα εξερχόμενοι λάθρα μετέβαινον εις τον διδάσκαλον, λέγοντες το γνωστόν ασμάτιον “Φεγγαράκι μου λαμπρό”...».
Ο ομώνυμος πίνακας του Γύζη παριστά ένα κρυφό σχολείο, όπως το φαντάστηκε ο καλλιτέχνης, και φιλοτεχνήθηκε το 1886. Το έργο ανήκει στις συνθέσεις ηθογραφικού χαρακτήρα του Γύζη, του οποίου ο συμβολισμός δίνεται από τον ίδιο, σε επιστολή του, όπου σημειώνει χαρακτηριστικά: «Δια του υπογείου, της κλειστής θύρας και παραθύρου και δια του ωπλισμένου νέου, εσκέφθην να παραστήσω την εποχήν εκείνην της Ελλάδος, ότε επί Τουρκοκρατίας ήσαν αυστηρώς απηγορευμένα τα σχολεία και μόνον εν κρυπτώ ελειτούργουν». Είναι άγνωστη η πηγή έμπνευσης του Γύζη αλλά εικάζεται πως συνδέεται με τη γενέτειρά του, όπου ένα μικρό μοναστήρι της Αγίας Τριάδας ήταν γνωστό, προεπαναστατικά ακόμα, ως «Το Κρυφό Σχολειό». Κατά τον Αγγέλου η ύπαρξη κρυφού σχολείου στην Τήνο έρχεται σε αντίθεση με την ιστορική πραγματικότητα διότι το νησί περιήλθε υπό τουρκική κατοχή αρκετά αργότερα (1718), χωρίς όμως να αλλοιωθούν οι συνθήκες ζωής των κατοίκων και με σχεδόν καθολική απουσία των Τούκρων από την περιοχή. Πολλοί ακόμα χώροι διατηρούν το τοπωνύμιο του Κρυφού Σχολείου, γεγονός που χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για τη λειτουργία κρυφών σχολείων στις περιοχές αυτές. Φέρεται, μεταξύ των άλλων, να έχουν λειτουργήσει στην Ιερά Μονή Φιλοσόφου της Δημητσάνης, στη Μονή Στρατηγοπούλου ή Μονή Ντίλιου στο νησί των Ιωαννίνων, σε σπήλαιο της Ίου, στη Βέργοια Λακωνίας, στην Ιερά Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας της Φωκίδας, καθώς και στις μονές Φιλανθροπηνών στα Γιάννενα και Αγίας Τριάδας στην Τήνο. Πρόκειται συνήθως για χώρους που ομοιάζουν με μικρές κατακόμβες και οι σχετικές μαρτυρίες στηρίζονται μόνο στην προφορική παράδοση χωρίς οποιαδήποτε χρονολογική ένδειξη για την πρώτη εμφάνιση του τοπωνυμίου. Στη Μονή Φιλοσόφου είναι γνωστό πως σπούδασε ο Μιχαήλ Οικονόμου (1798 - 1879), ο οποίος στα απομνημονεύματά του δε μνημονεύει την ύπαρξη κρυφού σχολείου.

Τις βάσεις για την θεώρηση του κρυφού σχολείου ως μύθου έθεσαν με το έργο τους ο λόγιος Μανουήλ Γεδεών το 1939, ο ιστορικός Γιάννης Βλαχογιάννης το 1945 και ο Γιάννης Κορδάτος το 1956. Ο Λίνος Πολίτης ήταν ο πρώτος ακαδημαϊκός που επίσης αρνήθηκε το κρυφό σχολείο ως μύθο το 1957, για να ακολουθήσουν μεταγενέστερα ο Άλκης Αγγέλου και ο Δημήτριος Πάλλας το 1974. Ο Αγγέλου καταλήγει στο συμπέρασμα πως από το πλήθος των μαρτυριών καθ´όλη την περίοδο της τουρκοκρατίας δεν διασώζεται καμία αναφορά στην ύπαρξη κρυφών σχολείων, ούτε μνημονεύεται ως στοιχείο της προφορικής παράδοσης. Ο Βλαχογιάννης, στη Νέα Εστία, σημειώνει την απουσία ιστορικών μαρτυριών που να βεβαιώνουν την ύπαρξη κρυφού σχολείου. Την απουσία ιστορικής απόδειξης περί της ύπαρξης του κρυφού σχολείου δέχεται επίσης ο ιστορικός Τ. Γριτσόπουλος   [35αλλά πιστεύει ότι τα περί κρυφού σχολείου απηχούν μια πραγματικότητα και απορρίπτει απόψεις ιστορικών όπως ο Αγγέλου που αρνούνται την ύπαρξή του.
Στη σύγχρονη ιστοριογραφία έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι μαρτυρίες για κρυφά σχολειά που πλήθαιναν συνεχώς, μετά την επανάσταση, στερούνται ιστορικής αξίας, ως πολύ μεταγενέστερες της εποχής στην οποία υποτίθεται ότι αναφέρονται (και η οποία τοποθετείται στα πρώτα εκατό και πλέον χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης) και πως δημιουργήθηκαν μέσα στο κλίμα της εθνικής σκοπιμότητας που καλλιεργήθηκε κατά την Επανάσταση του '21. Κατά τον Αγγέλου, το Κρυφό Σχολειό σχηματοποιήθηκε στη νεοελληνική ιστορική συνείδηση κατά τα μεταπελευθερωτικά χρόνια. Στα μετεπαναστατικά χρόνια, η συνέχιση του μύθου ήταν εύκολη, καθώς αυτό το κλίμα παρέσυρε αρκετούς ιστορικούς, με τη συνδρομή και της τέχνης του λόγου (όπως το ποίημα του Πολέμη) και των εικαστικών τεχνών (ο πίνακας του Γύζη).. Ο θρύλος που ξεκίνησε να διαμορφώνεται σταδιακά, γνώρισε εν τέλει μεγάλη δημοτικότητα χάρη στο κλίμα του ενθουσιασμού και της εθνικής εξάρσεως, που χαρακτηρίζει το 19ο αιώνα, εναρμονισμένος με τα στοιχεία που συνέθεταν το πνευματικό κλίμα της εποχής, και περνώντας κυρίως μέσα από το ρητορικό λόγο, αλλά σχεδόν καθόλου από το φυσικό του χώρο, δηλαδή την ιστορία της εκπαίδευσης. Ο θρύλος του Κρυφού Σχολείου καλύπτει συνήθως την περίοδο από την άλωση έως τον 17ο αιώνα.Με δεδομένη την επιβράδυνση που προκάλεσε η τουρκική κατάκτηση στην παιδεία, εικάζεται ότι μεμονωμένες προσπάθειες για κάποια εκπαιδευτική κίνηση θα ήταν τόσο αδύναμες ώστε τελικά να αφήσουν ελάχιστα ίχνη της παρουσίας τους.

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ

Ιεράρχης και πρωταγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Ονομαζόταν Γεώργιος Γκόζιας και γεννήθηκε στη Δημητσάνα στις 25 Μαρτίου 1771, τη Μεγάλη Παρασκευή. Ήταν η δύσκολη εποχή των Ορλωφικών, που σημαδεύτηκε από τις θηριωδίες των Αλβανών στην Πελοπόννησο. Είχε τη τύχη να φοιτήσει στη Σχολή της Δημητσάνας κοντά στον προικισμένο δάσκαλο Αγάπιο Παπαδόπουλο ή Παπαντωνόπουλο, ο οποίος τη διεύθυνε με επιτυχία επί 32 χρόνια, αναμορφώνοντάς την και δίνοντάς της αίγλη και φήμη.
Στη συνέχεια έγινε γραμματέας του μητροπολίτη Αργολίδας Ιάκωβου Πετράκη, οπότε και χειροτονίθηκε ως διάκονος και πήρε το όνομα Γερμανός. Αργότερα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου παρακολούθησε ανώτερα μαθήματα στην περίφημη Πατριαρχική Σχολή Κουρούτσεσμε. Το 1804, ο Γερμανός συμμετείχε σε μια ομάδα κληρικών με ανώτερη μόρφωση, μέλών της Πατριαρχικής Σχολής Κουρούτσεσμε, η οποία επιμελήθηκε και εξέδωσε ελληνικό λεξικό, το οποίο αργότερα χαρακτηρίστηκε ως "Κιβωτός της Ελληνικής Γλώσσης". Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο μητροπολίτης Κυζίκου Ιωακείμ, από τους αρχαιότερους δασκάλους της Πατριαρχικής Σχολής, μέλος της Πατριαρχικής Συνόδου και ο μεγάλος γνώστης και μελετητής της Ελληνικής Γραμματείας. Ο Γερμανός ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον Ιωακείμ, ο οποίος τον περιέλαβε με την εμπιστοσύμη του και την αγάπη του και αργότερα έμελε να τον στηρίξει έμπρακτα.
Το Μάρτιο του 1806 ο Γερμανός, μετά την παραίτηση του Ιωακείμ, εκλέχτηκε σε ηλικία 36 ετών μητροπολίτης Παλαιών Πατρών και η ενθρόνισή του στην Πάτρα έγινε τον Μάιο του 1806. Κατά τον ερχομό του Γερμανού στην Πάτρα, οι πιστοί του επιφύλαξα θερμή υποδοχή. Η ποιμαντορία του στην Πάτρα ήταν επιτυχημένη και ο λαός τον περιέλαβε με μεγάλη αγάπη, σεβασμό και αφοσίωση. Κατά τα έτη 1815-1817, ο Γερμανός διετέλεσε και μέλος της πατριαρχικής Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Σε όλη τη διάρκειά της ποιμαντορία του ο Γερμανός εκδήλωσε έμπρακτα την αγάπη του και για τη γενέτειρά του και τους συμπατριώτες του, ενισχύοντας ηθικά και οικονομικά τη Σχολή της Δημητσάνας και χρηματοδοτώντας την κατασκευή του υδραγωγείου της πόλης και μιας γέφυρας στο Λούσιο.
Ο όρκος των αγωνιστών και η ευλωγία της σημαίας από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό. Λάδι. Θ. ΒρυζάκηΤο Νοέμβριο του 1818 ο Γερμανός μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Τα χρόνια της προετοιμασίας του αγώνα είχε δυναμική συμβολή. Στις 13 Μαρτίου του 1821 ευλόγησε τη σημαία της Επανάστασης στη Μονή της Αγίας Λαύρας. Την 25η Μαρτίου την ύψωσε στην Πάτρα και όρκισε τους επαναστάτες στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Πέθανε το 1826 στη διάρκεια της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, της οποίας είχε εκλεγεί μέλος. Κατά το εναρκτήριο έναυσμα της ελληνικής επανάστασης στην Πάτρα στις 25 Μαρτίου 1821, ο Γερμανός οργάνωσε και πραγματοποιήθηκε τελετή ύψωσης και ευλογίας των επαναστατημένων όπλων στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση. Εκεί, αφού τοποθέτησε φρουρούς και έναν πρόχειρο βωμό για την τοποθέτηση του Τιμίου Σταυρού, μέσα σε έξαλλο ενθουσιασμό ευλόγησε τα όπλα και την πρώτη ελληνική σημαία, δεήθηκε για την έναρξη του αγώνα, για τους αγωνιστές και για τα θύματα και έδωσε θάρρος και ενθουσιασμό στον λαό. Το πλήθος ασπάζονταν το Σταυρό, φώναξε επαναστατικά συνθήματα και ορκίζονταν ζητωκραυγάζοντας "ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ". Την επομένη, ο Γερμανός έστειλε εγκύκλιο στους πρόξενους των ξένων δυνάμεων με τον σκοπό της εξέγερσης, ζητώντας υποστήριξη και προστασία.
Τον Οκτώβριο του 1822 μετέβη στη Ρώμη μαζί με τον Γ. Μαυρομιχάλη, σαν απεσταλμένος του αγωνιζόμενου Έθνους για την ενημέρωση της γειτονικής Ιταλίας και του Βατικανού, όπου και παρέμεινε μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1824. Παράλληλα οι δύο άνδρες είχαν την αποστολή να ενημερώσουν όλους τους επιφανείς πατριώτες του εξωτερικού, μεταδίδοντας και διαδίδοντας την επιθυμία των Ελλήνων για αποτίναξη του ζυγού και ελευθερία και αποκομίζοντας κάθε είδους υποστήριξη από αυτούς και από τα ξένα κράτη. Η αποστολή του Γερμανού εξέφρασε εκείνη την περίοδο την επίσημη φωνή της επαναστατημένης Ελλάδας στο εξωτερικό και απέφερε αρκετά οφέλη στην επανάσταση .
Όταν επέστρεψε ο Γερμανός στην Ελλάδα, μαινόταν ο εμφύλιος σπαραγμός. Αφού είδε ότι οι παραινέσεις του δεν γίνονταν αποδεκτές, αποσύρθηκε αποκαρδιωμένος στη μονή της Χρυσοποδαρίτισσας. Εκεί, με εντολή του Γκούρα, οι στρατιώτες τον απήγαγαν με βία και τον έσυραν πεζό μέχρι τη Γαστούνη, το χειμώνα του 1825. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο σοβαρός κλονισμός της υγείας του. Αργότερα ο Γερμανός ενεργοποιήθηκε σαν μέλος της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου. Στο Ναύπλιο ο Γερμανός προσεβλήθη από λοιμώδη νόσο από την οποία και απεβίωσε στις 30 Μαΐου 1826.
Αργότερα, το λείψανό του Γερμανού μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του Δημητσάνα και τοποθετήθηκε σε ορειχάλκινη λάρνακα. Από τότε φυλάσσεται στη μεγάλη αίθουσα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής της Δημητσάνας. Αργότερα, το 1930, οι Δημητσανίτες έστησαν προς τιμή του επιβλητικό μνημείο στη γενέτειρά του. Στη θέση Καλλιθέα, στην είσοδο της Δημητσάνας από τη Στεμνίτσα, σε μαρμάρινο βάθρο στήθηκε ο χάλκινος ανδριάντας του, έργο του Ιταλού γλύπτη Caparelo. Στη βάση του τοποθετήθηκαν συμβολικά δυο μαρμάρινα αγάλματα, το ένα με τη μορφή της θλιμμένης Ελλάδας και το άλλο του Έλληνα αγωνιστή. Ένας άλλος ανδριάντας του κοσμεί την πλατεία Ψηλά Αλώνια στην Πάτρα, που έστησαν οι Πατρινοί προς τιμήν του.
Στα τελευταία χρόνια του ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έγραψε τα απομνημονεύματά του, που δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1837. Αυτά μαζί με την ολοκληρωμένη βιογραφία του, έχουν εκδοθεί σε τόμο από τις εκδόσεις της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής Δημητσάνας με τίτλο: "Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα", Φωτοτυπική επανέκδοσις (εκ της β' εκδόσεως), Επιμέλεια- Εισαγωγή - Ευρετήριον Ιωάννας Γιανναροπούλου, Τάσου Αθ. Γριτσοπούλου, Αθήναι 1975.


Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ-Ο ΗΡΩΑΣ ΠΟΥ ΤΣΑΚΙΣΕ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ



Εάν ο Μανώλης Μπικάκης ήταν Αμερικανός πεζοναύτης και πολεμούσε στις ζούγκλες του Βιετνάμ, το Χόλιγουντ θα τον είχε κάνει ταινία τύπου Ράμπο, που θα έσπαγε ταμεία. Ο Μπικάκης ήταν Έλληνας καταδρομέας από την Κρήτη και το 1974 στάλθηκε στην Κύπρο. Υπηρετούσε στην Α Μοίρα Καταδρομών, στο Μάλεμε, την ενίσχυση που στάλθηκε για την ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛΔΥΚ (Επιχείρηση με τον κωδικό Νίκη).
Ο Μπικάκης προσγειώθηκε στην Κύπρο ξημερώματα της 21ης Ιουλίου, μαζί με άλλους 300 Λοκατζήδες και συγκρότησαν την 35 Μοίρα Καταδρομών. Πρώτη αποστολή τους ήταν να κρατήσουν τη Λευκωσία από την επίθεση του αττίλα. Οι Κρητικοί καταδρομείς, εν μέσω βροχής όλμων, τάχθηκαν στον “Ανώνυμο Λόφο”. Ο Μπικάκης με το αντιαρματικό του Π.Α.Ο και 8 βλήματα, βρέθηκα σε κάποια φάση της επιχείρησης σε προχωρημένη θέση, αποκομμένος από τους υπόλοιπους καταδρομείς. Τότε συνειδητοποίησε ότι είναι μόνος απέναντι σε έξι εχθρικά άρματα Μ-48, ακολουθούμενα από ένα τούρκικο τάγμα πεζικού! Αποφασίζει μόνος του να τα βάλει μαζί τους σε μία ανορθόδοξη και άνιση μάχη.
Στα 300 μέτρα χτυπάει το πρώτο άρμα και ακολουθώντας τις βασικές αρχές της εκπαίδευσης και του ένστικτου του, ελίσσεται και χτυπάει και το δεύτερο άρμα, καίγοντας το!  Ακολούθως χτυπάει και το 30 στα 200 μέτρα και αλλάζει θέση πριν να καταλάβουν οι τούρκοι πόσοι και από πού τους χτυπάνε. Μέχρι να καταλάβουν τι γίνεται, ο Μπικάκης καταστρέφει και το 4ο άρμα. Το πέμπτο κάνει οτι υποχωρεί αλλά επιστρέφει για να αιφνιδιάσει και τότε ο Μπικάκης με το Π.Α.Ο του, το καταστρέφει!
Το έκτο άρμα υποχωρεί αλλά ο Μπικάκης το πετυχαίνει σε μια απόσταση 700 μέτρων! Οι τούρκοι πεζικάριοι, πανικόβλητοι το βάζουν στα πόδια αναζητώντας καταφύγιο σε ένα κτίριο. Δεν φαντάζονται ότι ο μοναχικός καβαλάρης έχει ακόμη 2 βλήματα με τα οποία χτυπάει και καταστρέφει το καταφύγιο τους!
Ποτέ δεν μαθεύτηκε ο ακριβής αριθμός των εισβολέων που έπεσαν απ τα χέρια του Μπικάκη, ο οποίος έμεινε 4 μέρες στη θέση του, πολεμώντας νηστικός και άυπνος με ένα πολυβόλο και έχοντας σαν φυλαχτό τη φωτογραφία της κοπελιάς του Ελένης, που τον περίμενε να γυρίσει στην Κρήτη.
Ο Μανωλιός, γύρισε τελικά στην Κρήτη, παντρεύτηκε, δούλεψε στις οικοδομές αλλά δυστυχώς πέθανε εν καιρώ ειρήνης σε τροχαίο το 1994.
Αυτός ο λεβέντης Κρητικός, δυστυχώς ποτέ δεν έλαβε καμία ηθική ή άλλη αμοιβή για το θάρρος και την ανδρεία του, αφού η πρόταση του διοικητή του για να του απονεμηθεί το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα από την πολιτεία…

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Η ΚΥΡΑ ΤΩΝ ΜΑΡΑΣΙΩΝ



Η Βασιλική Λαμπίδου - Φωτάκη γεννήθηκε το 1904 στο Μεγάλο Ζαλούφι της Ανατολικής Θράκης. Από παιδί γνώρισε την ορφάνια και την πίκρα της προσφυγιάς, καθώς οι προστάτες - συγγενείς της μετακινήθηκαν κυνηγημένοι από τους Τούρκους στην Αδριανούπολη. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκε προσωρινά στο Ελληνοχώρι Διδυμοτείχου και έπειτα στο Σάκκο Ορεστιάδας.
Παντρεύτηκε και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Κι όταν έχασε τα τρία σε νεαρές ηλικίες, σε δύσκολες εθνικές στιγμές, άρχισε να βλέπει σαν δικά της παιδιά, όλα τα Ελληνόπουλα και ιδιαίτερα τα στρατευμένα.
Το 1962 εγκαταστάθηκε οριστικά στα Μαράσια. Το σπίτι της ήταν το τελευταίο του χωριού, κτισμένο δίπλα στο ακριτικό φυλάκιο των Μαρασίων. Συμμεριζόμενη από κοντά τα προβλήματα των νεαρών στρατιωτών, καθώς ζούσαν μακριά από τις οικογένειες τους, πήρε την μεγάλη απόφαση να τους συμπαρασταθεί, με αγάπη, τρυφερότητα, αφοσίωση και φιλοστοργία, σαν να ήταν η πραγματική τους μάνα. Έτσι έγινε η ενσάρκωση της άδολης χριστιανικής και πατριωτικής διακονίας και του ιδεώδους καρδιόβγαλτου εθελοντισμού.
Για δεκαετίες ολόκληρες μαγείρευε το φαγητό των φρουρών των συνόρων μας, έπλενε τα ρούχα τους, άκουγε τον παλμό της καρδιάς τους, μα και τις ανησυχίες τους, και καθημερινά ύψωνε παρά τα χρόνια της, την ελληνική σημαία για να κυματίσει περήφανα - όπως η ίδια έλεγε - στον ελληνικό ουρανό.
Συμβόλιζε τη Μάνα. Όσοι έκαναν τη στρατιωτική θητεία τους στον Έβρο, οι σημερινοί σαραντάρηδες και πενηντάρηδες, τη θυμούνται με λατρεία και ευγνωμοσύνη.

 Με τιμές εν ενεργεία αξιωματικού του στρατού κηδεύτηκε η Βασιλική Λαμπίδου η γνωστή «κυρά των Μαρασίων», η οποία απεβίωσε σε ηλικία 107 ετών. Η κηδεία της έγινε στα Μαράσια στις 19 Ιουνίου 2011 με την παρουσία του αρχηγού ΓΕΣ Φράγκου Φραγκούλη. Η «κυρά των Μαρασίων» ήταν αυτή που επί 50 χρόνια ύψωνε τη γαλανόλευκη στο σπίτι της λίγα μέτρα από τα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΨΑΡΩΝ

Κατά το τέταρτο έτος της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ο σουλτάνος Μαχμούτ βρισκόταν σε αδυναμία να καταστείλει την Επανάσταση και ζήτησε τη βοήθεια του υποτελούς του Μεχμέτ Αλή Πασά της Αιγύπτου. Το Μάρτιο του 1824 συνήφθη μεταξύ των δύο ανδρών συμφωνία, με την οποία ο Μεχμέτ Αλή δεχόταν να συμπράξει, υπό τον όρο να του παραχωρηθεί η Κρήτη, η Κύπρος και να διορισθεί ο θετός γιος του, Ιμπραήμ, διοικητής της Πελοποννήσου. Την ίδια ώρα, οι ελληνικές δυνάμεις, ευρισκόμενες στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου, είχαν φθαρεί και αποσυντονισθεί.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι έδιδαν πρωταρχική σημασία στις κατά θάλασσα επιχειρήσεις, γιατί αν δεν καταστρεφόταν ο ελληνικός στόλος και δεν εξουδετερώνονταν οι ναυτικές βάσεις των Ελλήνων, δεν θα ήταν δυνατό να ευδοκιμήσουν οι κατά ξηρά προσπάθειές τους. Αποφασίσθηκε, λοιπόν, ο αιγυπτιακός στόλος υπό τον περιβόητο Χουσεΐν να προσβάλλει την Κάσο και ο τουρκικός υπό τον Χοσρέφ Πασά τα Ψαρά.
Τα Ψαρά, ένα μικρό νησί στα βορειοδυτικά της Χίου, είχε σπουδαία θαλασσινή παράδοση και ήταν η τρίτη ναυτική δύναμη της Ελλάδας, μετά την Ύδρα και τις Σπέτσες, με ονομαστούς πυρπολητές, όπως ο Παπανικολής, ο Κανάρης και ο Πιπίνος. Ο Χοσρέφ είχε εντολή από τον σουλτάνο να εξαφανίσει από προσώπου γης τα Ψαρά, που τόσα προβλήματα δημιουργούσαν στον δυσκίνητο τουρκικό στόλο.
Το πρωί της 20ης Ιουνίου ο τουρκικός στόλος απέπλευσε από το Σίγρι Μυτιλήνης με προορισμό τα Ψαρά. Απετελείτο από 176 πλοία (πολεμικά και φορτηγά) και 12 χιλιάδες άνδρες (τούρκους και τουρκαλβανούς). Η τουρκική αρμάδα έφθασε στον αβαθή ορμίσκο Κάναλος, στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού, το απόγευμα της ίδιας μέρας. Τη στιγμή εκείνη, άρχισε μία εκ των πλέον δραματικών δοκιμασιών του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Έπειτα από ισχυρό κανιοβολισμό, οι Τούρκοι πέτυχαν την απόβαση των αγημάτων τους.
Οι κάτοικοι του νησιού ανέρχονταν σε 30.000, οι 7.000 ντόπιοι και οι υπόλοιποι πρόσφυγες από τη Χίο και τις ακτές της Μικράς Ασίας. Το υπερασπίζονταν 1.300 Ψαριανοί, 700 πάροικοι και 1027 μισθοφόροι από τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία.
Οι μαχητές των Ψαρών υπέπεσαν σε ένα σοβαρό λάθος, καθώς αποφάσισαν να περιορισθεί ο αγώνας στην άμυνα της νήσου. Έτσι, έθεσαν σε απραξία τον στόλο και δεν χρησιμοποίησαν καθόλου τα πυρπολικά. Μάλιστα, αφαίρεσαν τα πηδάλια των πλοίων. Ακόμη, διασκόρπισαν τις δυνάμεις τους στην ξηρά και δεν έδιωξαν τα γυναικόπαιδα.
Οι αποβιβασθέντες Τούρκοι του Χοσρέφ κατέβαλαν με σχετική ευκολία τους αμυνομένους και μέσα σε δύο μέρες είχαν καταλάβει το νησί. Επακολούθησε η φοβερή καταστροφή. Το πλήθος έσπευσε να σωθεί στα λίγα πλοία, από τα οποία δεν είχαν αφαιρεθεί τα πηδάλια. Λίγοι τα κατέφεραν, καθώς ο στόλος του Χοσρέφ είχε περικυκλώσει το νησί.
Μόνη εστία αντίστασης παρέμεινε το Παλαιόκαστρο, η οχυρή θέση που δεσπόζει της Χώρας. Οι υπερασπιστές του, ανάμεσά τους και πολλά γυναικόπαιδα, αμύνθηκαν σθεναρά εναντίον 6.000 Τούρκων που τους πολιορκούσαν. Όταν η αμυντική γραμμή τους έσπασε και το φρούριο πλημμύρισε από Τούρκους, ο Αντώνιος Βρατσάνος έβαλε φωτιά στην πυριταδοποθήκη για να μην πέσουν στα χέρια των εισβολέων.
Η καταστροφή και η σφαγή που ακολούθησε υπήρξε τρομερή. Από τους 30.000 κατοίκους του νησιού, οι 18.000 θανατώθηκαν ή πωλήθηκαν ως σκλάβοι. Την εικόνα της καταστροφής δίνει με τον πιο παραστατικό τρόπο ο εθνικός ποιητής Διονύσιος Σολωμός στο περίφημο επίγραμμά του:
«Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η Δόξα μονάχη
μελετά τα λαμπρά παλληκάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί
γινωμένο από λίγα χορτάρια
πούχαν μείνει στην έρημη γη»
Από τα περίπου 100 πλοία των Ψαριανών, μόνο 16 διασώθηκαν, καθώς και 7 πυρπολικά με τον Κανάρη. Όσοι από τους κατοίκους των Ψαρών γλίτωσαν από το γιαταγάνι των Οθωμανών εγκαταστάθηκαν στη Μονεμβασιά και μετά την απελευθέρωση στην Αρχαία Ερέτρια, που πήρε την ονομασία Νέα Ψαρά.
Η Καταστροφή των Ψαρών υπήρξε δεινό πλήγμα για την Επανάσταση. Χάθηκε μία από τις σημαντικές βάσεις του ελληνικού ναυτικού, ενώ διέτρεξαν άμεσο κίνδυνο οι υπόλοιποι. Η άμεση κινητοποίηση και η αντίδραση των υπόλοιπων δυνάμεων της μαχόμενης Ελλάδας έσωσε την κατάσταση.

Προσπάθεια ανακατάληψης

Μετά την καταστροφή των Ψαρών, Νικόλαος Γύζης.
Το ολοκαύτωμα των Ψαρών συγκλόνισε την επαναστατημένη Ελλάδα και ιδιαίτερα τα νησιά, που απειλούνταν πλέον άμεσα από τον οθωμανικό στόλο. Όμως, ο Χοσρέφ Πασάς, αντί να επιτεθεί στη Σάμο, όπως ήταν σχεδιασμένο, προτίμησε να επιστρέψει στη Λέσβο για να γιορτάσει το μπαϊράμι. Με πρωτοβουλία τότε του υδραίου Λάζαρου Κουντουριώτη συγκροτήθηκε στόλος υπό τους Σαχτούρη και Μιαούλη, προκειμένου να ανακαταλάβει το μαρτυρικό νησί και να εκδικηθεί τους Οθωμανούς για τη μεγάλη σφαγή. Οι ναυτικές μοίρες των δύο ναυάρχων συναντήθηκαν στο ακρωτήρι Λιμνιονάρι των Ψαρών τα ξημερώματα της 3ης Ιουλίου 1824. Σε σύσκεψη, που ακολούθησε, αποφασίσθηκε να πραγματοποιηθεί άμεση απόβαση στο νησί. Το ελληνικό αποβατικό σώμα αριθμούσε 1500 άνδρες, ενώ τα Ψαρά υπερασπίζονταν 600 Τουρκαλβανοί. Οι Έλληνες κατέβαλαν δια περιπάτου τους υπερασπιστές του νησιού, οι περισσότεροι από τους οποίους κατέφυγαν στα τουρκικά πλοία, που ναυλοχούσαν στο λιμάνι των Ψαρών. Γύρω στους 150 δεν μπόρεσαν να φθάσουν στα πλοία και ταμπουρώθηκαν στα σπίτια των Ψαρών, προσπαθώντας να αποκρούσουν τους επιτιθέμενους Έλληνες, που είχαν καταλάβει όλες τις οχυρωματικές θέσεις, μεταξύ αυτών και το Παλαιόκαστρο.
Τα πληρώματα των 25 εχθρικών πλοίων, προσπάθησαν να αντιδράσουν, αλλά όταν πληροφορήθηκαν από τους πανικόβλητους τουρκαλβανούς, ότι οι έλληνες ήταν κύριοι σχεδόν όλου του νησιού, έλυσαν τους κάβους και προσπάθησαν να διαφύγουν στην Λέσβο. Ο Μιαούλης τους κατεδίωξε και στ' ανοιχτά της Χίου συνήφθη ναυμαχία, που κράτησε σχεδόν 5 ώρες, με νικηφόρο αποτέλεσμα για τους έλληνες. Μόνο 5 από τα 20 τουρκικά σκάφη έφθασαν σώα στον προορισμό τους, ενώ σύμφωνα με τις αναφορές του Μιαούλη οι απώλειές τους ξεπέρασαν τους 1000 άνδρες. Οι έλληνες είχαν μόνο ένα νεκρό και έξι τραυματίες.
Μετά τη νικηφόρα ναυμαχία, ο Μιαούλης και τα πλοία του επέστρεψαν στα Ψαρά. Αντί, όμως, οι ελληνικές δυνάμεις να φροντίσουν να διώξουν τους λίγους τουρκαλβανούς που παρέμειναν οχυρωμένοι στα σπίτια και να γίνουν κύριοι του νησιού, άρχισαν το πλιάτσικο. Ναύτες και πλοίαρχοι επιδόθηκαν σε αρπαγή κανονιών, τροφίμων και εμπορευμάτων, όσων είχαν απομείνει στο νησί, για να τα μεταφέρουν ο καθένας στα πλοία του. Τα περισσότερα κανόνια ήταν λάφυρα των Οθωμανών από την καταστροφή του ψαριανού στόλου, ενώ τα τρόφιμα και τα εμπορεύματα τα είχαν αρπάξει οι τουρκαλβανοί από τα σπίτια πλουσίων Ψαριανών, μετά το Ολοκαύτωμα.
Η διαταγή του ναυάρχου Μιαούλη να θεωρηθούν τα κανόνια περιουσία του ελληνικού κράτους δεν εκτελέσθηκε ποτέ. Η διαμάχη για τη μοιρασιά της λείας παρέλυσε την πειθαρχία του στόλου. Με επιστολή του στους προκρίτους της Ύδρας, στις 6 Ιουλίου, ο Μιαούλης διεκτραγωδούσε την κατάσταση: «…Σας αφήνω να στοχασθήτε οποία ακαταστασία, ασυμφωνία και ιδιοτέλεια βασιλεύει εις τον στόλο μας και αν εις τοιαύτην κατάστασιν ευρισκομένου του στόλου εμπορούμεν να βάλωμεν βάσιν και να ελπίζομεν εις αυτόν…».
Προφητική διαπίστωση, που θα επαληθευθεί μια μέρα αργότερα. Στις 7 Ιουλίου, η γολέτα του Τομπάζη, που έπλεε μεταξύ Χίου και Ψαρών, ειδοποίησε ότι μοίρα του οθωμανικού στόλου κατευθυνόταν προς τα Ψαρά. Ο Μιαούλης διέταξε τον στόλο να τεθεί σε πολεμική ετοιμότητα. Από τα 51 ελληνικά πλοία μόνο τα 14 πειθάρχησαν. Ο τουρκικός στόλος κατόρθωσε να επιβιβάσει ενισχύσεις στο νησί, που ενώθηκαν με τους ολίγους πολιορκούμενους τουρκαλβανούς. Στις 10 Ιουλίου 1824 ο Μιαούλης βλέποντας την κακή κατάσταση του στόλου έλυσε την πολιορκία και εγκατέλειψε την περιοχή με τα πλοία του. Κατέφυγε στο Σούνιο, όπου περίμενε διαταγές από την Ύδρα, ενώ τα υπόλοιπα ελληνικά πλοία κατευθύνθηκαν προς το Κάβο-Ντόρο.
Έτσι, η εκστρατεία του ελληνικού στόλου για την ανακατάληψη των Ψαρών δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα, εκτός από την καταστροφή της τουρκικής ναυτικής μοίρας. Το νησί θα παραμείνει υπό οθωμανική κυριαρχία ως το 1912, οπότε θα ενσωματωθεί στον εθνικό κορμό κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων.

ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ 1821

Ο τεκτονισμός έχει ως έμβλημα την τριλογία «Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφότητα» και εργάσθηκε αδιαλείπτως για την απελευθέρωση των καταδυναστευμένων λαών. Στη συμβολή του οφείλεται η Βορειοαμερικανική ανεξαρτησία, η Γαλλική Επανάσταση, η Ιταλική Ένωση, η Ένωση της Επτανήσου κ.λ.π. Τέλος στον τεκτονισμό οφείλεται η ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών, της οποίας οι ιδρυτές υπήρξαν ανώτεροι τιτλούχοι του τάγματος. Από την ίδρυσή του ο τεκτονισμός περιέλαβε στους κόλπους του τις μεγαλύτερες πολιτικές, επιστημονικές, φιλολογικές και στρατιωτικές φυσιογνωμίες. Το 1786 τέθηκε υπό την αιγίδα του Αυτοκράτορα της Πρωσίας Φρειδερίκου του Μεγάλου, ο οποίος και συνέταξε τα Μεγάλα Συντάγματα που διέπουν το τάγμα και ισχύουν έως σήμερα. Στην Αγγλία αρχηγός του τάγματος είναι ο εκάστοτε διάδοχος του θρόνου, στη Δανία ο βασιλιάς, κ.λ.π. Στην Αμερική σχεδόν όλοι οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας, από τον Ουάσιγκτων και έπειτα, υπήρξαν τέκτονες.
Διονύσιος Ρώμας
Ελληνική Επανάσταση Διονύσιος Ρώμας
Η συμβολή του τεκτονισμού στην Ελληνική Επανάσταση αρχίζει έναν αιώνα πριν την έκρηξή της. Οι Στοές της Δύσης, διαφωτισμένες από τους Έλληνες λογίους, που μεταλαμπάδευσαν, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, έγιναν κέντρα αμιγούς φιλελληνισμού. Με την άφιξη του 19ου αιώνα, το κίνημα για την απελευθέρωση της Ελλάδας απέκτησε τη μεγαλύτερη ένταση. Ήδη ο Ρήγας Φεραίος, εμπνευσμένος από τον τεκτονισμό, είχε συστήσει στη Βιέννη μυστική εταιρία αδελφοποίησης των λαών που βρίσκονταν υπό τον οθωμανικό ζυγό, με σκοπό την αλληλοβοήθεια ενάντια στον κοινό τύραννο. Με αυτό το σκοπό είχε ιδρυθεί στις χώρες της Αδριατικής όμοια μυστική εταιρία κατά των τυράννων, παραφυάδα του τεκτονισμού με το όνομα Buono Coudzinos. Υπό την επίδραση του Ρήγα συστάθηκε επίσης στη Σερβία παρεμφερής εταιρία. Το 1812 ιδρύεται από τον τέκτονα Αλ. Μαυροκορδάτο στη Μόσχα η μυστική εταιρία του «Φοίνικα» και στο Παρίσι η εταιρία της «Αθηνάς» και της «Φιλαθηναϊκής Ακαδημίας». Το 1813 αυτές τις εταιρίες διαδέχονται η «Ελληνογαλλική Εταιρία» και η «Εταιρία των Φιλομούσων», υπό την αιγίδα του τέκτονα Ιωάννη Καποδίστρια. Κατά το έτος αυτό ο Διονύσιος Ρώμας ιδρύει στην Κέρκυρα την πρώτη «Εθνική Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος», στη δε Ζάκυνθο και Λευκάδα δύο ανεξάρτητες στοές, οι οποίες είχαν κύριο σκοπό την προετοιμασία των Ελλήνων για τον αγώνα της ανεξαρτησίας .* Μετά από λίγο, περνώντας από τη Λευκάδα, ο έμπορος από την Οδησσό Εμμανουήλ Ξάνθος, μυείται στην εκεί Στοά. Λίγο αργότερα μυείται στη Στοά της Ζακύνθου ο μετέπειτα αρχιστράτηγος της ελληνικής επανάστασης Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Το 1811 πραγματοποιείται στο Παρίσι, μετά από υπόδειξη του Ναπολέοντα Γ', η ίδρυση αμιγώς τεκτονικής μυστικής εταιρίας για την απελευθέρωση της Ελλάδας, υπό τον κόμη Σουαζέλ Γκουφφιέ και τους Χατζή Μόσχο και Ζαλίκη. Ο Ζαλίκης συμβολικώς ονομάσθηκε «Ξενοδόχος», το δε κατάστημά του «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο». Στην εταιρία αυτή μυήθηκαν εκτός των Ελλήνων και άπειροι φιλέλληνες τέκτονες. Κυριότερος από τους πρεσβευτές της εταιρίας αυτής ήταν ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο οποίος κατά την επιστροφή του στη Μόσχα μύησε και τον Νικόλαο Σκουφά. Μετά την πτώση του Ναπολέοντα η εταιρία αυτή μεταφέρθηκε στη Μόσχα, τα δε μέλη της στο Παρίσι ίδρυσαν το «Φιλελληνικό των Παρισίων Κομιτάτον». Ήδη στις παραδουνάβιες χώρες και στην ίδια τη Ρωσία ο τεκτονισμός είχε εξαπλωθεί, πολλοί δε εξέχοντες Έλληνες πολιτικοί και έμποροι, ανάμεσά τους και ο Καποδίστριας, η οικογένεια Υψηλάντη κ.α. ήταν μέλη διαφόρων στοών. Το 1814 ο Εμμανουήλ Ξάνθος, που επέστρεψε από τη Λευκάδα στην Οδησσό, συνδέθηκε με τους Τσακάλωφ και Σκουφά και υπέδειξε την ίδρυση της «Φιλικής Εταιρίας» που οργανώθηκε με βάση τις αρχές του τεκτονισμού. Η εταιρία αυτή συστάθηκε την 25η Οκτωβρίου 1814, οι πρώτοι δε που μυήθηκαν στους ανώτερους βαθμούς ήταν τέκτονες.** Η άμεση επιτυχία της Φιλικής Εταιρίας οφείλεται σε χαρακτηριστικό γεγονός το οποίο συνέβη κατά τη λήξη του συνεδρίου της Βιέννης, όταν ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον Μέττερνιχ να ασχοληθεί το συνέδριο με τη βελτίωση της τύχης των δύστυχων Ελλήνων. Αυτός τότε του απάντησε πως δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη ελληνικού έθνους. «Από τη στιγμή εκείνη…», γράφει στα απομνημονεύματά του ο Νικόλαος Υψηλάντης, «…στα βλέμματα των Ελλήνων διαγραφόταν η σταθερότητα μια μεγάλης απόφασης∙ και ενώ προβληματιζόταν για να βρουν τα μέσα ώστε να εκτελέσουν αυτή τη σκέψη, η οποία τους είχε απορροφήσει ολοκληρωτικά, ενστερνίσθηκαν τα ιερά μυστήρια της αδελφότητας (του τεκτονισμού) που τους ενέπνεε την απελευθέρωσή τους». Τέλος, η αρχηγία της Φιλικής Εταιρίας ανατέθηκε στον τέκτονα Αλέξανδρο Υψηλάντη. Η απελευθερωτική δράση των τεκτονικών Στοών των Επτανήσων, των οποίων μέλος υπήρξε και ο Διονύσιος Σολωμός, εξακολουθούσε καθ' όλη τη διάρκεια της επανάστασης και μετά από αυτήν, με την προσάρτηση των νήσων στην Ελλάδα, στην οποία πρωτοστάτησαν. Απελευθερωτικοί αγώνες Η πρώτη*** «Μεγάλη Ανατολή» στην ελεύθερη πλέον Ελλάδα ιδρύθηκε το 1867, το δε «Υ.Σ.» το 1872 με πρώτο αρχηγό και ιδρυτή τον Δημ. Ροδοκανάκη, ο οποίος εκλήθη γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό από την Αγγλία. Έκτοτε συνεχίζεται η εθνική εργασία του τεκτονισμού στην Ελλάδα, με ενεργή συμμετοχή σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες, της Κρήτης, Μακεδονίας, Ηπείρου, Κύπρου, κ.λ.π. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922, η προσπάθεια του ελληνικού τεκτονισμού για τη βελτίωση της τύχης των αιχμαλώτων αφ' ενός και την αποκατάσταση των προσφύγων αφ' ετέρου υπήρξε ζωηρή και καρποφόρα. Πραγματοποιήθηκαν απ' ευθείας συνεννοήσεις με τις τεκτονικές δυνάμεις της Τουρκίας, που είχαν ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση πολλών αιχμαλώτων και απευθύνθηκε έκκληση προς όλες τις τεκτονικές δυνάμεις του κόσμου.**** Ο τεκτονισμός υποκίνησε τον ζήλο των αμερικανικών οργανώσεων που είχαν καταφθάσει αποτελούμενες από διαπρεπείς τέκτονες αντιπροσώπους (Μοργκεντάου κ.λ.π.), τους δέχθηκε στις Στοές του επικαλούμενος τα τεκτονικά τους αισθήματα και με απ' ευθείς συνεννοήσεις πέτυχε να συγκεντρώσει σημαντικά χρηματικά βοηθήματα για τους πρόσφυγες. Σήμερα (δηλαδή το 1930), στην Αθήνα και τον Πειραιά λειτουργούν, εξαρτώμενες από τη «Μεγ. Ανατολή της Ελλάδος», γύρω στις είκοσι τεκτονικές στοές, πάνω από τριάντα δε στην επαρχία και κάποιες στο εξωτερικό (Κωνσταντινούπολη, Αίγυπτος, Κύπρος), μετέχουν δε σε αυτές και πολλοί πολιτικοί, στρατιωτικοί (στρατηγοί, ναύαρχοι, ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί) και ανώτεροι κληρικοί.***** Υποσημειώσεις * Υπήρξε δε από τότε τέτοια εθνική δράση από τις δύο αυτές στοές που ανάγκασε τον τότε Άγγλο αρμοστή της Κέρκυρας Μαίτλαντ να διατάξει τον έπαρχο Ζακύνθου Ρώσση να συλλάβει αυτούς που συνωμοτούσαν κατά της ακεραιότητας της Τουρκίας και να κατασχέσει τα αρχεία των στοών. Όταν η αστυνομία πολιόρκησε τη στοά της Ζακύνθου, ο μεγάλος δάσκαλος Διονύσιος Ρώμας διεμήνυσε στον έπαρχο Ρώσση, που ήταν ένας απλός τέκτονας μαθητής τότε, ότι τον καθιστά υπεύθυνο απέναντι στην παγκόσμια αδελφότητα, ακόμα και αν ένας μόνο τεκτονικός φάκελος ερχόταν σε χέρια μη τεκτόνων. Ο Ρώσσης πτοήθηκε και διέταξε τη λύση της πολιορκίας. Με αυτόν τον τρόπο σώθηκαν τα έγγραφα, τα οποία θα πρόδιδαν την επανάσταση που προετοιμαζόταν. ** Ο Νικόλαος Υψηλάντης στα απομνημονεύματά του (σελ. 67-80) αφηγείται συγκινητικά επεισόδια για τον ξάδελφό του Κωνστ. Μάνο και τον Γ. Καντακουζηνό, οι οποίοι λόγω του πόθου τους να μυηθούν στους ανώτερους βαθμούς της Φιλικής Εταιρίας, ικέτευσαν να μυηθούν προηγουμένως στον τεκτονισμό. Ο Νικόλαος Υψηλάντης, αδελφός του Αλεξάνδρου, του Δημητρίου και του Γεωργίου, πολέμησε στο πλευρό του Αλεξάνδρου Κ. Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία ως αρχηγός του Ιερού Λόχου και φυλακίστηκε μαζί του στην Αυστρία, στο φρούριο Μούνκουτς. *** Τεκτονική Στοά Ναυπλίου, λειτούργησε κανονικά το 1826. **** Όλοι οι τέκτονες στην Αθήνα και τον Πειραιά πραγματοποίησαν το πρωί της δεύτερης Κυριακής του Μαΐου 1923 επιβλητική τελετή στον Παρθενώνα και ενέκριναν το παρακάτω ψήφισμα: «Οι Έλληνες τέκτονες, οι οποίοι συνήλθαμε στην Αθήνα, στον Παρθενώνα της Ακρόπολης, διαμαρτυρόμαστε κατά των Τούρκων, οι οποίοι εξακολουθούν να τυραννούν και να σφαγιάζουν αθώους στον Καύκασο, στον Πόντο, στη Μικρά Ασία και Συρία, με σκοπό την εξόντωση των μη τουρκικών πληθυσμών. Ως κοσμοπολίτες ανθρωπιστές, κάνουμε έκκληση στις τεκτονικές δυνάμεις της υδρογείου και τους πολιτισμένους λαούς, επικαλούμενοι τα ευγενικά τους αισθήματα για τη σωτηρία των στρατιωτικών αιχμαλώτων και πολιτικών ομήρων, Ελλήνων, Αρμενίων και άλλων δύστυχων, των οποίων ο αναμενόμενος θάνατος είναι βέβαιος. Ζητούμε τον φιλάνθρωπο οβολό τους για τη συντήρηση των προσφύγων, των οποίων τα απαραίτητα για επιβίωση είναι ανεπαρκή». ***** Ο τεκτονισμός, ο οποίος βρισκόταν σε διάσταση με τον Καθολικισμό για καθαρά ιστορικούς λόγους, έχει αντιθέτως άριστες σχέσεις με την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον Προτεσταντισμό. Ο εθνομάρτυρας Πατριάρχης Γρηγόριος Ε', ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βασίλειος, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μελέτιος και πάρα πολλοί άλλοι ιεράρχες και ανώτεροι κληρικοί είναι τέκτονες. Πηγή Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 6ος, Αθήνα, 1930

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε΄

Γεννήθηκε το 1746 στη Δημητσάνα από φτωχούς γονείς, του Ιωάννου και της Ασημίνας Αγγελοπούλου. Το κοσμικό όνομά του ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Μετά τις βασικές σπουδές στο χωριό του, το 1765 πήγε στην Αθήνα για δύο χρόνια όπου μαθήτευσε παρά τον Δημήτριο Βόδα. Το 1767 μετέβη στη Σμύρνη όπου ένας θείος του που ήταν νεωκόρος στο ναό Αγίου Γεωργίου της Σμύρνης, τον βοήθησε να σπουδάσει στο περιώνυμο Γυμνάσιο της πόλης για πέντε χρόνια. Από την παιδική του ηλικία ο Γιώργιος Αγγελόπουλος είχε σχέση με τη Μονή Φιλοσόφου της Αρκαδίας, μέσω της οποίας ενισχύθηκε ο έμφυτος ασκητισμός του. Έτσι, εκάρη μοναχός στις Στροφάδες στη Μονή του Αγίου Διονυσίου και πήρε το όνομα Γρηγόριος.
Στη συνέχεια ο Γρηγόριος αφού σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στην Πατμιάδα Σχολή, υπό τους Δανιήλ Κεραμέα και Βασίλειο Κουταληνό επέστρεψε στη Σμύρνη, κατόπιν πρόσκλησης του τότε Μητροπολίτη Σμύρνης Προκόπιου, όπου και χειροτονήθηκε διάκονος και αρχιδιάκονος. Γρήγορα χειροτονήθηκε ιερέας και κατόπιν ανέλαβε πρωτοσύγκελος Σμύρνης, θέση που διατήρησε μέχρι το 1785.
  • Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο της Διακονίας και Αρχιδιακονίας του στη Σμύρνη, ο Γρηγόριος διατηρούσε αλληλογραφία με τον εκ Δημητσάνας επίσκοπο Μεθώνης Άνθιμο Καράκολο, γνωστό υποκινητή της περιοχής στην ανεπιτυχή επανάσταση των Ελλήνων στα Ορλωφικά. Από την αλληλογραφία εκείνη σώθηκε μια πολύτιμη ιστορικά επιστολή του με ημερομηνία 4 Αυγούστου του 1778 όπου θλιμμένος από την ατυχή έκβαση εκείνης της εξέγερσης ενημερώνει τον Άνθιμο ότι 60.000 περίπου Έλληνες από την Πελοπόννησο, μετά τις εκτεταμένες καταστροφές που τους προξένησαν Αλβανοί, έχουν καταφύγει πρόσφυγες στη Σμύρνη και στις γύρω περιοχές οι οποίοι και έγιναν πρόθυμα δεκτοί από τους Αγάδες ως εργάτες, επιτρέποντάς τους να δημιουργήσουν οικισμούς, εκκλησίες κ.λπ. και παράλληλα, απαλλαγή φόρων για μια δεκαετία. Πολλοί δε εξ αυτών άρχισαν ν΄ αναπτύσσουν εμπόριο και μέσα στη Σμύρνη.
Το 1785 ο Μητροπολίτης Σμύρνης Προκόπιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, οπότε ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε επίσκοπος και τον διαδέχθηκε στη Μητρόπολη Σμύρνης. Από αυτή τη θέση ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα, η οποία τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο κήρυγμα και την κοινωνική δράση, ασχολούμενος ιδίως με την παιδεία του ποιμνίου του.
 ον Μάιο του 1797, μετά το θάνατο του Προκοπίου, ο Γρηγόριος εξελέγη διάδοχός του ως Γρηγόριος Ε΄. Η πατριαρχία του συνέπεσε με μια δύσκολη περίοδο και δεν ήταν καθόλου ανέφελη. Το 1798 εκθρονίστηκε και εξορίστηκε, οπότε αποσύρθηκε στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1806 επανεξελέγη Πατριάρχης, αλλά το 1808 εκθρονίστηκε και πάλι, εξορίστηκε στην Πρίγκηπο και κατόπιν κατέφυγε εκ νέου στο Άγιο Όρος. Στις 15 Δεκεμβρίου 1818 εξελέγη για τρίτη φορά Πατριάρχης και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιανουάριο του 1819.

Κατά τη διάρκεια της τρίτης αυτής πατριαρχίας του ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Πατριάρχης παρέμεινε πιστός στον Σουλτάνο, όπως και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και της Μικράς Ασίας, και αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Φιλική Εταιρεία. Τελικά αναθεμάτισε τρις τους επαναστατημένους Έλληνες. Ο πρώτος αφορισμός μάλιστα "Ὑπεγράφη συνοδικῶς ἐπὶ τῆς ἁγίας Τραπέζης", κάτι το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα να σημάνει το τελειωτικό χτύπημα στη χαμένη εκστρατεία του Υψηλάντη στις Ηγεμονίες.
Σύμφωνα με τον Τ. Κανδηλώρο, βιογράφο του Πατριάρχη, ο Γρηγόριος "Ως αντιπρόσωπος του Χριστού ουδέποτε έπρεπεν να υπογράψει έγγραφον εις το οποίον δεν επίστευεν. Αλλ' ως αρχηγός κινδυνεύοντος έθνους ώφειλε να στέρξει μέτρον, όπερ έστω και προσωρινώς έσωζε τους ανίσχυρους και εμπεπιστευμένους αυτώ πληθυσμούς εκ της σφαγής".
Σύμφωνα επίσης με την επιστολή που απέστειλε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους Σουλιώτες, στις 19 Ιανουαρίου: "Ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά τας Πόρτας (σσ. Υψηλή Πύλη) σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρτα, εσείς όμως να τα θεωρείται ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βία και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του πατριάρχου"
Ο Γρηγόριος μάλιστα ο Ε΄ σε δική του επιστολή προς τον Τούρκο πρωθιερέα αναφέρει: "Μη με προτρέπεται εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείται, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω...ουχί! Εγώ δια τούτω είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου...ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν οφέλειαν από την ζωή μου...Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δε θα ανεχτώ ώστε εις τα οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγύιων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης".
Στην επιστολή του προς τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα αναφέρει: "...Κρυφά υπερασπίζου αυτόν (σσ. Η του παπανδρέα πράξις πατριωτική), εν φανερόν δε άγνοια υποκρίνου, έστι δε ότε και επίκρινε τοις θεοσεβέσι αδελφοίς και αλλοφύλοις. Ιδία πράυνον βεζύρην λόγοις και υπόσχεσιν αλλά μη παραδοθήτω εις λέοντος στόμα. Άσπασον συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπον εις κρυψίνοιαν δια τον φόβον των Ιουδαίων". Πέραν αυτών των επιστολών εστάλησαν και άλλες επιστολές προς τους κληρικούς της Πελοποννήσου, τις οποίες οι Τούρκοι προσκόμισαν στο Βρετανό πρεσβευτή ως απόδειξη της ανάμιξης του Γρηγορίου στη εξέγερση, παρότι τελικά ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε να τις μελετήσει.

Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος, υπό την πίεση ακραίων μουσουλμανικών διαδηλώσεων κατά των Ελλήνων, ζήτησε από τον Σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ να εκδώσει διαταγή (φετφά), σχετικά με τη γενική σφαγή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ο Χατζή Χαλίλ, ύστερα από διαβουλεύσεις με τον Γρηγόριο, ο οποίος του ξεκαθάρισε πως ο ίδιος και το Γένος ήταν αμέτοχοι στην επανάσταση, και βασιζόμενος σε ένα εδάφιο του Κορανίου, αρνήθηκε να εκδώσει τη φετφά τoυ Σουλτάνου .
Αυτό εξόργισε τον Σουλτάνο, ο οποίος τιμώρησε με θάνατο τον Χατζή Χαλίλ και θεώρησε υπεύθυνο και τον Γρηγόριο Ε'. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον Σουλτάνο όχι μόνο να καθαιρέσει, αλλά και να εκτελέσει τον Γρηγόριο. Έτσι, μετά τη λειτουργία του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελιζόμενος από τον όχλο. Κατόπιν, μια ομάδα τριών Εβραίων αγόρασαν το πτώμα του, το περιέφεραν στους δρόμους και το έριξαν στον Κεράτιο κόλπο. Τα ονόματα των τριών αυτών Εβραίων ήταν Μουτάλ, Μπιταχί και Λεβύ. Τη σκηνή της περιφοράς του σκηνώματος από τους τρεις Εβραίους έχει αποδώσει παραστατικά σε πίνακά του ο γερμανός ζωγράφος Πήτερ φον Εςς.

Η λάρνακα του Γρηγορίου του Ε'
Ένας Κεφαλονίτης πλοίαρχος, ονόματι Νικόλαος Σκλάβος, βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε στην Οδησσό, όπου και ετάφη στον ελληνικό ναό της Αγίας Τριάδος. Από εκεί ανακομίστηκε στην Αθήνα, 50 χρόνια μετά, και έκτοτε φυλάσσεται σε μαρμάρινη λάρνακα στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Η κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου απαγχονίστηκε ο Γρηγόριος Ε΄, παραμένει κλειστή και σφραγισμένη μέχρι και σήμερα, σε ένδειξη τιμής. Στο Πατριαρχείο εισέρχεται κανείς από τότε μόνο από τις πλάγιες πύλες.

Ο Γρηγόριος Ε΄ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για θέματα παιδείας. Μετέφρασε και εξέδωσε τους «Περὶ Ἱερωσύνης λόγους» του Ιερού Χρυσοστόμου. Επίσης εξέδωσε στο πατριαρχικό τυπογραφείο τα «Ἠθικὰ» του Μεγάλου Βασιλείου, εξήγηση των ομιλιών του στη Εξαήμερο και άλλα έργα, όλα σε γλώσσα απλουστευμένη, προκειμένου να γίνεται κατανοητή.
Εκτός των θεμάτων Παιδείας, ασχολήθηκε με τη στέγαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και διαρρύθμισε τον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Παρά το βραχυχρόνιο της πατριαρχίας του, εξέδωσε πλήθος τόμων, σιγγιλίων, εγκυκλίων και επιστολών, μέσα από τις οποίες διαφαίνεται η σταθερή του προσήλωση στους εκκλησιαστικούς κανόνες και την παράδοση. Υπήρξε ο ίδιος πρότυπο ήθους προς τους κληρικούς και το λαό, επέδειξε χρηστή οικονομική διαχείριση επιλύοντας πολλά προβλήματα, αλλά πήρε και αποφάσεις που τακτοποιούσαν χρονίζοντα κοινωνικής φύσεως θέματα, όπως αυτά των αρραβώνων και της προίκας, των γάμων και διαζυγίων, και άλλα.

Η προκήρυξη του Αλ. Υψηλάντη στις 24/02/1821 και ο αφορισμός του.

Στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πέρασε τον ποταμό Προύθο μαζί με τους αδελφούς του Νικόλαο και Γεώργιο και, δυο μέρες αργότερα φτάνοντας στο Ιάσιο, απεύθυνε ενθουσιώδη προκήρυξη προς τους Έλληνες τονίζοντας την ανάγκη σε θυσίες που θα χρειαστεί ο αγώνας και την ασημαντότητα των θυσιών αυτών μπροστά στο αγαθό της ελευθερίας εκδίδοντας την κάτωθι προκήρυξη:
Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος
Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν, αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι να αυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την Ευδαιμονίαν.
Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι, οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, και όλη η Ηπειρος, οπλοφορούντες μας περιμένωσιν• ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! η Πατρίς μάς προσκαλεί!
Η Ευρώπη, προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί διά την ακινησίαν μας, ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τα Όρη τής Ελλάδος από τον Ήχον τής πολεμικής μας Σάλπιγγος, και αι κοιλάδες από την τρομεράν κλαγγήν των Αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάση τας ανδραγαθίας μας, οι δε τύραννοι ημών τρέμοντες και ωχροί θέλουσι φύγει απ’ έμπροσθέν μας.
Οι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης ενασχολούνται εις την αποκατάστασιν της ιδίας ευδαιμονίας• και πλήρεις ευγνωμοσύνης διά τας προς αυτούς των Προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος.
Ημείς, φαινόμενοι άξιοι της προπατορικής αρετής και του παρόντος αιώνος, είμεθα Εύελπεις, να επιτύχωμεν την υπεράσπισιν αυτών και βοήθειαν• πολλοί εκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν έλθη, διά να συναγωνισθώσι με ημάς. Κινηθήτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας! Θέλετε ιδή και εξ αυτών των εχθρών μας πολλούς, οίτινες, παρακινούμενοι από την δικαίαν μας αιτίαν, να στρέψωσι τα Νώτα προς τον εχθρόν και να ενωθώσι με ημάς• ας παρρησιασθώσι με ειλικρινές φρόνημα, η Πατρίς θέλει τους εγκολπωθή! Ποίος λοιπόν εμποδίζει τους ανδρικούς σας Βραχίονας; ο άνανδρος εχθρός μας είναι ασθενής και αδύνατος. Οι στρατηγοί μας έμπειροι και όλοι οι ομογενείς γέμουσιν ενθουσιασμού! ενωθήτε λοιπόν, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες! ας σχηματισθώσι φάλαγκες εθνικαί, ας εμφανισθώσι Πατριωτικαί λεγεώνες, και θέλετε ιδή τους παλαιούς εκείνους Κολοσσούς του δεσποτισμού να πέσωσιν εξ ιδίων, απέναντι των θριαμβευτικών μας Σημαίων! Εις την φωνήν της Σάλπιγκός μας όλα τα παράλια του Ιωνίου και Αιγέου πελάγους θέλουσιν αντηχήση• τα Ελληνικά πλοία, τα οποία εν καιρώ ειρήνης ήξεραν να εμπορεύωνται, και να πολεμώσι, θέλουσι σπείρη εις όλους τους λιμένας του τυράννου με το πυρ και την μάχαιραν, την φρίκην και τον θάνατον…
Ποία ελληνική ψυχή θέλει αδιαφορήση εις την πρόσκλησιν της Πατρίδος; Εις την Ρώμην ένας του Καίσαρος φίλος σείων την αιματομένην χλαμύδα του τυράννου εγείρει τον λαόν. Tι θέλετε κάμη Σεις ω Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τας πληγάς της και με διακεκομμένην φωνήν επικαλείται την βοήθειαν των τέκνων της; Η θεία πρόνοια, ω φίλοι Συμπατριώται, ευσπλαγχνισθείσα πλέον τας δυστυχίας μας ηυδόκησεν ούτω τα πράγματα, ώστε με μικρόν κόπον θέλομεν απολαύση με την ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν. Αν λοιπόν από αξιόμεμπον αβελτηρίαν αδιαφορήσωμεν, ο τύραννος γενόμενος αγριώτερος θέλει πολλαπλασιάση τα δεινά μας, και θέλομεν καταντήση διά παντός το δυστυχέστερον πάντων των εθνών.
Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω Συμπατριώται, και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν! ίδετε εδώ τους Ναούς καταπατημένους! εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα διά χρήσιν αναιδεστάτην της αναιδούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας! τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τον αγρούς μας λεηλατισμένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα!
Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον Ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν! λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασε-βών Καταφρόνησιν.
Μεταξύ ημών ευγενέστερος είναι, όστις ανδρειοτέρως υπερασπισθή τα δίκαια της Πατρίδος, και ωφελιμοτέρως την δουλεύση. Το έθνος συναθροιζόμενον θέλει εκλέξη τους Δημογέροντάς του, και εις την ύψιστον ταύτην Βουλήν θέλουσιν υπείκει όλαι μας αι πράξεις…
Ας κινηθώμεν λοιπόν μέ εν κοινόν φρόνιμα, oι πλούσιοι ας καταβάλωσιν μέρος της ιδίας περιουσίας, oι ιερoί ποιμένες ας εμψυχώσωσι τον λαόν με το ίδιόν των παράδειγμα, και oι πεπαιδευμένοι ας συμβουλεύσωσιν τα ωφέλιμα. Oι δε εν ξέναις αυλαίς υπουργούντες στρατιωτικοί και πολιτικοί ομογενείς, αποδίδοντες τας ευχαριστίας εις ην έκαστος υπουργεί δύναμιν, ας ορμήσωσιν όλοι εις το ανοιγόμενον ήδη μέγα και λαμπρόν στάδιον, και ας συνεισφέρωσιν εις την πατρίδα τον χρεωστούμενον φόρον, και ως γενναίoι ας ενοπλισθώμεν όλοι άνευ αναβολής καιρού με το ακαταμάχητον όπλον της ανδρείας και υπό-σχομαι εντός ολίγου την νίκην και μετ’ αυτήν παν αγαθόν. Πoίoι μισθωτοί και χαύνοι δούλοι τολμούν να αντιπαραταχθώσιν απέναντι λαού, πολεμούντος υπέρ της ιδίας ανεξαρτησίας; Μάρτυρες oι Ηρωικοί αγώνες των προπατόρων μας• Μάρτυς η lσπανία, ήτις πρώτη και μόνη κατετρόπωσε τας αηττήτους φάλαγκας ενός τυράννου.
Με την Ένωσιν, ω Συμπολίται, με το προς την ιεράν Θρησκείαν Σέβας, με την προς τους Νόμους και τους Στρατηγούς υποταγήν, με την ευτολμίαν και σταθηρότητα, η νίκη μας είναι βεβαία και αναπόφευκτος, αυτή θέλει στεφανώση μέ δάφνας αειθαλείς τους Ηρωικούς αγώνας μας, αυτή με χαρακτήρας ανεξαλείπτους θέλει χαράξη τα ονόματα ημών εις τον ναόν της αθανασίας, διά το παράδειγμα των επερχομένων γενεών. Η Πατρίς θέλει ανταμείψη τα ευπειθή και γνήσιά της τέκνα με τα βραβεία της δόξης και τιμής• τα δε απειθή και κωφεύοντα εις την τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει αποκηρύξη ως νόθα και Ασιανά σπέρματα, και θέλει παραδώση τα ονόματά των, ως άλλων προδότων, εις τον αναθεματισμόν και κατάραν των μεταγενεστέρων.
Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω Ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος! Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών! Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, οι οποίοι, διά να μάς αφήσωσιν ελευθέρους, επολέμησαν και απέθανον εκεί! Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν τον Επαμεινώνδου Θηβαίου, και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους, εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτωνος, οι οποίοι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν, εις εκείνην του Τιμολέοντος, όστις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας τον Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου και των τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαροτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον, με πολλά μικρόν κόπον, να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.
Εις τα όπλα λοιπόν φίλοι η Πατρίς Μάς Προσκαλεί!
Αλέξανδρος Υψηλάντης
Την 24ην Φεβρουαρίου 1821, Εις το γενικόν στρατόπεδον του Ιασίου
Η προκήρυξη του Αλ. Υψηλάντη 24/02/1821:

Το κείμενο που ακολουθεί, είναι το έγγραφο αφορισμού, των Αλεξάνδρου Υψηλάντη και Μιχαήλ Σούτσου ονομαστικώς, ταυτόχρονα συμβουλεύει ( με Πατερική Αγάπη! ) τους λοιπούς αγωνιστές του επαναστατικού κινήματος στην Μολδαϋία να ξαναγίνουν πιστοί ραγιάδες ” όπως όρισεν ο Θεός ”. Σημειώνεται ότι το έγγραφο αυτό υπεγράφη από τον Γρηγόριο τον Ε’ και τους άλλους “αγίους” ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, και αυτό έγινε ώστε να προκαλεί δέος και πραγματική φρίκη στον απλοϊκό Λαό της εποχής.
Απόσπασμα κειμένου του αφορισμού:
…Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθεοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας εναντίον των ομογενών μας υπηκόων της, και σπεύδοντες να επιφέρωσι κοινόν και γενικόν τον όλεθρον εναντίον παντός του γένους…
…Επειδή δε προς τοις άλλοις εγένετο γνωστόν, ότι οι το σατανικόν της δημεγερσίας φρόνημα επινοήσαντες….
Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ
Ο αφορισμός ήταν απόφαση μιας μεγάλης Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως, που αποτελείτο από 72 εγκρίτους Ρωμηούς της Πόλης, εκ των οποίων οι 49 ήταν λαϊκοί και οι 23 Κληρικοί – Αρχιερείς. Στην Κληρικολαϊκή αυτή σύναξη αποφασίστηκε, οι μεν λαϊκοί να υποβάλλουν αναφορά αποκηρύξεως της επαναστάσεως και δήλωση υποταγής, οι δε Κληρικοί να συνθέσουν την πράξη του αφορισμού που τους ζητήθηκε από την Υψηλή Πύλη.

Μνημειακή πλάκα στον τάφο του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Βιέννη. Γράφει(στα γερμανικά):
Πρίγκιψ ALEANDER YPSILANTI 1792-1828 Ηγέτης της Εθνικής εξέγερσης των Ελλήνων.

 Είναι βεβαίως αποδεκτό ότι ο Πατριάρχης εξέδωσε τον αφορισμό πιεζόμενος υπό της Πύλης, η οποία απειλούσε ότι θα περνούσε από μαχαίρι τους Ρωμηούς της πόλης και όλους τους Χριστιανούς της Αυτοκρατορίας. Πάγια τακτική των Τούρκων, την οποία γνώριζε ο Πατριάρχης. Υπήρχαν νωπές οι αναμνήσεις τέτοιων πρακτικών των Τούρκων, από το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν (π.χ Ορλωφικά).

Εδώ θα πρέπει να λάβομε υπ' όψιν μερικούς σημαντικούς παράγοντες: α) ότι και η Δύση αλλά και η Ρωσία δεν στηρίζουν την Επανάσταση. Ο τσάρος καθαιρεί τον Αλ. Υψηλάντη από αξιωματικό του στρατού του και επιτρέπει στον σουλτάνο να επέμβει στις Παραδουνάβειες περιοχές. Ενώ στη Δύση βασιλεύει ο Μέττερνιχ και η Ιερά Συμμαχία. β) Ο σουλτάνος ζητάει από τον θρησκευτικό ηγέτη των μουσουλμάνων (σεϊχουλισλάμη) να εκδώσει διαταγή (φετβά) για γενική σφαγή των Χριστιανών. Και επειδή αρνείται παύεται και απαγχονίζεται, ενώ δύο πρωθυπουργοί παύονται γιατί διάκεινται ευμενώς προς τους Ρωμηούς. Τι θα' πρεπε να κάνει ο Πατριάρχης κάτω από αυτές τις συνθήκες;

Στη συνείδηση του Γένους μέχρι σήμερα ο Πατριάρχης είναι Εθνοϊερομάρτυς. Γνωρίζει το γένος ότι ο αφορισμός έγινε, για να ρίξει στάχτη στα μάτια των Τούρκων. Ας δούμε πώς δέχονται τον αφορισμό οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Γράφει ο Αλ. Υψηλάντης προς τον Κολοκοτρώνη και τους Σουλιώτες: " Ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά της Πόρτας σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθείτε με την Πόρτα, εσείς όμως να τα θεωρείτε ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίας και δυναστείας και άνευ θελήσεως του Πατριάρχου.

Ο ιστορικός Δ. Κόκκινος γράφει:" Η πράξη αυτή του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε' δεν ήταν αποτέλεσμα ολιγοπιστίας από αδυναμία, αλλά πράξη συνέσεως και σκληρή προσπάθεια για αποτροπή του μεγάλου κακού, των σφαγών", και ο Τ. Γριτσόπουλος: " Καταδικάζων τον αγώνα κατ' επιταγήν των κρατούντων ο Γρηγόριος εγνώριζε καλώς ότι δεν τον έβλαπτε. Αλλά δια τας ενεργείας του ταύτας και των συστατικών επιστολών προς σημαίνοντα ηγετικά στελέχη, αίτινες δεν επρόκειτο να φτάσουν ποτέ, συνεκράτει τους εξοργισμένους Τούρκους από βιαίας ενεργείας εναντίον αμάχων και εκέρδιζε χρόνον πολύτιμον δια την εξέλιξιν του αγώνος.

Ο Αγ. Γρηγόριος επισφραγίζει την αγάπη του για το Γένος με τον μαρτυρικό του θάνατο, ενώ είχε την ευκαιρία να φύγει. Οι Τούρκοι δε, ποτέ δεν πίστεψαν στην ειλικρίνειά του, κάτι που αναγράφεται στο καταδικαστικό έγγραφο, που κολλήθηκε στο στήθος του απαγχονισθέντος Πατριάρχου προς σωφρονισμό των Χριστιανών. "Ο άπιστος Πατριάρχης των Ελλήνων αδύνατον να θεωρηθεί αλλότριος των στάσεων του Έθνους του…" αρχίζει το έγγραφο. Οι Τούρκοι μέχρι σήμερα διακηρύττουν ότι αίτιος της Ελλ. Επαναστάσεως ήταν ο Πατριάρχης και ο κλήρος (παπάδες), δηλ. η Εκκλησία.